Την τρίτη μέρα του εθνικού πένθους για τα θύματα από τις πυρκαγιές, ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Πάνος Καμμένος συζήτησε με πυροπαθείς. Τους απηύθυνε ερωτήματα σχετικά με το αν έχουν πολεοδομική άδεια και γιατί δεν έκαναν τίποτα για να αποτρέψουν την τραγωδία. Την ίδια μέρα, ο υπουργός Μεταφορών – Υποδομών Χρήστος Σπίρτζης προανήγγειλε έρευνα για τις πολεοδομικές άδειες στο Μάτι Αττικής. Ηδη από την προηγούμενη μέρα, η κυβέρνηση αποφάσισε να αμυνθεί και να μποϊκοτάρει τον τηλεοπτικό σταθμό Σκάι γιατί έριχνε ευθύνες στην κυβέρνηση. Είναι προφανές ότι υπάρχει μια συντονισμένη προσπάθεια για την απόδοση ευθύνης στα θύματα των πυρκαγιών. Πρόκειται μάλιστα για μια γνωστή ψυχολογική διαδικασία που αποβλέπει στην προστασία των στελεχών αλλά και των ψηφοφόρων των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Η ενοχοποίηση των θυμάτων εμφανίστηκε για πρώτη φορά στην επιστημονική βιβλιογραφία της κοινωνικής ψυχολογίας το 1966, όταν οι Lerner και Simmons πραγματοποίησαν ένα πείραμα στο οποίο οι συμμετέχοντες αναγκάστηκαν να παρακολουθήσουν ένα αθώο θύμα να υπομένει ηλεκτροσόκ (στην πράξη δεν δεχόταν ηλεκτροσόκ). Κατόπιν τους ζητήθηκε να εκφράσουν τη στάση τους απέναντι στο θύμα. Η έρευνα έδειξε ότι, εφόσον οι συμμετέχοντες μπορούσαν να αποτρέψουν τα ηλεκτροσόκ ή να αποζημιώσουν πλήρως το θύμα, το έπρατταν και η εκτίμηση που είχαν στο θύμα παρέμενε ανέπαφη. Εφόσον, όμως, δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα, ανέπτυξαν αρνητική στάση απέναντι στο θύμα.
Η έρευνα αυτή αλλά και πολλές επόμενες έρευνες κατέδειξαν ότι νιώθουμε την ανάγκη να ρίχνουμε το φταίξιμο σε θύματα τα οποία δεν μπορούμε να διασώσουμε. Κλασικό παράδειγμα είναι ότι τείνουμε να κατηγορούμε τα θύματα των βιασμών για δήθεν προκλητικό ντύσιμο. Οι κυβερνώντες, στην πιο αθώα τους μορφή, έχουν εμπλακεί σε μια αντίστοιχη ψυχολογική διαδικασία υπό το βάρος της αποτυχίας τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους. Αναζητούν να ρίξουν το βάρος της ευθύνης αλλού, πριν αποδεχτούν τις δικές τους ευθύνες. Δεν πρόκειται απαραίτητα για μια κυνική διαχείριση της πολιτικής τους ευθύνης αλλά κυρίως για μια βαθιά ψυχολογική διεργασία που τους βοηθά να διατηρήσουν την αυτοεκτίμησή τους.
Μια ενδιαφέρουσα συνθήκη στο αρχικό πείραμα των Lerner και Simmons ήταν ότι δόθηκε στους συμμετέχοντες η δυνατότητα να ψηφίσουν για τον τρόπο που θα μεταχειρίζονταν οι πειραματιστές το αθώο θύμα. Σε αυτή την περίπτωση, βεβαίως, όλοι ψήφισαν ώστε να σταματήσουν τα ηλεκτροσόκ και να αποζημιωθεί το θύμα. Στην περίπτωση που έμαθαν ότι όντως υλοποιήθηκε το αποτέλεσμα της ψήφου τους, δεν ανέπτυξαν αρνητική στάση απέναντι στο θύμα. Στην περίπτωση, όμως, που δεν ενημερώθηκαν για το αποτέλεσμα της ψήφου τους, έτειναν και πάλι να υποτιμούν και να απορρίπτουν το θύμα.
Τι καταλαβαίνουμε για τους κυβερνώντες και τους ψηφοφόρους από τον τρόπο ψυχολογικής διαχείρισης αυτής της τραγωδίας; Καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι πιθανόν να αποδεχτούν την ευθύνη τους και ότι, εφόσον είναι δύσκολο να αποδειχθεί πως υπό άλλες συνθήκες δεν θα είχαμε θρηνήσει θύματα ή πως με αλλαγή της κυβέρνησης τα πράγματα θα είναι πολύ καλύτερα, θα συνεχίσουν να μιλάνε για ευθύνες των θυμάτων. Πέρα από ανήθικη, αυτή η τακτική είναι πιθανόν να οδηγήσει σε νέες καταστροφές και τραγωδίες.
Ο Αλέξης Αρβανίτης είναι επίκουρος καθηγητής Kοινωνικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης