Υποτίθεται ότι θα ήταν η συνέντευξη που όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς θα δοκίμαζαν, με το τέλος του εθνικού πένθους να δώσουν απαντήσεις στα κρίσιμα ερωτήματα που έχουν προκύψει.
Αντί για αυτό, είχαμε τόσο τους υπουργούς όσο και την ηγεσία της αστυνομίας και της πυροσβεστικής να μην παραδέχονται κανένα έλλειμμα στη διαχείριση της κατάστασης, να υποστηρίζουν ότι δεν μπορούσαν να κάνουν κάτι άλλο και να μην παραδέχονται ελλείμματα στο σχεδιασμό.
Με αυτό τον τρόπο εξακολουθούν να μην μπορούν να δώσουν απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτουν εναγώνια τόσο οι κάτοικοι των πληγεισών περιοχών όσο και ολόκληρη η ελληνική κοινωνία.
Η περσινή εμπειρία έγινε μάθημα;
Πέρσι, είχαμε τη μεγάλη πυρκαγιά στον Κάλαμο. Μιλώντας πέρσι για αυτή την πυρκαγιά ο γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας Γιάννης Καπάκης είχε τονίσει τον κίνδυνο: «Αυτή η πυρκαγιά ήταν μια μεσαία πυρκαγιά, με βάση την έκταση που τελικώς κάηκε, αλλά ήταν μια πολύ επικίνδυνη πυρκαγιά. Απειλούσε να γίνει μια μεγα-πυρκαγιά και κυρίως σε μια περιοχή που ζει ο μισός πληθυσμός της χώρας». Στην ίδια συνέντευξη επεσήμαινε τους κινδύνους από τη μεγάλη ταχύτητα εξάπλωσης, τα προβλήματα που θέτει στην πυρόσβεση η προσπάθεια επικέντρωσης στις κατοικίες, την περιορισμένη εξασφάλιση που προσφέρουν οι αντιπυρικές ζώνες και την ανάγκη να μην στηριζόμαστε μόνο στα εναέρια μέσα.
Όταν στις 7 Ιουνίου ενημέρωνε, μαζί με τον αναπληρωτή υπουργό Προστασίας Πολίτη, την Ειδική Επιτροπή Περιφερειών της Βουλής ότι είχαν ληφθεί όλα τα μέτρα και ότι η χώρα δεν θα αντιμετώπιζε καταστάσεις όπως αυτές της Πορτογαλίας γιατί έχουμε υπέρτερα μέσα και καλύτερο σχεδιασμό, ποια σχέδια και ποια προετοιμασία είχε γίνει;
Όταν ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Βαγγέλης Αποστόλου υποστήριζε μόλις ένα χρόνο πριν, με άρθρο του, ότι χρειάζεται αλλαγή μοντέλου, ποια βήματα έγιναν σε αυτή την κατεύθυνσης; Το ζήτημα που έθεσε σε ποιο βαθμό εξετάστηκε;
Είχε υποστηρίξει τότε ο κ. Αποστόλου: «Όλα αυτά δείχνουν ότι η πολιτική αυτή έχει εξαντλήσει τα όριά της. Δεν μπορούμε να αυξάνουμε αενάως την ισχύ αυτής της πυρόσβεσης σε αναλογία με τον αυξανόμενο κίνδυνο, που μάλιστα σε συνδυασμό με την αλλαγή του κλίματος, η πιθανότητα να ζήσουμε στο εγγύς μέλλον καταστροφικές περιόδους όπως εκείνη του 2007 είναι εξαιρετικά μεγάλη. Η ανάγκη αλλαγής του μοντέλου διαχείρισης των πυρκαγιών στη χώρα είναι προφανής, μεγάλη και μάλιστα επείγουσα.»
Ενώ λοιπόν ακόμη και υπουργοί έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, ποια μέτρα πήραν ως προς τον σχεδιασμό;
Υποτίθεται, ότι ένα από τα βασικά καθήκοντα της πολιτικής ηγεσίας, των ανώτατων αξιωματικών, του μηχανισμού της γενικής γραμματείας Πολιτικής Προστασίας είναι ο εκ των προτέρων σχεδιασμός. Σε ποιο βαθμό τα τελευταία χρόνια δόθηκε έμφαση στο να υπάρχουν αποτελεσματικά και επικαιροποιημένα σχέδια για κάθε ενδεχόμενο, ακόμη και το πιο αντίξοο;
Υπήρξε ποτέ σχέδιο αντιμετώπισης πυρκαγιάς που θα έμπαινε στις ταυτόχρονα πυκνόφυτες και πυκνοκατοικημένες περιοχές της Ανατολικής Αττικής;
Πριν καν φτάσουμε στις καταστροφικές πυρκαγιές της Πάρνηθας και της Ηλείας του 2007, είχαν υπάρξει οι μεγάλες πυρκαγιές του 1995 στην Πεντέλη και του 2005 στη Ραφήνα, Καλλιτεχνούπολη και Ν. Βουτζά, όπου και έγινε εκκένωση της Καλλιτεχνούπολης, ενώ το 2009 είχαμε την τεράστια πυρκαγιά στο Γραμματικό και φυσικά τις περσινές πυρκαγιές.
Όλες αυτές οι πυρκαγιές είχαν ως στοιχείο να εισέρχεται η πυρκαγιά και σε κατοικημένες περιοχές.
Υπήρξε ποτέ σχέδιο για το τι θα γινόταν στις ανατολικές ακτές της Αττικής σε περίπτωση πυρκαγιάς με δεδομένη την πυκνή δόμηση και το κακό οδικό δίκτυο;
Τα προβλήματα της περιοχής, η αυθαίρετη δόμηση, η απουσία οδών διαφυγής είναι δεδομένα και εγκυμονούν κινδύνους. Όμως,ακόμη κι έτσι, σε ποιο βαθμό οι φορείς πολιτικής προστασίας και η πυροσβεστική είχαν εξετάσει τι θα μπορούσε να γίνει σε περίπτωση πυρκαγιάς σε αυτές τις περιοχές και ποιος σχεδιασμός υπήρξε;
Υπήρξε σχέδιο εκκένωσης της περιοχής και κρίθηκε ανεφάρμοστο ή δεν υπήρξε σχέδιο;
Οι γενικές οδηγίες της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας ρητά προβλέπουν την ανάγκη σχεδίων απομάκρυνσης πληθυσμού όπως και τη διαδικασία για το πώς δίνεται η εντολή. Έγινε ποτέ οποιαδήποτε επεξεργασία τέτοιου σχεδίου με δεδομένη τον πραγματικό κίνδυνο; Ζητήθηκε από την Τοπική Αυτοδιοίκηση να έχει τέτοιο σχέδιο που να εξετάζει όλα τα ενδεχόμενα; Όταν τέθηκε το ερώτημα της εκκένωσης κρίθηκε ότι ο όποιος σχεδιασμός δεν μπορούσε να εφαρμοστεί ή δεν διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχε τέτοιο σχέδιο; Ποιος είχε την ευθύνη σε κάθε περίπτωση;
Η εκκένωση από τις ακτές σε ποιο βαθμό είχε αντιμετωπιστεί ως ενδεχόμενο σχέδιο;
Εκ των πραγμάτων αποδείχτηκε ότι για πάρα πολλούς ανθρώπους η μόνη διέξοδος διαφυγής ήταν η ακτή και η θάλασσα. Αυτή η παράμετρος είχε εξεταστεί στο πλαίσιο σχεδιασμού ή όχι; Είχε υπάρξει ποτέ επιχειρησιακό σχέδιο για την ταχεία συγκέντρωση των κατοίκων στις ακτές και απομάκρυνση με σκάφη; Σε αυτό το πλαίσιο αποτελούσε προτεραιότητα ο έλεγχος εκ των προτέρων ότι ήταν εφικτή η πρόσβαση στις ακτές;
Τα προβλήματα από την αυθαίρετη δόμηση σε ποιο βαθμό λήφθηκαν υπόψη στον όποιο σχεδιασμό;
Διαρκώς επανέρχεται το πρόβλημα από τον αυθαίρετο τρόπο με τον οποίο δομήθηκε η περιοχή και πώς αυτό εμπόδιζε την εκκένωση αλλά και την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς. Αυτό, όμως, ήταν γνωστό και πέρσι και πρόπερσι και το 2015 που ήρθε αυτή η κυβέρνηση. Είναι ένα πράγμα η διαπίστωση μιας διαχρονικής ευθύνης και άλλο το εάν θα πάρεις κάποια μέτρα. Δοκίμασαν να δουν τι μπορούσαν να κάνουν; Δοκίμασαν να γκρεμίσουν μάντρες ή να ανοίξουν κάποιες προσβάσεις; Ενημέρωσαν τους κατοίκους έγκαιρα για τον κίνδυνο;
Η προειδοποίηση για επικίνδυνα καιρικά φαινόμενα σε ποιο βαθμό λήφθηκε υπόψη;
Η ενημέρωση για τις καιρικές συνθήκες στην περιοχή σε ποιο βαθμό λήφθηκε υπόψη και σε ποιο βαθμό εκτιμήθηκε ο ιδιαίτερος κίνδυνος από την ύπαρξη δυτικών ανέμων που σήμαιναν ότι πιθανή εκδήλωση πυρκαγιάς στην Ανατολική Αττική εγκυμονούσε τον κίνδυνο να κινηθεί προς την παραλία; Είχαν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να υπάρχουν ενισχυμένες πυροσβεστικές δυνάμεις στην περιοχή, περιπολίες και μέσα ώστε να υπάρξει αντιμετώπιση της πυρκαγιάς πριν εξαπλωθεί; Ποιες δυνάμεις του ΠΣ ήταν από πριν στην περιοχή περιοχή, με βάση και το σχέδιο που υποτίθεται ότι υπάρχει για διαρκή επιφυλακή, ειδικά σε μέρες κινδύνου;
Το ενδεχόμενο ταυτόχρονων μεγάλων πυρκαγιών στην Αττική σε ποιο βαθμό είχε εξεταστεί έστω και ως σενάριο;
Είναι σαφές ότι η πυρκαγιά στην Ανατολική Αττική ξέσπασε σε μια στιγμή που μεγάλος όγκος πυροσβεστικών δυνάμεων ήταν απασχολημένος στην πυρκαγιά στην Κινέττα. Υπήρχε σχεδιασμός για το ενδεχόμενο να υπάρξει και άλλη μεγάλη πυρκαγιά;
Εκτιμήθηκε ή όχι ο πραγματικός κίνδυνος της πυρκαγιάς στην Καλλιτεχνούπολη και τον Ν. Βουτζά;
Όταν υπήρξε η πρώτη ενημέρωση για πυρκαγιά στη συγκεκριμένη περιοχή και με δεδομένες τις ακραίες καιρικές συνθήκες, υπήρξε εξαρχής επίγνωση του κινδύνου η φωτιά αυτή να επεκταθεί στις κατοικημένες περιοχές προς την ακτή ή θεωρήθηκε ότι ήταν πιο περιορισμένη η έκτασή της; Διατέθηκαν όλα τα αναγκαία μέσα έγκαιρα ή υποτιμήθηκε, έστω και πρόσκαιρα η κλίμακά της;
Στο βαθμό που είχαμε πυρκαγιά στην Ανατολική Αττική, με την έκτακτη περίσταση των ισχυρότατων δυτικών ανέμων, γιατί δεν εξετάστηκε εξαρχής το ενδεχόμενο –πέραν των κατασκηνώσεων– να ειδοποιηθούν και οι κάτοικοι των περιοχών να απομακρυνθούν και να μην έχουμε το φαινόμενο κάτοικοι και παραθεριστές να φεύγουν ανάλογα με το πόσο κοντά έβλεπαν τη φωτιά;
Υπήρχαν συγκεκριμένα σχέδια εκ των προτέρων για την αντιμετώπιση πυρκαγιάς σε αυτή την περιοχή; Διαφορετικές γραμμές άμυνας ανάλογα με την κίνησή της; Ή μήπως ισχύει ότι στην συγκεκριμένη περιοχή πέραν της δυνατότητας να περιοριστεί στα πρώτα βήματά της, δεν υπήρχε επιχειρησιακό σχέδιο για την αντιμετώπισή της εάν προχωρούσε προς την ακτή;
Οι δυνάμεις της αστυνομίας ποιες οδηγίες είχαν για να βοηθηθούν άνθρωποι να απομακρυνθούν από τη συγκεκριμένη περιοχή;
Η ηγεσία της αστυνομίας υποστήριξε ότι στην πραγματικότητα τα πήγε πολύ καλά γιατί μεγάλος όγκος ανθρώπων κατάφερε να φύγει από την περιοχή. Όμως, οι μαρτυρίες των κατοίκων μεταφέρουν μια χαοτική κατάσταση με ανθρώπους να αναζητούν διέξοδο και να μην βρίσκουν τρόπο να ξεφύγουν, με τα γνωστά αποτελέσματα. Υπήρξε οποιοδήποτε σχέδιο ή εντολή να βοηθηθεί ο γρήγορος απεγκλωβισμός και η απομάκρυνση των ανθρώπων που βρίσκονταν εντός του οικισμού;
Το ενδεχόμενο εμπρησμών απαλλάσσει την Πυροσβεστική και την Πολιτική Προστασία από την ανάγκη σχεδιασμού και αποτελεσματικής παρέμβασης;
Η χτεσινή συνέντευξη επικεντρώθηκε σε μεγάλο βαθμό στα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν με χρήση δορυφόρων αλλά και άλλων μέσων και τα οποία αποτελούν κατά τη γνώμη των αρμόδιων υπουργών σαφείς ενδείξεις ότι υπήρξε σαφές σχέδιο εμπρησμού και στις δύο περιπτώσεις.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό είναι ένα σοβαρό στοιχείο που πρέπει να διερευνηθεί, να εντοπιστούν οι υπεύθυνοι και να βρεθούν ενώπιον της δικαιοσύνης. Ακόμη περισσότερο η παραδειγματική τιμωρία των εμπρηστών, εάν αποδειχθεί η ενοχή τους θα είναι και ένα αποφασιστικό βήμα πρόληψης των δασικών πυρκαγιών.
Όμως, το εάν υπήρξε ή όχι εμπρησμός δεν αποτελεί άλλοθι για την ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού. Αφορά την πρόληψη και την καταστολή αλλά δεν απαλλάσσει την ευθύνη να υπάρχουν επιχειρησιακά σχέδια, εξοπλισμός και ετοιμότητα για να μην πάρουν καταστροφικές διαστάσεις οι πυρκαγιές και κυρίως να μην απειλήσουν ζωές.
Σίγουρα ένας οργανωμένος εμπρησμός, με πολλές εστίες σε διαφορετικά σημεία, κάνει πιο δύσκολη την κατάσβεση μιας πυρκαγιάς. Όμως, πυρκαγιά με πολλές εστίες σε κακές καιρικές συνθήκες μπορεί να υπάρξει και χωρίς εμπρησμό και πάλι να είναι δύσκολη η κατάσβεση. Υποτίθεται ότι οι σχεδιασμοί γίνονται για το χειρότερο ενδεχόμενο και την λιγότερο ευνοϊκή συνθήκη.
Είναι επίσημη κυβερνητική θέση ότι από ένα σημείο και μετά υπάρχουν δασικές πυρκαγιές που είναι μη αντιμετωπίσιμες;
Εάν πάρουμε τοις μετρητοίς τιη χτεσινή συνέντευξη και κυρίως την επιμονή ότι όλα δούλεψαν με τον καλύτερο τρόπο, τότε το λογικό συμπέρασμα είναι ότι για την κυβέρνηση από ένα σημείο και μετά, είτε αυτό αφορά την ένταση των ανέμων, είτε τη φορά των ανέμων, είτε το είδος του εμπρησμού, είτε τα χαρακτηριστικά της περιοχής, υπάρχουν όρια στη δυνατότητα αντιμετώπισης μιας πυρκαγιάς και αυτή θα γίνει ανεξέλεγκτη και θα έχουμε μεγάλο κίνδυνο θυμάτων.
Αυτό, όμως, δεν μπορεί να γίνει εύκολα αποδεκτό. Προφανώς και υπάρχουν θεομηνίες και φυσικές καταστροφές που υπερβαίνουν τα όρια αντιμετώπισης. Όμως, ταυτόχρονα πυρήνας της λειτουργίας της κρατικής μηχανής είναι να μπορεί να σχεδιάζει ακόμη και για το χειρότερο ενδεχόμενο και να μπορεί να εγγυηθεί στοιχειωδώς τη ζωή και την ασφάλεια των πολιτών. Διαφορετικά, τίθεται ένα ερώτημα ως προς την ίδια την ικανότητα όντως αυτής της κυβέρνησης να εξασφαλίσει στοιχειωδώς τη λειτουργία του κράτους ή τουλάχιστον να υποδείξει τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ως προς το να μην επαναληφθεί τέτοια τραγωδία.
Γιατί ακόμη και εάν παραδεχτούμε ότι υπήρχαν όρια, η χτεσινή συνέντευξη, όπου λίγο πολύ ο τόνος ήταν «κάναμε το καλύτερο», ποιες εγγυήσεις δίνει ότι έστω και τώρα θα υπάρξουν σχέδια, προετοιμασία, αλλαγή κατεύθυνσης, ότι έστω και από σεβασμό στη μνήμη τόσων αδικοχαμένων ανθρώπων θα γίνουν βήματα ώστε να μην ξαναζήσουμε τέτοια τραγωδία;
Η ώρα της ευθύνης έρχεται ποτέ για αυτή την κυβέρνηση;
Τελευταίο ερώτημα που δεν προκύπτει μόνο από τη συνέντευξη αλλά και από τη συνολική στάση της κυβέρνησης. Έχουμε μια κυβέρνηση που μετά από μια τέτοια εθνική τραγωδία, αντί να αναλάβει την ευθύνη, αντί να απολογηθεί για τα υπαρκτά προβλήματα, αντί να δεσμευθεί για την λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για να μην επαναληφθεί τέτοια τραγωδία, απλώς κατηγορεί όλους τους άλλους, από τις προηγούμενες κυβερνήσεις μέχρι τους κατοίκους της περιοχής ως υπευθύνους. Όλους εκτός από την ίδια.
Ακόμη και εάν δεχτούμε ότι υπάρχουν διαχρονικές ευθύνες για τα προβλήματα όπως και ευθύνες και της ίδιας της κοινωνίας, δεν υπάρχει κανένα λάθος, έλλειψη, ανεπάρκεια από τη μεριά της κυβέρνησης; Η ώρα της ευθύνης πότε έρχεται για αυτή την κυβέρνηση;