Ο ήχος των τζιτζικιών είναι το μοναδικό απομεινάρι του καλοκαιριού στο ισοπεδωμένο από τις φλόγες Μάτι. Ολόκληρος ο οικισμός μοιάζει απόκοσμος, βυθισμένος στη σιωπή. Σε κάθε κολόνα και ένα κηδειόχαρτο, σχεδόν σε κάθε καγκελόπορτα σπιτιού και ένα χειρόγραφο σημείωμα: «Είμαστε καλά», «Ευχαριστώ για όσα προσφέρατε», «Δεν υπάρχουν αγνοούμενοι εδώ»… Είναι λες και ο χρόνος σταμάτησε βίαια το απόγευμα της περασμένης Δευτέρας, όταν οι φλόγες κατασπάραξαν ανθρώπους, σπίτια, δέντρα και ζώα. Τα πουλιά χάθηκαν και μαζί το κελάηδημά τους και τα (μαυρισμένα) φύλλα των δέντρων δεν θροΐζουν πια με το αεράκι, απλώς πέφτουν στο έδαφος σχηματίζοντας έναν σωρό γύρω από κάθε καμένο κορμό. Δεν ακούγονται πλέον ούτε οι φωνές των κατοίκων, μόνο οι ομάδες των εθελοντών οι οποίοι τριγυρνούν στα στενά του οικισμού, δίνουν λίγη ζωή στη νεκρή περιοχή. Τα περισσότερα σπίτια άλλωστε είναι έρημα και στους εξωτερικούς τοίχους υπάρχει το χαρακτηριστικό σημάδι με κόκκινη, κίτρινη ή πράσινη μπογιά από τους μηχανικούς που έκαναν αυτοψία για να διαπιστώσουν εάν είναι κατοικήσιμα ή όχι.
ΠΑΝΤΟΥ ΚΗΔΕΙΟΧΑΡΤΑ. Στην παραλιακή οδό Ποσειδώνος του οικισμού βρίσκονταν χθες (έξι μέρες μετά το ξύπνημα του εφιάλτη) τοιχοκολλημένα τα πρώτα χαρτιά αναγγελίας της κηδείας των θυμάτων. Το ίδιο συνέβαινε και στα στενά δρομάκια του οικισμού. «Κηδεύουμε την Κυριακή (…) στον ιερό ναό Αγίου Παντελεήμονος Κρυονερίου (…) Η σύζυγος και μητέρα Βαρβάρα, ο πατέρας και ο παππούς Ανδρέας» έγραφε το λευκό χαρτί που σχεδόν έλαμπε στο κατάμαυρο φόντο της οδού Λαυρέντη Διανέλλου για την κηδεία τριών μελών της οικογένειας Φύτρου, της 13χρονης Εβίτας, του 11χρονου αδελφού της Ανδρέα και του πατέρα τους Γρηγόρη. Δεν ήταν το μοναδικό, αφού σχεδόν όπου κι αν γύριζε το βλέμμα υπήρχαν κηδειόχαρτα: για το στερνό αντίο στη Στέλλα Χριστοφίδου, μητέρα δύο παιδιών, ή στην ηλικιωμένη Αγγελική Γιαννοπούλου και άλλα θύματα της φονικής πυρκαγιάς. Χθες το πρωί στον ιερό ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου ο μητροπολίτης Κηφισιάς Κύριλλος τέλεσε θεία λειτουργία και επιμνημόσυνη δέηση, παρουσία αρκετών κατοίκων οι οποίοι δακρυσμένοι έπεφταν ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.
ΣΤΟ ΒΛΕΜΜΑ Ο ΘΡΗΝΟΣ «Λίγοι κάτοικοι επιστρέφουν στα κατεστραμμένα σπίτια τους τώρα. Γιατί να έρθουν; Να βλέπουν και να ξαναβλέπουν την καταστροφή; Να ξαναζούν την τραγωδία;» είπε ο νεαρός Γιώργος Καρτσώνης, ο οποίος βρισκόταν από νωρίς χθες το πρωί στο Μάτι, προκειμένου να βοηθήσει όπου υπήρχε ανάγκη. Βρέθηκε με άλλους εθελοντές στην οδό Ευβοίας: «Καθαρίζουμε τον δρόμο όσο καλύτερα γίνεται γιατί η ατμόσφαιρα εξακολουθεί να είναι αποπνικτική. Δυστυχώς και το δικό μου σπίτι στον οικισμό Αμπελούπολη υπέστη σοβαρές ζημιές, αλλά τουλάχιστον γλίτωσα τη ζωή μου. Ετρεξα έγκαιρα μακριά από τη φωτιά». Την ίδια στιγμή στην Αργυρά Ακτή, στην παραλία κάτω από το οικόπεδο όπου απανθρακώθηκαν 26 άνδρες, γυναίκες και παιδιά, πολίτες άφηναν λουλούδια στη μνήμη των νεκρών. Κανείς δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του στη θέα ενός χειρόγραφου σημειώματος: «Αγάπη μου, μπέμπη μου. Είσαι ένας υπέροχος κολυμβητής μέσα στη θάλασσα. Ηθελες να εντυπωσιάσεις τη μανούλα σου, όπως κάθε φορά που σε έβλεπε και την έκανες χαρούμενη, όπως και περίμενες τον πατερούλη σου να σε χαρεί. Εδώ θα είμαστε κάθε καλοκαίρι και θα κάνουμε μαζί μπάνιο, δίπλα στον παράδεισο που θα τον ξανακάνεις πράσινο. Θα παίζουμε στη θάλασσα όλοι μαζί κι αγαπημένοι. Εγώ, η μανούλα σου και ο μπαμπάκας σου». Εκεί βρέθηκαν και εθελόντριες από την Κατερίνη. «Οσους λιγοστούς κατοίκους συναντήσαμε ήταν παγωμένοι. Στο βλέμμα τους, ο θρήνος. Μπροστά σε τέτοιες εικόνες φρίκης σταματά το μυαλό να σκέφτεται» σημείωσε η εθελόντρια Δέσποινα Αβακιάν.
Οι κάτοικοι που είδαν τις περιουσίες τους να χάνονται και φιλοξενούνται σε φίλους ή συγγενείς έχουν αφήσει χειρόγραφα σημειώματα έξω από τις καμένες κατοικίες τους. «Προς Πυροσβεστική: δεν υπάρχουν αγνοούμενοι», «Επικοινωνήστε στο τηλ… Είμαστε καλά», «Ο Γιαούρτης μου (σ.σ.: ένας λευκός σκύλος) γλίτωσε. Βοηθήστε άλλα πλάσματα που δεν είχαν την τύχη του».