Πολύτιμη, αλλά όχι ιδιαιτέρως γνωστή στο ευρύ κοινό, κρατά τους αμύθητους θησαυρούς της καλά κρυμμένους στις πλαγιές του Λυκαίου όρους, δίπλα στο σχολείο της ιστορικής Ανδρίτσαινας. Πίσω από τις γυάλινες πόρτες των προθηκών της μπορεί να δει κανείς εκδόσεις με τα ομηρικά έπη από το 1509, ποίηση του Πινδάρου από το 1515, τους Παράλληλους Βίους του Πλουτάρχου με χρονολογία έκδοσης το 1517 ή τα Απαντα του Αριστοτέλη που τυπώθηκαν το 1531. Είναι η Δημόσια Ιστορική Βιβλιοθήκη Ανδρίτσαινας, μια ιδέα για τη μυθιστορηματικής πλοκής ιστορία τής οποίας πήραν όσοι είχαν την ευκαιρία να δουν τη βιωματική εγκατάσταση «Αγαθόφρων / Ο Ατλας του Συλλέκτη» που φιλοξενούνταν έως και πριν από λίγες ημέρες στο Μουσείο Μπενάκη, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και στο πρόγραμμα «Αθήνα – Παγκόσμια Πρωτεύουσα Βιβλίου 2018». Και από τον Οκτώβριο και για δύο μήνες ετοιμάζεται να συστηθεί ουσιαστικότερα σε ένα ευρύτερο κοινό, καθώς προγραμματίζεται να δώσει το «παρών» στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Και μέσα από 30 και πλέον πρώτες εκδόσεις με θέματα που αφορούν την Ελλάδα θα επιχειρήσει να μας μυήσει στα 100 πρώτα χρόνια της τυπογραφίας, από το 1500 έως το 1600.
Ο ΠΑΘΙΑΣΜΕΝΟΣ ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ. Πίσω από τη σπάνια αυτή συλλογή με τους 4.000 χρυσοδερματόδετους ή περγαμηνόδετους τόμους, τους κοσμημένους με έργα μικρογλυπτικής και μικροχαρακτικής στα εξώφυλλά τους, σπάνια κειμήλια όχι μόνο επειδή 100 εξ αυτών χρονολογούνται μόλις 50 χρόνια μετά τη γέννηση της τυπογραφίας, αλλά και επειδή αρκετά φέρουν χειρόγραφες σημειώσεις, σχόλια και αφιερώσεις διάσημων συγγραφέων, αλλά και οικόσημα βαρόνων και δουκών, βρίσκεται ένας παθιασμένος συλλέκτης.
Ο Κωνσταντίνος Αγαθόφρων Νικολόπουλος με καταγωγή από την Ανδρίτσαινα (γεννήθηκε στη Σμύρνη), που διέθετε ιδιωτική βιβλιοθήκη 110 τίτλων ήδη σε ηλικία 20 ετών. Ευρυμαθής και πολύγλωσσος (γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, αρχαία ελληνικά και λατινικά), λαχταρούσε να βρεθεί στο Παρίσι και να εργαστεί ως γραμματέας στο πλευρό του Αδαμάντιου Κοραή για να καταφέρει να ολοκληρώσει τις σπουδές του ως δάσκαλος. Και όταν ο εκ των πρωτεργατών τού Νεοελληνικού Διαφωτισμού τού αρνήθηκε τη θέση, αποφάσισε πουλώντας ορισμένα από τα σπάνια βιβλία του να πάει μόνος στο Παρίσι το 1806 και εν συνεχεία να εγκατασταθεί στην Ελλάδα. Η οικονομική του κατάσταση, όμως, και πλήθος δυσχερειών τον κράτησαν στη γαλλική πρωτεύουσα επί 35 χρόνια, στη θέση του υποβιβλιοθηκαρίου στη Γαλλική Ακαδημία. Στα χρόνια αυτά και ύστερα από απίστευτες κακουχίες κατάφερε να διακριθεί ως αρθρογράφος στον Λόγιο Ερμή, ποιητής (ωδές και άσματα υπέρ της απελευθέρωσης, αλλά και προσωπικοτήτων όπως ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο Οθωνας), μουσικοσυνθέτης (μελοποίησε κείμενα των Ευριπίδη, Αισχύλου, Ομήρου, Πινδάρου, θρησκευτικά μέλη), κριτικός, εκδότης (του περιοδικού Μέλισσα με επαναστατικό περιεχόμενο, αλλά και της βιογραφίας του Ρήγα Φεραίου), δημοσιογράφος, ιστοριοδίφης, σχολιαστής αρχαίων κλασικών, μελετητής, κειμενογράφος και δάσκαλος λογοτεχνίας. Και να συγκεντρώσει στα μπαούλα που είχε στο στενόχωρο διαμέρισμα του κομψοτεχνήματα της τυπογραφικής και βιβλιοδετικής τέχνης διαθέτοντας το σύνολο του μισθού του –100 φράγκα μηνιαίως –για να εξοφλεί τις υποχρεώσεις τους προς μεγαλύτερο τότε παλαιοβιβλιοπωλείο του Παρισιού, ώστε να συνθέσει μία από τις σημαντικότερες ιδιωτικές βιβλιοθήκες της Ευρώπης με έμφαση στη Φιλοσοφία, στη Λογοτεχνία, στην Ιστορία, στη Γεωγραφία, στη Νομική, στην Ιατρική και στους αρχαίους και λατίνους συγγραφείς, χωρίς να λείπουν τα εγχειρίδια θετικών επιστημών, τα λεξικά και οι παρτιτούρες. Αντιθέτως απουσιάζουν εντελώς βιβλία θρησκειολογικού περιεχομένου, όπως θα ταίριαζε στο προφίλ της βιβλιοθήκης ενός γάλλου αστού.
Η μοίρα ωστόσο έπαιξε ένα περίεργο παιχνίδι στον άνθρωπο που ήθελε διακαώς να γνωρίσει τα πάτρια εδάφη. Οταν το 1838 αποφάσισε να εγκατασταθεί στην Ανδρίτσαινα και να δωρίσει τη βιβλιοθήκη του, όπως γράφει και στην επιστολή του, η οποία έχει διασωθεί και εκτίθεται στον πρώτο όροφο του νεοκλασικού κτιρίου της «πέτρινης πολιτείας» (και έδρα της βιβλιοθήκης από το 1998), στην προσπάθειά του να συσκευάσει τα βιβλία έγδαρε σε ένα κασόνι το χέρι του, η πληγή μολύνθηκε και πέθανε λίγες ημέρες μετά χωρίς να μπορέσει να πραγματοποιήσει το όνειρό του: να πατήσει στην Ανδρίτσαινα.
Τα βιβλία έφτασαν σε 47 κούτες στο Ναύπλιο όπου έμειναν για τέσσερα χρόνια καθώς δεν υπήρχαν οι 3.000 δρχ. που απαιτούνταν για να πληρωθούν τα ναύλα. Και όταν τελικά εξασφαλίστηκαν από τοπικούς φορείς, οι πολύτιμοι τόμοι έφτασαν με μουλάρια στην Ανδρίτσαινα και έμειναν για 35 χρόνια σε μια εκκλησία μέχρι να βρουν τη θέση τους στο τοπικό σχολείο. Οσο για τον τάφο του Νικολόπουλου, ουδείς γνωρίζει πού βρίσκεται.
ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΗ. Η έκθεση που προγραμματίζεται στην Αθήνα μπορεί να εστιάσει στη δωρεά Νικολόπουλου –της οποίας ο παλαιότερος τίτλος χρονολογείται στο 1502 και πρόκειται για το σύνολο του έργου του ουμανιστή ποιητή Μπαπτίστα Μαντουάνους -, ωστόσο στη Δημόσια Ιστορική Βιβλιοθήκη Ανδρίτσαινας εντάσσεται και η συλλογή του μεγαλοκτηματία από τη Στεμνίτσα Ευάγγελου Καλλιανιώτη με 4.500 τόμους, ενώ περιλαμβάνονται και σπάνια ιστορικά τεκμήρια, όπως μια ιδιόχειρη επιστολή του Ζαν Ζακ Ρουσό, επιστολές των Φιλικών (μέλος τους ήταν και ο Νικολόπουλος), ενυπόγραφα έγγραφα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και των υιών του Πάνου και Γενναίου και μαρτυρίες ζωής των Κουντουριώτη, Νικηταρά, Μαυροκορδάτου, Πλαπούτα, μεταξύ άλλων. Υλικό που συντηρείται επί τόπου σε εξειδικευμένο εργαστήριο χάρη στη χρηματοδότηση του Ελβετικού Συλλόγου Φίλων Βιβλιοθήκης Ανδρίτσαινας. Ανάμεσα δε στους 45.000 και πλέον τόμους που διαθέτει πλέον, καθώς δεν παύει να εμπλουτίζεται, μπορούν οι επισκέπτες να δουν τα αντίγραφα της κλεμμένης από τους «αρχαιόφιλους» περιηγητές του 19ου αι. ζωφόρο του ναού του Επικούριου Απόλλωνα.