Το τελευταίο της χαρτί αναγκάστηκε να παίξει η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία (ΠΟΕΔΗΝ), δημοσιεύοντας χθες τη φωτογραφία – ντοκουμέντο που αποδεικνύει ότι ο πρώτος νεκρός διακομίστηκε στο Σισμανόγλειο περίπου μία ώρα πριν από την έναρξη της τηλεοπτικής σύσκεψης το βράδυ της μοιραίας Δευτέρας υπό τον πρωθυπουργό.
Και αυτό διότι, παρά τις επίσημες δηλώσεις και τις ανακοινώσεις που εξέδωσε τόσο το προεδρείο της Ομοσπονδίας όσο και οι συνδικαλιστές του ΕΚΑΒ και του ΚΕΕΛΠΝΟ, το υπουργείο Υγείας επέμεινε στην προσπάθεια αποπροσανατολισμού και συγκάλυψης των γεγονότων, επιχειρώντας να… αλλάξει τους δείκτες του ρολογιού στο χρονικό της τραγικής εκείνης νύχτας.
Ακόμη όμως και όταν ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας Παύλος Πολάκης αναγκάστηκε να αναδιπλωθεί, ομολογώντας ότι γνώριζε την πιθανότητα ύπαρξης σορών, επιχείρησε να θολώσει εκ νέου τα νερά με τη δικαιολογία ότι έπρεπε να επιβεβαιωθεί ο θάνατός τους με «σφραγίδα ιατροδικαστή».

Η… ΑΠΩΛΕΙΑ ΜΝΗΜΗΣ. Ο διοικητής του Σισμανόγλειου, δε, επικαλέστηκε λίγο – πολύ απώλεια μνήμης εξαιτίας του φόρτου εργασίας, με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να θυμηθεί πότε έφτασε στο νοσοκομείο η πρώτη σορός.
Εξού και η ιδιαίτερα καυστική ανακοίνωση της ΠΟΕΔΗΝ που ξεκινά ως εξής: «Για να φρεσκάρουμε τη μνήμη του διοικητή του Σισμανόγλειου που δεν θυμάται την ώρα που έφθασε ο πρώτος νεκρός αγνώστων στοιχείων στο νοσοκομείο από τις φωτιές, αν και μεσολάβησαν μόνο λίγες ημέρες από την τραγωδία που συγκλόνισε ολόκληρο τον κόσμο. Ανακοινώνουμε ότι διαθέτουμε φωτογραφία με τον πρώτο νεκρό που μεταφέρθηκε και βρισκόταν εκείνη την τραγική νύχτα σε θάλαμο Τμήματος Επειγόντων Περιστατικών. Η ώρα της φωτογραφίας είναι 23.03. Τη φωτογραφία θα την καταθέσουμε στον εισαγγελέα που διερευνά την υπόθεση, εφόσον μας καλέσει».
Στο μεταξύ, μαίνεται και μια παράλληλη διαμάχη ανάμεσα στον Πολάκη και τους εργαζομένους του ΚΕΕΛΠΝΟ. Ειδικότερα, οι δεύτεροι καταλογίζουν κινήσεις «πανικού», μέσω ανακοίνωσης του σωματείου τους, στον αναπληρωτή υπουργό Υγείας κάνοντας επιπλέον λόγο για προσπάθεια απόκρυψης και συγκάλυψης από μέρους του της ύπαρξης νεκρών και του αριθμού αυτών στην καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι.
Σκληρή κριτική σχετικά με τον χειρισμό των ασθενών και τις ελλείψεις στο ΕΣΥ ασκεί και το Ενωτικό Κίνημα για την Ανατροπή (νοσοκομειακοί γιατροί), δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις κλειστές κλίνες των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας λόγω κενών στο προσωπικό, με αποτέλεσμα να «θυσιάζονται» εξειδικευμένα τμήματα που θα μπορούσαν να περιθάλψουν τους εγκαυματίες.
«Η Εντατική Θεραπεία του βαρέως πάσχοντος εγκαυματία απαιτεί εξειδικευμένες υποδομές (ειδικά κρεβάτια – “στέρνες” κ.λπ). Το εξωφρενικό είναι πως ενώ αυτή η υλικοτεχνική υποδομή υπάρχει, στο Θριάσειο Νοσοκομείο στην Ειδική Μονάδα Λάτσειο, δεν χρησιμοποιείται γιατί λόγω ελλείψεων κλινών το Λάτσειο λειτουργεί ως γενική ΜΕΘ. Ετσι οι 11 συνολικά βαρέως πάσχοντες εγκαυματίες εισήχθησαν σε γενικές ΜΕΘ που δεν διαθέτουν την κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή νοσηλείας εγκαυματιών» υπογραμμίζεται μεταξύ άλλων.
Και επιμένουν ότι ενώ οι ανάγκες σε κλίνες ΜΕΘ και ΜΑΦ συνολικά στη χώρα είναι τουλάχιστον 2.000, τη νύχτα της 23ης Ιουλίου η ηγεσία του υπουργείου Υγείας «επαίρεται» ότι είχε σε λειτουργία τις 565.
Και παρόλο που η πραγματικότητα απέχει μακράν από τις πληθυσμιακές ανάγκες, οι ίδιοι υπενθυμίζουν ότι έστω «αν υπήρχε το αναγκαίο προσωπικό, θα μπορούσαν άμεσα να λειτουργήσουν τουλάχιστον άλλες 100 κλίνες».
ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΛΕΙΨΕΙΣ. «Απαράδεκτα λάθη και παραλείψεις των αρμόδιων φορέων» στην αντιμετώπιση της φονικής πυρκαγιάς και στην προστασία της δημόσιας υγείας, το επόμενο χρονικό διάστημα, καταγγέλλει με ανακοίνωσή του ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών (ΙΣΑ).
«Γιατί δεν λειτουργούσε το Κέντρο Εκτίμησης Κινδύνου και Αντιμετώπισης Οξέων Συμβάντων του ΚΕΕΛΠΝΟ το βράδυ της φονικής πυρκαγιάς; Ποιος αποφάσισε τη διακοπή της 24ωρης λειτουργίας του στις 12 Ιουλίου 2018, έπειτα από 14 χρόνια λειτουργίας; Είχαν ενημερωθεί για αυτή την απόφαση ο υπουργός Υγείας και η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας;» αναρωτιέται ο ΙΣΑ.
Επιπλέον, ο μεγαλύτερος ιατρικός σύλλογος της χώρας επανέρχεται στο ζήτημα της περιβαλλοντικής ρύπανσης και των επιπτώσεων στη δημόσια υγεία. Στο πλαίσιο αυτό, ρωτά εάν έχουν γίνει μετρήσεις στον αέρα για την αιθαλομίχλη και τον καπνό αλλά και δειγματοληψίες νερού, απαιτώντας παράλληλα να δοθούν τα στοιχεία στη δημοσιότητα.