Η επιλογή των νέων υπουργών και υφυπουργών που έκανε ο πρωθυπουργός δεν είναι απλά αυτό που λέει ο λαός «ώδινεν όρος κι έτεκεν μυν». Είναι η πλήρης επιβεβαίωση της πολιτικής χρεοκοπίας του ΣΥΡΙΖΑ και της απέλπιδας προσπάθειας να πιαστεί από τα δεξιά αλλά με επιλογές θλιβερές.
Κάποτε ο Ανδρέας Παπανδρέου ή ακόμη και ο Κώστας Σημίτης, όταν ήθελαν να κάνουν ανοίγματα, έβρισκαν εμβληματικές προσωπικότητες από τα δεξιά ή τα αριστερά τους για να τις εντάξουν στις κυβερνήσεις τους. Έβρισκαν πολιτικούς ή ανθρώπους των γραμμάτων, των τεχνών, της επιστήμης που μπορούσαν να συνθέσουν, να ενώσουν και κυρίως να εμπνεύσουν. Άλλοι απέτυχαν, άλλοι πέτυχαν και μνημονεύονται μέχρι σήμερα.
Αυτό που προσπάθησε ο Αλέξης Τσίπρας να κάνει με τον ανασχηματισμό μοιάζει περισσότερο με τον «επιθανάτιο ρόγχο» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ που αποδέχεται την επερχόμενη συντριβή του και απλά μετράει ημέρες.
Άτολμος για ακόμη μια φορά, όμηρος του Πάνου Καμμένου και των Ανεξάρτητων Ελλήνων και κυρίως αδύναμος να αλλάξει τη μοίρα του. Ο πρωθυπουργός κοίταξε στα αριστερά του και είδε ότι τον έχουν εγκαταλείψει όλοι όσοι θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν να δώσει ένα νέο «προοδευτικό πρόσημο» στην κυβέρνησή του.
Κοίταξε στο κέντρο και στα δεξιά του και διαπίστωσε ότι ο «πάγκος» είναι άδειος και περιορίζεται σε εφεδρείες τύπου… Μαριλίζας Ξενογιαννακοπούλου, Μυρσίνης Ζορμπά, Κατερίνας Παπακώστα και Μαρίνας Χρυσοβελώνη. Λύσεις δοκιμασμένες και πολλαπλώς αποτυχημένες που καμιά σχέση με τη διεύρυνση που ευαγγελιζόταν ο κ. Τσίπρας δεν έχουν.
Το νέο κυβερνητικό σχήμα πάσχει και «μπάζει από παντού».
Κατ’ αρχάς ακόμη και το «δεξιό πρόσημο» που μπορεί κανείς να διαπιστώσει μοιάζει αποτυχημένο διότι πρόκειται επίσης για μια δεξιά στροφή που θα αποτύχει από την αρχή. Δεν δίνει καμιά αίσθηση στους πολίτες ότι σχηματίζεται μια ευρεία πλειοψηφία κεντροαριστερών δυνάμεων που μάλιστα έχουν τη δυνατότητα να «κλέβουν» στελέχη και από τα δεξιά και να εμφανίζουν μια νέα ηγετική δύναμη στο πολιτικό προσκήνιο.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπόρεσε ούτε καν να κινητοποιήσει κρυφές ή φανερές εφεδρείες με τις οποίες θα έδειχνε ότι μπαίνει δυνατά στη διεκδίκηση μιας ακόμη τετραετίας, όποτε κι αν γίνουν οι εκλογές. Δεν πρόκειται καν για μια συμπαγής κυβέρνηση που μπορεί να υπηρετήσει το τελευταίο χαρτί του πρωθυπουργού και της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για επανάκαμψη, για να σταματήσει η κατρακύλα. Ήταν ένας ακόμη ανασχηματισμός πολιτικών διευθετήσεων, «ρουσφετιών» και ισορροπιών τρόμου ανάμεσα σε ένα διαλυμένο κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, σε έναν πολιτικό «εκβιαστή» όπως οι ΑΝΕΛ και σε ξοφλημένους πολιτικούς που περιφέρονται από έναν χώρο σε έναν άλλον ξεχνώντας τι έλεγαν κατά του Τσίπρα και του Καμμένου και κυρίως πώς αντιδρούσαν στις ακραίες πολιτικές που επέλεξε ο πρωθυπουργός αυτά τα 3,5 χρόνια.
Αν όλο αυτό το «νταβαντούρι» τόσων εβδομάδων έγινε για τα… μάτια της Νοτοπούλου σε ένα ανύπαρκτο υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης που υπάρχει μόνο για ψηφοθηρικούς λόγους, τότε αποδεικνύεται η απελπισία του πρωθυπουργού. Θα μπορούσε η κ. Νοτοπούλου να βάλει υποψηφιότητα για βουλευτής και χωρίς το απαραίτητο πολιτικό σπρώξιμο μέσω της αναβάθμισης της.
Αν ο ανασχηματισμός έγινε για να μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να λέει ότι έκανε διεύρυνση προς το Κέντρο «κλέβοντας» την κ. Ξενογιαννακοπούλου τότε η πολιτική επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά. Η απελπιστική κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο αποκαλούμενος «ηγέτης της νέας Σοσιαλδημοκρατίας» είναι περισσότερο φανερή από ποτέ.
Αν πάλι άλλαξε το κυβερνητικό σχήμα για να κλέψει ο Τσίπρας από το χώρο της Δεξιάς την Κατερίνα Παπακώστα τότε είναι επίσημη παραδοχή της επερχόμενης ήττας.
Ίσως τα πιο σημαντικά σημεία του ανασχηματισμού να είναι δύο. Το πρώτο είναι ότι ο πρωθυπουργός υπέκυψε στους «βαρόνους» της κυβέρνησης που έβαλαν βέτο και δεν το κουνάνε από τα υπουργεία τους. Δηλαδή Κοτζιά, Καμμένο, Τσακαλώτο, Σταθάκη, Δραγασάκη κ.λπ.
Το δεύτερο είναι η απομάκρυνση του Κουρουμπλή από υπουργικό θώκο και η υποβάθμισή του σε κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο. Έφυγε βεβαίως ένας πρώην ΠΑΣΟΚ για να έρθει ένας άλλος ΠΑΣΟΚ, δηλαδή η κ. Ξενογιαννακοπούλου.
Σημαντική και η αποχώρηση του Σταύρου Κοντονή και η αντικατάστασή του με τον κ. Καλογήρου, άνθρωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του κ. Τσίπρα. Θα έχει ενδιαφέρον για τις επερχόμενες δικαστικές εξελίξεις και πώς αυτές θα αντιμετωπιστούν από την κυβέρνηση μιας και πρόκειται για μια ξεκάθαρη «εισπήδηση» του Μέγαρου Μαξίμου στο χώρο της Δικαιοσύνης.