Ο απερχόμενος Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα δήλωσε ότι η ηγέτιδα της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Κι θα έπρεπε να έχει παραιτηθεί εξαιτίας της βίαιης εκστρατείας του στρατού εναντίον της μουσουλμανικής μειονότητας των Ροχίνγκια.
Ο Ζέιντ Ράαντ αλ Χουσέιν επεσήμανε σε συνέντευξή του στο BBC ότι οι δικαιολογίες της βραβευμένης με Νόμπελ Ειρήνης Σου Κι είναι «βαθιά λυπηρές».
Τα σχόλια του Χουσέιν έγιναν αφότου δόθηκε στη δημοσιότητα έκθεση του ΟΗΕ στην οποία καταγγέλλεται ότι οι στρατιωτικοί αξιωματούχοι της Μιανμάρ θα πρέπει να διωχθούν για ενδεχόμενη γενοκτονία εναντίον των Ροχίνγκια. Παράλληλα οι συντάκτες της έκθεσης κατηγορούν τη Σου Κι ότι δεν μπόρεσε να αποτρέψει τη βία.
Από την πλευρά της η Μιανμάρ απορρίπτει την έκθεση, τονίζοντας ότι δεν ανέχεται τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
«Ήταν σε θέση να κάνει κάτι», τόνισε ο Χουσέιν. «Θα μπορούσε να παραμείνει σιωπηλή, ή ακόμη καλύτερα, θα μπορούσε να έχει παραιτηθεί».
«Δεν υπήρχε λόγος να γίνει η εκπρόσωπος Τύπου του βιρμανικού στρατού. Δεν χρειαζόταν να πει ότι πρόκειται για ένα παγόβουνο παραπληροφόρησης», πρόσθεσε.
Αν και η Σου Κι είναι γνωστό ότι δεν ελέγχει τον στρατό της Μιανμάρ έχει έρθει αντιμέτωπη με διεθνή πίεση να καταδικάσει τις βιαιότητες που διέπραξε εναντίον των Ροχίνγκια.
Στο μεταξύ μια οργάνωση προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατήγγειλε ότι η κυβέρνηση της Μιανμάρ εμποδίζει συστηματικά την παροχή βοήθειας στους αμάχους που έχουν εκτοπιστεί εξαιτίας του πολέμου στην πολιτεία Καχίν αφότου κατέρρευσε η εκεχειρία το 2011.
Η κυβέρνηση επέβαλε σκοπίμως περιορισμούς στην πρόσβαση σε τρόφιμα, στο υγειονομικό σύστημα, σε καταλύματα, σε νερό και εγκαταστάσεις υγιεινής στα 106.000 μέλη της μειονότητας των Καχίν που έχουν εκτοπιστεί από τις συγκρούσεις, επεσήμανε η οργάνωση Fortify Rights με έδρα τη Μπανγκόκ.
Την περσινή χρονιά η Μιανμάρ ενέκρινε μόνο το 5% των 562 αιτήσεων που υπέβαλαν οργανώσεις αρωγής για να παράσχουν βοήθεια στους εκτοπισμένους, πρόσθεσε η Fortify Rights.