Στο κενό φαίνεται πως πέφτουν οι κυβερνητικές εξαγγελίες για αποσυμφόρηση του hotspot στη Λέσβο, με τους εργαζομένους στο Κέντρο Ταυτοποίησης και Υποδοχής και την Περιφέρεια να περιγράφουν τη δραματική κατάσταση που επικρατεί.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ έχει κάνει επανειλημμένες ενημερώσεις και εκκλήσεις να μεταφερθούν άνθρωποι στα ηπειρωτικά και περιγράφει μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης, με ανθρώπους να έχουν λυγίσει σωματικά και ψυχολογικά από τις συνθήκες της ταλαιπωρίας τους. Από την πλευρά του, ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρης Βίτσας, αρκείται απλά στην παραδοχή πως η κατάσταση είναι οριακή, χωρίς να προσφέρει κάποια απτή λύση.
Στο πλαίσιο αυτό, οι εργαζόμενοι γνωστοποιούν την πολύ άσχημη έως εκρηκτική κατάσταση που διαμορφώνεται στο ΚΥΤ όσον αφορά τόσο τις συνθήκες εργασίας όσο και τις συνθήκες διαβίωσης των φιλοξενούμενων, ενώ καταγγέλλουν πως οι επανειλημμένες εκκλήσεις προς την κυβέρνηση δεν έχουν εισακουστεί.
Σύμφωνα με ανακοίνωσή τους, ο αριθμός των μεταναστών που φιλοξενούνται εκεί υπερβαίνει τους 8.500, τη στιγμή που οι εγκαταστάσεις πληρούν τις προδιαγραφές για μόλις 3.500 άτομα.
«Το γεγονός αυτό πιέζει ασφυκτικά και οδηγεί στα όρια της κατάρρευσης όλες τις υποδομές φιλοξενίας» αναφέρουν, ανακοινώνοντας κλιμάκωση των αντιδράσεών τους με αποχή από την υπερωριακή εργασία το Σαββατοκύριακο και τρίωρη στάση εργασίας τη Δευτέρα με συγκέντρωση διαμαρτυρίας στην είσοδο του ΚΥΤ Λέσβου.
Ταυτόχρονα, η περιφερειάρχης Βορείου Αιγαίου, Χριστιάνα Καλογήρου, χαρακτηρίζει δραματική την κατάσταση που βιώνει το νησί. Μιλώντας στον ΣΚΑΙ η κ. Καλογήρου, ανέφερε ότι υπάρχει μεγάλη αύξηση στις αφίξεις μεταναστών σε σχέση με το προηγούμενο χρονικό διάστημα που αγγίζουν το 50% και αυτή τη στιγμή στη Λέσβο φιλοξενούνται 8.352 μετανάστες σε δομές που μπορούν να φιλοξενήσουν μόλις 3.500.
Πρόσθεσε δε, ότι στο βόρειο Αιγαίο φιλοξενούνται συνολικά 17.000 μετανάστες σε δομές χωρητικότητας 5.500 ανθρώπων, επισημαίνοντας την ανάγκη για άμεση αποσυμφόρηση των νησιών, καθώς έχουν επιβαρυνθεί ιδιαιτέρως τόσο από ανθρωπιστικής άποψης όσο και στο θέμα της τοπικής οικονομίας και κοινωνίας.
Κατήγγειλε μάλιστα, ότι οι επανειλημμένες εκκλήσεις της δεν έχουν εισακουστεί από την κυβέρνηση, προσθέτοντας ότι δεν αρκούν οι καλές προθέσεις για να αποσυμφορηθεί το βόρειο Αιγαίο.
Η ανακοίνωση των εργαζομένων:
«Η Περιφερειακή Επιτροπή Εργαζομένων του ΚΥΤ Λέσβου στη Γενική Συνέλευσή της, σήμερα Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου 2018 με θέμα την έκρυθμη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στο ΚΥΤ Λέσβου λόγω των συνεχώς αυξανόμενων ροών αποφάσισε ομόφωνα την αποχή από την υπερωριακή εργασία το τρέχον Σαββατοκύριακο και τρίωρη στάση εργασίας για τη Δευτέρα 10/09/2018 από τις 09:00 ως τις 12:00 με συγκέντρωση – διαμαρτυρία στην είσοδο του ΚΥΤ Λέσβου.
Οι εργαζόμενοι/ες στο ΚΥΤ Λέσβου αισθάνονται την ανάγκη να απευθυνθούν δημόσια, στους πολίτες της Λέσβου αλλά και ευρύτερα, για να γνωστοποιήσουν την πολύ άσχημη έως εκρηκτική κατάσταση που διαμορφώνεται στο ΚΥΤ όσον αφορά τόσο τις συνθήκες εργασίας μας όσο και τις συνθήκες διαβίωσης των φιλοξενούμενων.
Η βασική αιτία είναι ότι ο αριθμός των φιλοξενουμένων αυξάνεται διαρκώς, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή να αγγίζει τις 8.500 ενώ η δυνατότητα φιλοξενίας δεν υπερβαίνει κατ’ ανώτατο όριο τις 3.500! Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται και από το 18.1/9549 έγγραφο της διοίκησης της 27ης Ιουλίου 2018 με το οποίο ζητείται να αποτυπωθούν οι 3.100 κουκέτες διαμονής. Για να έχουμε ένα μέτρο της ασφυκτικής κατάστασης που έχει δημιουργηθεί, υπολογίζεται ότι αυτή τη στιγμή η πυκνότητα του φιλοξενούμενου πληθυσμού είναι πάνω από 2 άτομα ανά τετραγωνικό μέτρο!
Το γεγονός αυτό πιέζει ασφυκτικά και οδηγεί στα όρια της κατάρρευσης όλες τις υποδομές φιλοξενίας:
Σε αντίθεση με τον διαρκώς αυξανόμενο αριθμό των φιλοξενουμένων, το ιατρικό κλιμάκιο του ΚΕΕΛΠΝΟ έχει αποδυναμωθεί και, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές του, τα ραντεβού για την ιατρική καταγραφή των εξυπηρετούμενων φτάνουν ήδη στα τέλη Δεκεμβρίου.
Το πρόβλημα της αποχέτευσης έχει οξυνθεί, τα λύματα εξακολουθούν να ξεχειλίζουν στην είσοδο του Camp. Έτσι, οι φιλοξενούμενοι στο camp ζουν πάνω στα λύματα, οι εργαζόμενοι στα γραφεία εισέρχονται στο χώρο εργασίας πατώντας μέσα σε αυτά, οι δε εργαζόμενοι στην είσοδο υπομένουν τη δυσοσμία των λυμάτων καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασίας τους.
Ο διοικητής του Camp διατείνεται ότι έχει κάνει εδώ και καιρό όλες τις απαραίτητες ενέργειες ώστε να πραγματοποιηθεί τεχνικό έργο αποχέτευσης, το οποίο θα λύσει το πρόβλημα. Γιατί λοιπόν τόσο μεγάλη ολιγωρία ως προς την εκτέλεση του έργου; Γιατί να σπαταλούνται τόσα χρήματα σε εταιρείες εκκένωσης βόθρων, αφού η απόσβεση του απαιτούμενου έργου προβλέπεται ότι θα είναι ταχύτατη; Σε τι εξυπηρετεί να αναγκάζονται οι φιλοξενούμενοι να ζουν και οι εργαζόμενοι να δουλεύουν σε τέτοιες τραγικές συνθήκες;
Στις συνθήκες αυτές, ο κίνδυνος κάθε είδους επιδημιών είναι εξαιρετικά μεγάλος. Για παράδειγμα, το τελευταίο διάστημα 16 άτομα έχουν χάσει τη ζωή τους στην επικράτεια της χώρας από τον ιό του Δυτικού Νείλου.Τι ενέργειες έχει κάνει η υπηρεσία για να προφυλάξει τους φιλοξενούμενους και τους εργαζόμενους στο ΚΥΤ Λέσβου από μια τέτοια απειλή; Έχει προβλεφθεί να γίνει κάποιος ειδικός ψεκασμός; Πότε θα ενεργοποιηθεί η υπηρεσία, όταν ξεσπάσει κάποια επιδημία; Οι καθησυχαστικές κορόνες των ιθυνόντων είναι σε πλήρη αντίθεση με την επικινδυνότητα της κατάστασης.
Πέρα από τα ζητήματα υγείας, είναι προφανές ότι με τέτοια πυκνότητα πληθυσμού φιλοξενουμένων έχουν φτάσει στα όριά τους (αν δεν τα έχουν ήδη ξεπεράσει) όλες οι υποδομές: σίτιση, καθαριότητα κ.λπ.
Η κατάσταση αυτή έχει τις εξής βασικές συνέπειες:
Οι εργαζόμενοι εργάζονται σε άθλιες συνθήκες: υγιεινής, ασφάλειας, διαρκούς και έντονου ψυχικού στρες.
Οι συνθήκες ζωής των φιλοξενουμένων είναι τραγικές, απαράδεκτες και προσβλητικές για ευρωπαϊκή χώρα. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί πλέον να αποκρυφτεί και είναι αναπόφευκτο να γίνεται αντικείμενο δημοσιευμάτων που προκαλούν σοκ στην ελληνική και τη διεθνή κοινή γνώμη (ανεξάρτητα αν σε αυτά υπάρχουν στοιχεία διόγκωσης ή ανακρίβειες).
Έχοντας ήδη οδυνηρές εμπειρίες πολέμου, απώλειας προσφιλών προσώπων και ενός μακρού και επικίνδυνου ταξιδιού, και αντιμετωπίζοντας επιπλέον τέτοιες τραγικές συνθήκες φιλοξενίας στο Camp, οι φιλοξενούμενοι γίνονται αναπόφευκτα επιρρεπείς σε ψυχικά νοσήματα και παραβατικές συμπεριφορές. Αρκετές φορές έχουν στραφεί απειλητικά ενάντια στους υπαλλήλους του Camp (για παράδειγμα, δεν είναι λίγες οι φορές που οι υπάλληλοι της υπηρεσίας έχουν βρει τα αυτοκίνητά τους βανδαλισμένα).
Η αστυνομική δύναμη (που αριθμητικά είναι η ίδια με την εποχή που το ΚΥΤ Λέσβου φιλοξενούσε μόνο 2.500)δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα ασφάλειας των εργαζομένωνκαι των φιλοξενούμενων, ιδιαίτερα μάλιστα καθώς ο αριθμός των φιλοξενουμένων έχει προ πολλού ξεπεράσει κάθε διαχειρίσιμο όριο και οι συνθήκες διαβίωσης είναι τραγικές. Ως εργαζόμενοι, αλλά και με βάση την κοινή λογική, θεωρούμε ότι η λύση είναι η δραστική μείωση του πληθυσμού των φιλοξενούμενων κι όχι η αύξηση του αριθμού της αστυνομικής δύναμης, αλλά σε κάθε περίπτωση, καθώς η κατάσταση έχει εκτραχυνθεί, δεν μπορεί να μη γίνεται τίποτε από τα δύο. Αλήθεια, μπορεί να εγγυηθεί κάποιος την ασφάλεια των επισκεπτών (δημοσιογράφων, αντιπροσωπειών ξένων χωρών κ.τ.λ.)που κατά καιρούς ζητούν άδεια εισόδου στο ΚΥΤ;Γιατί δεν γίνεται επικαιροποίηση και αναπροσαρμογή του σχεδιασμού που έχει κάνει το αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας για τη διάθεση αποσπασμένων αστυνομικών στα ανά την επικράτεια ΚΥΤ, ώστε να ενισχυθεί η αστυνομική δύναμη του ΚΥΤ Λέσβου που είναι αριθμητικά ίδια ή και μικρότερη από άλλα ΚΥΤ που εξυπηρετούνλιγότερους φιλοξενουμένους;
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, γνωστοποιούμε και προειδοποιούμε ότι:
Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε σε τέτοιες συνθήκες εξοντωτικής πίεσης και ανασφάλειας, αλλά και κατάρρευσης των υποδομών φιλοξενίας.
Η κατάσταση είναι οριακή και εγκυμονεί σαφώς κινδύνους -και μάλιστα άμεσους- κάθε λογής «εκρήξεων»: από επιδημίες, νέους θανάτους σε περίπτωση πολύ αντίξοων καιρικών συνθηκών, αυτοκτονίες, εξεγέρσεις ή και ανεξέλεγκτες παραβατικές συμπεριφορές των φιλοξενουμένων καθώς αυτοί πιέζονται πέρα από τα όρια των αντοχών τους.
Η λύση είναι μόνο μία: η αποσυμφόρηση του ΚΥΤ Μόριας, που, όπως λέει και ο τίτλος του, είναι καμπ υποδοχής και ταυτοποίησης και όχι μακροχρόνιας φιλοξενίας και μάλιστα αριθμού ήδη τριπλάσιου από αυτόν που προβλέπουν οι προδιαγραφές του καμπ. Η ευθύνη μας απέναντι τόσο στους φιλοξενούμενους στο καμπ όσο και απέναντι στο Δημόσιο, αλλά και η εργασιακή και κοινωνική μας ευαισθησία, δεν μας επιτρέπουν ούτε να σιωπούμε ούτε να ανεχόμαστε άλλο αυτή την κατάσταση».