Στον δεκαπενταπλασιασμό του σημερινού δυναμικού της σε Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), που μεταφράζεται σε περισσότερα απο 2GW έως το 2030, στοχεύει η ΔΕΗ, η οποία σήμερα έχει θέσει ως κεντρικό στρατηγικό στόχο τη ραγδαία ανάπτυξή τους, στο πλαίσιο και της προσπάθειας για μείωση του ενεργειακού κόστους, όπως επισήμανε την Παρασκευή, από τη Θεσσαλονίκη, ο προεδρος της εταιρίας, Εμμανουήλ Παναγιωτάκης, μιλώντας από το βήμα του Southeast Europe Energy Forum, στο πλαίσιο της 83ης ΔΕΘ.
Η ΔΕΗ, εξήγησε, θέτει τον στόχο αυτό ως ατμομηχανή της ανάπτυξής της, όπως τα προηγούμενα χρόνια ήταν η ανέγερση των συμβατικών σταθμών παραγωγής και η κατασκευή των δικτύων μεταφοράς και διανομής. Κατά τον κ. Παναγιωτάκη, ο έλεγχος του ενεργειακού κόστους (σ.σ μέσω της ανάπτυξης ορισμένων μορφών ΑΠΕ, αλλά και της στήριξης της εγχώριας λιγνιτικής παραγωγής και της πολλαπλότητας των πηγών φυςικου αερίου) αποτελεί πρόκληση θεμελιώδους σημασίας για την Ελλάδα.
«Είναι όρος για την ανάπτυξη, το ξεπέρασμα της κρίσης, τη μείωση της ανεργίας, η αύξηση της συμμετοχής της βιομηχανίας στο ΑΕΠ, από το 9% που είναι σήμερα στο 12% που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός πρόσφατα, έναντι 15% του κοινοτικού μέσου όρου. Αυτό μόνο με συγκράτηση, αν όχι μείωση του ενεργειακού κόστους, μπορεί να πραγματοποιηθεί. Προϋπόθεση για αυτό, σε ό,τι αφορά στην παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας, είναι η στήριξη της εγχώριας λιγνιτικής παραγωγής, σε συνδυασμό με την πολλαπλότητα των πηγών προμήθειας Φυσικού Αερίου. Έτσι, αποκτά ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα η έλευση του LNG και από τις ΗΠΑ. Πέραν αυτών, σημαντικός παράγοντας, με διαρκώς μεγαλύτερη θετική επίπτωση και στη συγκράτηση του ενεργειακού κόστους, είναι η ανάπτυξη ορισμένων μορφών ΑΠΕ, και ειδικότερα αυτών που η χώρα μας έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, όπως τα φωτοβολταϊκά» σημείωσε ο κ.Παναγιωτάκης.
Ενδεικτικά ανέφερε ότι στην πρόσφατη σχετική δημοπρασία της ΡΑΕ, οι τιμές που προσφέρθηκαν ήταν παραπλήσιες με την οριακή τιμή του συστήματος. Και η τάση είναι ως γνωστό για περαιτέρω μείωση σε συνάρτηση με τη συνεχιζόμενη μείωση του κόστους κατασκευής και την πρόοδο της τεχνολογίας. Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, η ΔΕΗ έχει θέσει – όπως προαναφέρθηκε – ως κεντρικό στρατηγικό της στόχο τη ραγδαία ανάπτυξη των ΑΠΕ.
Στο μεταξύ, κατά τον κ.Παναγιωτάκη, η ανάπτυξη των υποδομών των δικτύων μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας δεν είναι απλά πρόκληση αλλά αδήριτη ανάγκη. Σε ό,τι αφορά στη μεταφορά, γνωστοποίησε, έχουν προγραμματιστεί η διπλή διασύνδεση της Κρήτης και η ολοκλήρωση της διασύνδεσης των Κυκλάδων με καλώδια 150 KV. Έργα που αναμένεται να ολοκληρωθούν τα επόμενα πέντε- επτά χρόνια. «Έτσι θα μειωθούν δραστικά η παραγωγή και η εξάρτηση από το πετρέλαιο και παράλληλα θα δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την αξιοποίηση του πλούσιου αιολικού δυναμικού των νησιών και των αξιόλογων γεωθερμικών πεδίων» σημείωσε.
Οι διασυνδέσεις με τις γειτονικές χώρες, Ιταλία, Βαλκάνια, Τουρκία, πρόσθεσε, παρά την πρόοδο των τελευταίων δύο δεκαετιών χρειάζονται περαιτέρω ενίσχυση. «Τα υφιστάμενα 1800MW περίπου, στα οποία τα επόμενα χρόνια θα προστεθούν σύμφωνα με το πρόγραμμα άλλα 400MW προς Βουλγαρία, δεν είναι αρκετά για πλήρη πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά. Αυτό επιτείνεται από τις ανεπαρκείς διασυνδέσεις μεταξύ και των άλλων χωρών της Βαλκανικής και των συνδέσεών τους με το υπόλοιπο Ευρωπαϊκό Σύστημα. Θα λέγαμε ότι δεν είναι αρκετές και για να λειτουργήσει με πληρότητα η περιφερειακή αγορά Βαλκανίων – Ιταλίας, παρέχοντας όλα τα πλεονεκτήματα του ανταγωνισμού όπως έχει καθοριστεί από την Ε.Ε. στην προοπτική της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ενοποίησης. Άρα χρειάζονται επενδύσεις Ωστόσο, η μεγαλύτερη πρόκληση αφορά στα Δίκτυα Διανομής. Την τελευταία 10ετία οι επενδύσεις, χωρίς τις συμμετοχές των καταναλωτών, προσεγγίζουν τα 2 δισ. Αυτές αφορούν στη συντριπτική τους πλειοψηφία σε έργα επεκτάσεων και ενισχύσεων. Στα έργα τηλεποπτείας και τηλεχειρισμών, ψηφιοποίησης, μετάδοσης δεδομένων, τηλεμέτρησης υπάρχει μεγάλη υστέρηση. Η κατάσταση αυτή, αποτέλεσμα εσφαλμένων πολιτικών, αδικεί τόσο τις τεχνικές δυνατότητες της ΔΕΗ και του ΔΕΔΔΗΕ, όσο και το αναμφισβήτητα υψηλού επιπέδου πιστημονικό δυναμικό της χώρας. Δυναμικό, που διαπρέπει κατά κανόνα στις προηγμένες χώρες της Ε.Ε. και στις ΗΠΑ. Εδώ εντοπίζεται η πρόκληση και βέβαια δείχνει πού πρέπει να κατευθυνθούν οι επενδύσεις» υπογράμμισε.