Έξι εκατομμύρια παιδιά παγκοσμίως πέθαναν πέρυσι από ασθένειες που θα μπορούσαν να προληφθούν και από επιπλοκές, σχεδόν τα μισά σε σχέση με το 2000 όταν οι χώρες υιοθέτησαν τους στόχους για τον τερματισμό της ακραίας φτώχειας, ανακοίνωσαν σήμερα τα Ηνωμένα Έθνη.
Οι παγκόσμιοι ηγέτες υιοθέτησαν το 2000 τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών, μια χρονιά κατά την οποία 11,2 εκατομμύρια παιδιά κάτω των 15 ετών πέθαναν από ασθένειες που θα μπορούσαν να προληφθούν, από την έλλειψη πόσιμου νερού, από υποσιτισμό ή κατά τη διάρκεια της γέννας.
Ο αριθμός αυτός μειώθηκε στα 6,3 εκατομμύρια το 2017–δηλαδή ένα παιδί πέθαινε κάθε πέντε δευτερόλεπτα–σύμφωνα με την υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών για τα παιδιά, την UNICEF, η οποία δημοσιοποίησε σήμερα την έκθεσή της μαζί με άλλους οργανισμούς και την Παγκόσμια Τράπεζα.
“Εκατομμύρια βρέφη και παιδιά δεν θα έπρεπε να εξακολουθούν να πεθαίνουν κάθε χρόνο λόγω της έλλειψης πρόσβασης στο νερό, σε εγκαταστάσεις υγιεινής, σε σωστή διατροφή ή σε βασικές υπηρεσίες υγείας”, δήλωσε η δρ Σιμελέλα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Οι περισσότεροι θάνατοι τον περασμένο χρόνο–5,4 εκατομμύρια–αφορούσαν παιδιά κάτω των πέντε ετών, σύμφωνα με την έκθεση, η οποία διαπίστωσε ακόμη ότι τα βρέφη που γεννήθηκαν σε χώρες της υποσαχάριας Αφρικής ή της Νότιας Ασίας είχαν εννέα φορές περισσότερες πιθανότητες να πεθάνουν σε σχέση με εκείνα που γεννήθηκαν σε πλουσιότερες χώρες.
Ο αριθμός αυτός έχει μειωθεί “δραματικά” από το 1990, όταν 12,6 εκατομμύρια παιδιά κάτω των πέντε ετών πέθαναν σε ολόκληρο τον κόσμο από αιτίες που μπορούν να προληφθούν, σύμφωνα με την έκθεση.
“Έχουμε σημειώσει σημαντική πρόοδο σώζοντας παιδικές ζωές από το 1990, αλλά εκατομμύρια παιδιά εξακολουθούν να πεθαίνουν εξαιτίας της καταγωγής τους και του τόπου γέννησής τους”, δήλωσε ο Λόρενς Τσάντι, ο διευθυντής δεδομένων και έρευνας για την UNICEF.
“Με απλές λύσεις όπως φάρμακα, πόσιμο νερό, ηλεκτροδότηση και εμβόλια, μπορούμε να αλλάξουμε αυτή την πραγματικότητα για κάθε παιδί “, ανέφερε ο ίδιος σε ανακοίνωσή του.
Τα Ηνωμένα Έθνη το 2015 αντικατέστησαν τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας με τους 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης, που έθεσαν ως διορία το 2030 για τον τερματισμό της φτώχειας, την ανισότητα και άλλες παγκόσμιες κρίσεις, προωθώντας ταυτόχρονα πρωτοβουλίες όπως η βιώσιμη ενέργεια.
Ωστόσο, ο ΟΗΕ ανακοίνωσε τον περασμένο χρόνο ότι μέχρι στιγμής η πρόοδος είναι πολύ αργή για να επιτευχθούν οι στόχοι, κυρίως εξαιτίας της βίας περιλαμβανομένου του πολέμου.