Τα post punk rock συγκροτήματα εφήβων ήταν αρκετά στις αρχές της δεκαετίας του ’80, στη Νέα Υόρκη και πολλοί μαθητές λυκείου επεδίωκαν απεγνωσμένα να γίνουν οι επόμενοι Ramones. Μία από αυτές τις μπάντες, ωστόσο, είχε ντράμερ τον νεαρό Μπεν Στίλερ.
Αντλώντας έμπνευση από τον Ρόμπερτ Φριπ των King Crimson και τον Captain Beefheart, το συγκρότημα «Capital Punishment» αυτο-κυκλοφόρησε δύο πειραματικά άλμπουμ ψυχεδελικής, πειραματικής πανκ ροκ μουσικής προτού διαλυθεί και τα μέλη του ξεκινήσουν τις πανεπιστημιακές σπουδές τους.
Τα επόμενα χρόνια, ο Πίτερ Σουάν έγινε κρατικός δικαστής στην Αριζόνα, ο Πίτερ Ζούσι καθηγητής Σλαβικών Σπουδών σε Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και ο Κρις Ρέμπλινγκ σκηνοθέτης ντοκιμαντέρ.
Ο Μπεν Στίλερ έγινε σούπερ σταρ του Χόλιγουντ.
Πριν απ’ όλα αυτά, πέρασαν τα καλύτερα χρόνια της νιότης τους ηχογραφώντας σε στούντιο, κάνοντας παρέα με τον Τζιν Σίμονς (των Kiss) και εξερευνώντας τις ανατριχιαστικές υπόγειες σήραγγες της Νέας Υόρκης, αναφέρει δημοσίευμα του dazeddigital.com.
Οι «Capital Punishment» ιδρύθηκαν το 1977 αρχικά από τον αρχηγό του συγκροτήματος Κρις Ρέμπλινγκ και τον φίλο του Τόνι Κόνβερς. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Κόνβερς μετακόμισε στην Καλιφόρνια και εντάχθηκαν στο σχήμα ο Πίτερ Ζούσι ως κιθαρίστας, ο Μπεν Στίλερ ως ντράμερ και ο Πίτερ Σουάν στο μπάσο, όλοι 15 -16 ετών.
Η μπάντα είχε εμμονή με τον Ντέιβιντ Μπόουι και το Μπράιαν Ίνο και έκανε πρόβες κυρίως στο σχολείο, το Calhoun School, στο οποίο ενθαρρυνόταν η δημιουργικότητα.
«Ήταν ένα πειραματικό, προοδευτικό σχολείο στο Μανχάταν, στο Upper West Side. Δεν υπήρχαν τοίχοι. Κάθε όροφος ήταν ένας τεράστιος ανοιχτός χώρος και οι τάξεις ήταν χωρισμένες με ράφια με βιβλία» ανέφερε ο Ρέμπλινγκ.
Το γκρουπ δεν έπαιξε ποτέ ζωντανά, μία φορά μόνο εμφανίστηκε σε έναν διαγωνισμό ταλέντων.
Νοίκιασαν έναν χώρο για στούντιο και έσπερναν τον όλεθρο. Σύμφωνα με τον Ρέμπλινγκ ο ίδιος και ο Στίλερ «έφτιαχναν ψεύτικα σενάρια» για να ξεγελάσουν τους ανθρώπους έξω. Τα σενάρια περιελάμβαναν δημόσια μαστιγώματα, καυγάδες με ψεύτικα πυροβόλα όπλα, ψεύτικους τραυματισμούς με σκαλιστήρι πάγου, ανέφερε ο Ρέμπλινγκ. «Ήμασταν η εκδοχή του Σάσα Μπάρον Κόεν τη δεκαετία του ’80» σημείωσε.
Ένα άλλο ασυνήθιστο χόμπι τους ήταν η «αστική σπηλαιολογία», δηλαδή η εξερεύνηση σκοτεινών υπόγειων τούνελ της Νέας Υόρκης.
Στο στούντιο κυριαρχούσε ο αυτοσχεδιασμός και ο Μπεν Στίλερ ήταν ο υποκινητής. Στα τραγούδια συμμετείχαν και πολλοί άλλοι συμμαθητές. Ήταν μία κοινή προσπάθεια, ήταν η ταυτότητα της τάξης, ανέφερε ο Ζούσι.
Στις 14 Σεπτεμβρίου, η ανεξάρτητη εταιρεία Captured Tracks επανακυκλοφόρησε το πρώτο άλμπουμ των «Capital Punishment» του 1982, «Roadkill». Στη deluxe έκδοση συμπεριλαμβάνονται και δύο τραγούδια τους που ηχογραφήθηκαν το 1979 και το 1983.
Μιλώντας στο περιοδικό «Rolling Stone» τον Αύγουστο ο Μπεν Στίλερ θυμήθηκε ότι ήταν πολύ νευριασμένος όταν ηχογραφούσε τον δίσκο.
«Θυμάμαι ότι ήμουν πολύ νευριασμένος, επειδή δεν έπαιζαν καθόλου σκληρά τα ντραμς» είπε.
Σε παλαιότερη εμφάνισή του στο «Tonight Show» είχε περιγράψει τη μουσική που έπαιζαν οι Capital Punishment ως «post-punk, neo-goth, urban-experimental» και είχε αποκαλύψει ότι τον αποκαλούσαν «Ρίνγκο Σταρ της μπάντας» .