Η επιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) απέρριψε ως αβάσιμη και αόριστη την αίτηση μεγάλης δικηγορικής εταιρείας, η οποία λειτουργεί ως εισπρακτική εταιρεία, με την οποία ζητούσε να ανασταλεί η διαδικασία είσπραξης του προστίμου των 50.000 ευρώ που της έχει επιβληθεί για τις κάμερες εντός και εκτός των γραφείων της.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ_ΜΠΕ, η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, έχει επιβάλλει πρόστιμο 50.000 ευρώ στη δικηγορική-εισπρακτική εταιρεία παράνομη χρήση καμερών εγκατεστημένων στους χώρους εργασίας των γραφείων της αλλά και στον περιβάλλοντα χώρο του κτηρίου.
Η εν λόγω εταιρεία είχε καταθέσει αίτηση αναστολής (πλέον της κυρίας αίτησης ακύρωσης) υποστηρίζοντας ότι «από την επιβολή του προστίμου των 50.000 ευρώ, επέρχεται ισχυρός και ανεπανόρθωτος κλονισμός στη εταιρεία, λαμβανομένων υπόψη των δυσχερών εν γένει οικονομικών συνθηκών που επικρατούν σε ένα περιβάλλον εξόχως ανταγωνιστικό τόσο ως προς την εταιρεία όσο και στην προοδευτική συρρίκνωση της ύλης της».
Η επιτροπή Αναστολών του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 264/2018 απόφασή της (προεδρεύουσα η σύμβουλος Επικρατείας ‘Ολγα Ζύγουρα και εισηγητής ο πάρεδρος Δημήτριος Πυργάκης) απέρριψε ως αβάσιμους και αόριστους όλους τους ισχυρισμούς των αδελφών Σιούφα.
Στη δικαστική απόφαση, πάντα κατά το ΑΠΕ-ΜΠΕ, αναφέρεται ότι είναι αόριστη η επίκληση του κινδύνου οικονομικού κλονισμού, χωρίς καμία αναφορά σε συγκεκριμένα οικονομικά στοιχεία και ότι μόνη η οικονομική ζημία, ως κατ’ αρχήν επανορθώσιμη, δεν αποτελεί λόγο αναστολής εκτέλεσης της πράξης, με την οποία επιβάλλεται κύρωση, για λόγους συναπτομένους με την προστασία προσωπικών δεδομένων.
Ακόμη, υπογραμμίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, ότι δεν προκύπτει κίνδυνος πρόκλησης οικονομικού κλονισμού της αιτούσας εταιρείας από την πληρωμή του προστίμου, ενώ αναφέρουν ότι οι ισχυρισμοί των ιδιοκτητών της εταιρείας δεν είναι προδήλως βάσιμοι.