Μετά το θόρυβο που προκλήθηκε από πλήθος δημοσιευμάτων σχετικά με την ενδεχόμενη μεταβίβαση στην ΕΤΑΔ ΑΕ και άρα στο Υπερταμείο ακινήτων του δημοσίου, στα οποία περιλαμβάνονταν μνημεία και μουσεία, ήρθε η ώρα της κυβέρνησης να προσπαθήσει να απαντήσει.
Ωστόσο, νέα ερωτήματα γεννιούνται και από τις κυβερνητικές απαντήσεις και διευκρινίσεις.
Όπως έχει ήδη γίνει γνωστό, στις 18 Ιουνίου 2018 το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής πολιτικής, αποφάσισε ότι «Εξουσιοδοτείται ο Υπουργός Οικονομικών να εκδώσει τις σχετικές πράξεις και να προβεί σε κάθε αναγκαία πράξη προς μεταβίβαση στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.» (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) 10.119 ακινήτων, κυριότητας Ελληνικού Δημοσίου, συνολικού εμβαδού γης 511.357.451 τ.μ. και συνολικής δομημένης επιφάνειας 22.601 τ.μ., όπως αυτά εξειδικεύονται με Κωδικό Αριθμό Εθνικού Κτηματολογίου (ΚΑΕΚ) στο Παράρτημα Ι, το οποίο είναι συνημμένο στην παρούσα και στο υπό στοιχείο ζ γραπτό αίτημα της Ε.Ε.Σ.Υ.Π».
Η απόφαση αυτή ήρθε ύστερα από «γραπτό αίτημα της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε.» (Ε.Ε.ΣΥ.Π), με εισήγηση του εντεταλμένου συμβούλου αυτής προς τον Υπουργό Οικονομικών» στις 14 Ιουνίου και δημοσιεύτηκε σε ΦΕΚ στις 19 Ιουνίου (ΦΕΚ Β΄ 2317 / 19-06-2018).
Το συγκεκριμένο ΦΕΚ περιλαμβάνει αναλυτικά τον κατάλογο των ακινήτων, όμως με αναφορά μόνο του ΚΑΕΚ τους, χωρίς παραπέρα στοιχεία. Ήταν από την αντιστοίχηση των ΚΑΕΚ με ακίνητα που έκανε ο γενικός γραμματέας του Δήμου Χανίων που προέκυψε το θέμα, καθώς διαπιστώθηκε ότι περιλάμβαναν πλήθος μνημείων όπως τα Ενετικά Νεώρια, τμήματα των ενετικών οχυρώσεων, κτίρια Μουσείων.
Στις 19 Ιουνίου εκδόθηκε η σχετική απόφαση μεταβίβασης που την υπέγραψε ο αρμόδιος υπουργός Ευκλείδης Τσακαλώτος και η οποία αναφέρει ότι «1. Μεταβιβάζονται, κατ’ άρθρα 196 παρ. 6 και 209 του ν. 4389/2016, στην Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία «Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου Α.Ε.» (ΕΤ.Α.Δ. Α.Ε.) τα ακίνητα, τα οποία διαλαμβάνονται στην αριθμ. 86/ 18.06.2018 απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής. 2. Από τη μεταβίβαση εξαιρούνται όσα τυχόν από τα ανωτέρω ακίνητα εμπίπτουν στις εξαιρέσεις της παρ. 4 του άρθρου 196 του ν. 4389/2016 ή, γενικά, η μεταβίβαση τους είναι αντίθετη στις κείμενες διατάξεις.»
Όταν προκλήθηκε ο σχετικός θόρυβος, η κυβέρνηση απάντησε αρχικά με δήλωση του Γ.Σταθάκη και ανακοίνωση της Νομαρχιακής Επιτροπής Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ που υποστήριξαν ότι οι συγκεκριμένοι χώροι δεν μεταβιβάζονται εφόσον υπάρχουν οι εξαιρέσεις του ν. 4389/2016.
Ωστόσο, ακολούθησε νέος γύρος δημοσιευμάτων και ανακοινώσεων (πρώτα και κύρια του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων) που επέμειναν ότι υπάρχει ζήτημα και ότι δεν είναι αυτόματη ή αυτονόητη η εξαίρεση της μεταβίβασης αυτών των ακινήτων.
Η απάντηση του υπουργείου Οικονομικών
Μετά από όλα αυτά επανήλθε το ίδιο το υπουργείο Οικονομικών όπως και το υπουργείο Πολιτισμού για να δώσουν εκ νέου διευκρινίσεις.
Η ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών αναφέρει τα ακόλουθα:
«-Η υπουργική απόφαση για την μεταφορά των ακινήτων ήταν ένα από τα 88 προαπαιτούμενα της 4ης αξιολόγησης. Συγκεκριμένα στο 75ο προαπαιτούμενο αναφέρει την υποχρέωση μεταφοράς επιπλέον ακινήτων στην ΕΤΑΔ για την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης και του προγράμματος.
– Αναφορικά με την διαδικασία (όπως αναφέρει και η έκθεση συμμόρφωσης) η μεταφορά των ακινήτων γίνεται κατόπιν εισήγησης από την ΕΕΣΥΠ. Για το σκοπό αυτό η ΕΕΣΥΠ ανέλυσε τα στοιχεία ακινήτων του δημοσίου από τις διαθέσιμες βάσεις (συμπεριλαμβανομένου και του Κτηματολογίου), και υπέβαλε τη σχετική εισήγηση στο Υπουργείο Οικονομικών, βάσει της οποίας εκδόθηκε η σχετική Υπουργική Απόφαση.
– Επισημαίνεται ότι η υπουργική απόφαση δεν σημαίνει αυτομάτως την μεταφορά των ακινήτων αυτών από το δημόσιο στην ΕΤΑΔ/ΕΕΣΥΠ. Θα πρέπει να γίνουν πρώτα οι απαραίτητοι έλεγχοι για να διασφαλιστεί ποια από αυτά τα ακίνητα δεν είναι δυνατόν να μεταβιβαστούν στην ΕΤΑΔ. […]
– Θα πρέπει επίσης να είναι ξεκάθαρο ότι τόσο στο νόμο 4389/2016 όσο και στην Υπουργική Απόφαση, τα ακίνητα στα οποία γίνεται αναφορά είναι αυτά που βρίσκονται στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου με την στενή έννοια. Δεν συμπεριλαμβάνονται δηλαδή ακίνητα τα οποία τελούν νομίμως στην κυριότητα των ΟΤΑ, των ΝΠΔΔ, των ΝΠΙΔ, των ασφαλιστικών ταμείων, των ΔΕΚΟ κλπ. Προφανές δε είναι ότι δεν είναι δυνατόν να μεταβιβαστεί περιουσία ιδιωτών.»
Επίσης η ανακοίνωση επιμένει ότι «αναφορικά με τις κατηγορίες ακινήτων που δεν είναι δυνατόν να μεταβιβαστούν στην ΕΤΑΔ/ΕΕΣΥΠ αυτές είναι ξεκάθαρες τόσο στην υπουργική απόφαση του Ιουνίου όσο και στον ιδρυτικό νόμο της ΕΕΣΥΠ. Συγκεκριμένα, στην υπουργική απόφαση (ΦΕΚ 2320/Β’/19.6.2018) αναφέρονται ρητά οι προϋποθέσεις μεταφοράς ακινήτων στην ΕΤΑΔ:
“Από τη μεταβίβαση εξαιρούνται όσα τυχόν από τα ανωτέρω ακίνητα εμπίπτουν στις εξαιρέσεις της παρ. 4 του άρθρου 196 του ν. 4389/2016 ή, γενικά, η μεταβίβαση τους είναι αντίθετη στις κείμενες διατάξεις.”
Αυτές οι εξαιρέσεις είναι:
α. Αιγιαλοί, παραλίες και παρόχθιες εκτάσεις, υδρότοποι,
β. περιοχές Ramsar,
γ. περιοχές Natura,
δ. αρχαιολογικοί χώροι,
ε. αμιγώς δασικές εκτάσεις, και λοιπά πράγματα εκτός συναλλαγής. (Όπως πλατείες, πεζοδρόμια , δρόμοι, γιαλοί, λιμάνια, όρμοι, λίμνες , κλπ, καθώς και όλα τα κοινόχρηστα, δλδ όλα όσα είναι προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών)»
Σε τι δεν απαντά το υπουργείο Οικονομικών
Από την ανακοίνωση αυτή προκύπτουν τα ακόλουθα. Καταρχάς ότι έχουμε μια μνημονιακή υποχρέωση, ένα ακόμη «προαπαιτούμενο» και γι’ αυτό έσπευσε η κυβέρνηση να εκδώσει αυτή την απόφαση, ώστε να δουν οι δανειστές ότι αυξάνει η προίκα του Υπερταμείου.
Η απόφαση βγήκε ύστερα από εισήγηση της ΕΕΣΥΠ, δηλαδή του Υπερταμείου, που ανέλυσε τα στοιχεία των ακινήτων του δημοσίου από τις υπάρχουσες διαθέσιμες βάσεις δεδομένων και πρώτα και κύρια του Κτηματολογίου.
Αν η ΕΕΣΥΠ «ανέλυσε τα στοιχεία» δεν ήξερε ότι περιλαμβάνονταν και χώροι που εξαιρούνται; Και εάν ήξερε ότι υπάρχουν ακίνητα που θα εξαιρούνταν γιατί τα περιέλαβε στον κατάλογο και δεν τα αφαίρεσε εξαρχής; Με τη σειρά του, το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής όταν πήρε τον κατάλογο γιατί δεν έκανε ένα πρόχειρο ξεσκαρτάρισμα ώστε να αποφύγει μετέπειτα παρεξηγήσεις;
Για ποιο λόγο θεώρησαν ότι αρκούσε η επίκληση του ότι «θα εξαιρεθεί ό,τι είναι να εξαιρεθεί» ως εξασφάλιση έναντι τυχόν κατηγοριών ότι πάνε να εκποιήσουν ακόμη και μνημεία;
Εκτός και εάν σε πρώτη φάση τους ένοιαζε μόνο να ικανοποιήσουν τα αιτήματα των δανειστών και να δείξουν ότι μεταβιβάζουν όλη την περιουσία ανεξαιρέτως του δημοσίου στο Υπερταμείο, αφήνοντας για αργότερα τη διαπραγμάτευση για το πώς θα εξαιρεθούν κάποια μνημεία κατά τη διαδικασία ελέγχου και μεταγραφής στο υποθηκοφυλακείο και το κτηματολόγιο.
Τελικά τι εξαιρείται της μεταβίβασης;
Ας δούμε τώρα και το ζήτημα των εξαιρέσεων. Η νομοθεσία όντως εξαιρεί όσα αναφέρει η απάντηση του υπουργείου Οικονομικών. Μόνο που δεν αναφέρεται σε μνημεία αλλά σε αρχαιολογικούς χώρους. Όντως δεν μπορεί να μεταβιβαστεί ένας κηρυγμένος αρχαιολογικός χώρος.
Με τα μνημεία δεν ισχύει το ίδιο και υπάρχουν διαφορετικά καθεστώτα. Έτσι, με βάση τον αρχαιολογικό νόμο (3028/2002) τα ακίνητα μνημεία μέχρι το 1453 ανήκουν κατά κυριότητα και νομή στο δημόσιο και είναι «πράγματα εκτός συναλλαγής και ανεπίδεκτα χρησικτησίας».
Όμως για τα μετά το 1453 ακίνητα, τα πράγματα είναι διαφορετικά: δεν θεωρούνται πράγματα εκτός συναλλαγής, μπορεί να ασκείται κυριότητα σε αυτά, αλλά πρέπει να ασκείται με τήρηση της νομοθεσίας για την προστασία των μνημείων. Επομένως, εδώ δεν ισχύει ότι τίθενται αυτόματα εκτός μεταβίβασης.
Ο κάτοχος ενός νεοκλασικού σπιτιού στην Αθήνα ή ενός ενετικού κτιρίου στο Ρέθυμνο μπορεί να ασκεί κυριότητα, αλλά πρέπει να τηρεί όλα όσα προβλέπει η προστασία. Τα σπίτια αυτά παρότι μνημεία (στην περίπτωση της Αθήνας κηρυγμένο με σχετική απόφαση, στην περίπτωση του Ρεθύμνου αυτόματα ως προ του 1830) δεν είναι «πράγματα εκτός συναλλαγής».
Κατά συνέπεια δεν ισχύει πλήρως αυτό που αναφέρει η ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού ότι«τα μνημεία, τα μουσεία, οι αρχαιολογικοί χώροι, οι ιστορικοί τόποι, η πολιτιστική κληρονομιά εν γένει δεν παραχωρούνται και δεν υπάγονται σε καθεστώς συναλλαγής».
Όντως η έννοια των πραγμάτων εκτός συναλλαγής, όπως ορίζεται στο άρθρο 966 του Αστικού Κώδικα είναι διευρυμένη εφόσον εκεί αναφέρεται ότι «πράγματα εκτός συναλλαγής είναι τα κοινά σε όλους, τα κοινόχρηστα και τα προορισμένα για την εξυπηρέτηση δημόσιων, δημοτικών, κοινοτικών ή θρησκευτικών σκοπών».
Όμως, αυτό θέτει διάφορα θέματα ορισμού ως προς το εάν και υπό ποιες προϋποθέσεις ένα ακίνητο του δημοσίου μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάγεται σε αυτόν τον περιορισμό (που με μια ευρεία ερμηνεία περιλαμβάνει τα περισσότερα «δημόσια κτίρια»).
Να το πούμε απλά: δεν ισχύει ότι κάθε κτίριο που ανήκει στο δημόσιο και στεγάζει μια δημόσια υπηρεσία αυτόματα θεωρείται «πράγμα εκτός συναλλαγής».
Τα εκθέματα ενός Μουσείου προφανώς και είναι εκτός συναλλαγής (ανήκουν άλλωστε στη γενική προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς). Το κτίριο που στεγάζει το Μουσείο δεν είναι πάντα εκτός συναλλαγής.
Τέλος, το υπουργείο Πολιτισμού αναφέρει ότι η πρόβλεψη του νομοθέτη ότι ακόμη και τα ακίνητα που εξαιρούνται της μεταβίβασης παραμένουν στη διαχείριση της ΕΤΑΔ αφορούν τα ακίνητα που διαχειριζόταν η ΕΤΑΔ το 2016 και τα οποία τής μεταβιβάστηκαν τότε (δηλαδή τα παλιά τουριστικά ακίνητα, τα ολυμπιακά ακίνητα, τα ακίνητα της Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου, τα ακίνητα του ΤΑΙΠΕΔ κ.ά).
Όντως, αυτή είναι η διατύπωση του νόμου. Όμως, ενδεικτικό του πόσο προχειρογραμμένοι είναι συχνά οι νόμοι είναι το γεγονός ότι κανονικά με βάση τον 4389/2016 δεν ισχύουν για τις νέες μεταβιβάσεις, όπως αυτή που γίνεται τώρα, οι εξαιρέσεις! Γι’ αυτό και αναγκάζεται η υπουργική απόφαση να επεκτείνει την ισχύ των εξαιρέσεων και στις νέες μεταβιβάσεις.
Η κυβέρνηση πρέπει να δώσει πειστικές απαντήσεις
Από όλα τα παραπάνω προκύπτουν μεγάλα ερωτήματα στα οποία η κυβέρνηση καλείται να δώσει απαντήσεις:
Γιατί η ΕΕΣΥΠ («Υπερταμείο»), που υποτίθεται ότι επεξεργάστηκε τον κατάλογο των ακινήτων που ζήτησε να μεταβιβαστούν δεν αφαίρεσε εξαρχής τα ακίνητα που μετά θα εξαιρούνταν, εφόσον γνώριζε ότι τελικά δεν μπορούν να μεταβιβαστούν;
Πώς διαμορφώθηκε ο κατάλογος από την ΕΕΣΥΠ και στη βάση ποιων στοιχείων;
Το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής γιατί απλώς αντέγραψε τον κατάλογο της ΕΕΣΥΠ (αυτό προκύπτει από την ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών) και δεν αφαίρεσε τα ακίνητα για τα οποία ήξεραν ότι υπήρχαν λόγοι εξαίρεσης;
Οι εξαιρέσεις που τώρα δεσμεύεται η κυβέρνηση ότι είναι αυτονόητο ότι θα κάνει, ήταν εξαρχής δεδομένο ότι θα γίνονταν ή είναι αποτέλεσμα του θορύβου που προέκυψε;
Η διόγκωση του καταλόγου των ακινήτων του αρχικού ΦΕΚ (που ήταν και «προαπαιτούμενο») έγινε απλώς για να ικανοποιηθούν οι δανειστές ότι υπάρχει ένα καταρχήν μεγάλο χαρτοφυλάκιο ή υπήρχε και η σκέψη να μπουν όλα και μετά να υπάρξει «διαπραγμάτευση» ως προς το ποια θα εξαιρεθούν με ανοιχτή πιθανότητα να μείνουν στο Υπερταμείο προς «αξιοποίηση» και ακίνητα που θα έπρεπε να εξαιρεθούν;