Tα Διοικητικά Δικαστήρια των Αθηνών επισκέφθηκε την Δευτέρα ουπουργός Δικαιοσύνης, Μιχάλης Καλογήρου, ενώ συναντήθηκε με τον γενικό επίτροπο Διοικητικών Δικαστηρίων, Δημήτριο Κωστάκη και τα μέλη των τριμελών συμβουλίων διοίκησης του Διοικητικού Πρωτοδικείου και του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.Στη συνεχεία συναντήθηκε με τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών.
Η Ένωση Διοικητικών Δικαστών έθεσε υπόψη του κ. Καλογήρου όλα τα τρέχοντα ζητήματα που αφορούν τη Διοικητική Δικαιοσύνη, ενώ τού παρέδωσε εγγράφως υπόμνημα για τα αίτια των καθυστερήσεων στην απονομή της Διοικητικής Δικαιοσύνης, ενώ ζήτησε την αύξηση της χρηματοδότησης της υλικοτεχνικής υποδομής των δικαστηρίων, την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων Διοικητικών Δικαστών και δικαστικών υπαλλήλων και την επίλυση του κτηριακού προβλήματος ορισμένων δικαστηρίων και ειδικά των Διοικητικών Δικαστηρίων του Πειραιά.
Ακόμη, η Ένωση εξέφρασε την αντίθεσή της στους σχεδιασμούς συγχώνευσης/κατάργησης Διοικητικών Δικαστηρίων, όπως εξέφρασε και την αντίθεσή της για τις περικοπές των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών και ζήτησε την άμεση συμμόρφωση της κυβέρνησης στις αποφάσεις του Μισθοδικείου ως προς τους απόμαχους δικαστικούς.
Επιπλέον, η Ένωση ζήτησε από τον υπουργό Δικαιοσύνης την προώθηση στη Βουλή του νέου Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ΚΟΔΚΔΛ), τον οποίο έχει επεξεργαστεί, ήδη, η αρμόδια νομοπαρασκευαστική επιτροπή και επανέλαβε το πάγιο αίτημά της να καλείται η Ένωση πριν από την κατάθεση προτάσεων νόμου που αφορούν σημαντικά ζητήματα της Διοικητικής Δικαιοσύνης.
Η Ένωση Σύμφωνα με το υπόμνημα που παρέδωσε στον κ. Καλογήρου θεωρεί ότι το φαινόμενο της καθυστέρησης της απονομής της Δικαιοσύνης δεν είναι αμιγώς δικονομικό, αλλά έχει πρωτίστως κοινωνικά αίτια και υπογραμμίζει: «Η κοινωνική ανισότητα αναπαράγει διαρκώς νέες και όλο και πιο σύνθετες διαφορές, κατά τρόπο ώστε οι όποιες δικονομικής φύσης μεταρρυθμίσεις να μην κατατείνουν από μόνες τους στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Για παράδειγμα, η αντίφαση μεταξύ της (διαχρονικής) υπέρ-φορολόγησης της πλειοψηφίας του λαού από τη μία, και των πολλαπλών φοροαπαλλαγών που απολαμβάνουν συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων στα πλαίσια της λογικής της προσέλκυσης κεφαλαίων και επενδύσεων από την άλλη, γιγαντώνει τη δικαστική ύλη γιατί χιλιάδες φορολογούμενοι, ως εκ του ότι θεωρούν δυσανάλογη τη φορολογική επιβάρυνση που τους αναλογεί, αμφισβητούν δικαστικά τη νομιμότητα των σχετικών διοικητικών πράξεων της Φορολογικής Διοίκησης».