Αίρονται πλήρως οι περιορισμοί για την ανάληψη μετρητών και την κίνηση των κεφαλαίων εντός της χώρας, με τη νέα «χαλάρωση» των capital controls. Παράλληλα, γίνεται περαιτέρω σταδιακή άρση των περιορισμών σε ό,τι αφορά στην μεταφορά κεφαλαίων στο εξωτερικό.
Η σχετική απόφαση του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου εστάλη σήμερα για δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και σύμφωνα με αυτή τροποποιούνται οι περιορισμοί στην ανάληψη μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων που θεσπίστηκαν με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 18ης Ιουλίου 2015 (Α΄ 84), όπως ισχύει.
Ειδικότερα:
* Επιτρέπονται πλέον από την 1η Οκτωβρίου χωρίς περιορισμό οι κάθε μορφής αναλήψεις μετρητών από τα ιδρύματα στην Ελλάδα.
* Επιτρέπονται από την 1η Οκτωβρίου οι κάθε μορφής αναλήψεις μετρητών από τα ιδρύματα στο εξωτερικό έως του ποσού των 5.000 ευρώ.
* Αυξάνεται με τη δημοσίευση της απόφασης το ποσό μεταφοράς ευρώ ή ξένου νομίσματος στο εξωτερικό από 3.000 ευρώ σε 10.000 ευρώ. Συγκεκριμένα, επιτρέπεται η μεταφορά χαρτονομισμάτων σε ευρώ ή/ και σε ξένο νόμισμα ανά φυσικό πρόσωπο και ανά ταξίδι στο εξωτερικό.
* Διευκολύνονται με τη δημοσίευση της απόφασης και θα διεκπεραιώνονται απευθείας από το δίκτυο των υποκαταστημάτων οι συναλλαγές νομικών προσώπων ή επιτηδευματιών προς το εξωτερικό στο πλαίσιο των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων, μέσω της αύξησης του ποσού που μπορούν να στείλουν στο εξωτερικό, από 40.000 ευρώ σε 100.000 ευρώ, για κάθε συναλλαγή ανά πελάτη και ανά ημέρα.
*Επιτρέπεται η μεταφορά στο εξωτερικό χρηματικών ποσών που αποτελούν κέρδη και μερίσματα προερχόμενα από κεφάλαια εξωτερικού, που επενδύονται στην Ελλάδα μετά τη δημοσίευση της απόφασης, έως ποσοστού 100% του επενδεδυμένου κεφαλαίου για κάθε ημερολογιακό έτος.
Σύμφωνα με το υπουργείο, η απόφαση αυτή αποτελεί ένα ακόμη βήμα στο πλαίσιο του Οδικού Χάρτη για τη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών στην ανάληψη μετρητών και στη μεταφορά κεφαλαίων, της 15ης Μαΐου 2017. Σημειώνεται δε από το υπουργείο, ότι οι αρχές στοχεύουν στην πλήρη άρση των περιορισμών το συντομότερο δυνατόν, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη χρηματοπιστωτική και μακροοικονομική σταθερότητα.