Μια μελέτη η οποία, μόλις υλοποιηθεί, θα δημιουργήσει ένα νέο κορυφαίο τοπόσημο στη Δήλο, πήρε ομόφωνα το «πράσινο φως» από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ), που συνεδρίασε πρόσφατα. Πρόκειται για την αρχιτεκτονική προμελέτη μερικής αποκατάστασης και αναστήλωσης του Ναού του Απόλλωνα – το βασικό μνημείο του δηλιακού ιερού -, την οποία πραγματοποίησε το επιστημονικό προσωπικό της Εφορείας Αρχαιοτήτων (ΕΦΑ) Κυκλάδων.
«Είναι η πρώτη επέμβαση στο Ιερό της Δήλου και μάλιστα στο πιο σημαντικό μνημείο, που είναι ο Ναός του Απόλλωνα. Στο νησί του Απόλλωνα επιτέλους θα υπάρχει αναγνωρίσιμος ο Ναός του», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο προϊστάμενος της ΕΦΑ Κυκλάδων και μέλος του ΚΑΣ, Δημήτρης Αθανασούλης. Ο ίδιος συμπλήρωσε ότι το μνημείο «σήμερα είναι απλώς τα θεμέλια, αλλά μετά την αναστήλωση θα μπορεί κανείς να αναγνωρίσει τον Ναό του Απόλλωνα στο ιερό της Δήλου, το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό. Δημιουργούμε ένα νέο κορυφαίο τοπόσημο στο νησί», επεσήμανε.
Η αναστήλωση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την τοποθέτηση των βάσεων από 11 κίονες, την αναστήλωση ενός ολόκληρου κίονα που κείται στο έδαφος με το κιονόκρανό του, την τοποθέτηση ενός σπονδύλου κίονα στην πρόσταση του πρόναου του κυρίως ναού και δειγματική ανασύσταση του θριγκού. «Αυτή είναι η πρώτη φάση, γιατί το υλικό που υπάρχει από την αναδομή, τις κιονοστοιχίες, τον θριγκό, τα επιστήλια και από αλλού είναι πολύ μεγάλο. Σε αυτή τη φάση προχωράμε σε μια πρώτη αναστήλωση, η οποία δεν θα είναι πλήρης, αλλά αρκετά ικανοποιητική. Το μνημείο θα αποκτήσει τρίτη διάσταση, που είναι επίσης πολύ σημαντικό», τόνισε ο κ. Αθανασούλης.
Το έργο, που θα ξεκινήσει λογικά την άνοιξη, αφού πρώτα ενταχθεί στο τρέχον ΕΣΠΑ, δεν είναι το μόνο που υλοποιείται στη Δήλο. «Είναι ένα από τα υποέργα του ΕΣΠΑ. Τα άλλα είναι, μεταξύ άλλων, η αποκατάσταση της μεγαλύτερης ιδιωτικής οικίας του Διονύσου και η δημιουργία μουσειακού πυρήνα εκεί, ο σχεδιασμός διαδρομών στο ιερό, η συντήρηση και ο ευπρεπισμός των μουσειακών εκθέσεων στο Μουσείο», ανέφερε ο κ. Αθανασούλης, συμπληρώνοντας ότι η παρέμβαση εντάσσεται στο πλαίσιο «βλέπουμε την αρχαία πόλη ως πόλη». «Έχουμε μια συνολική προσέγγιση της Δήλου και κάθε επέμβαση εντάσσεται μέσα σε αυτό το γενικό σχέδιο», κατέληξε.
Η Δήλος είναι ένας από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας, εγγεγραμμένος στον κατάλογο της UNESCO με μεγάλη επισκεψιμότητα. Αποτελεί αναμφισβήτητα έναν από τους γοητευτικότερους ερειπιώνες της Μεσογείου, καθώς ολόκληρο το νησί καλύπτεται από εξαιρετικής διατήρησης κτήρια, με μοναδικά ψηφιδωτά, γλυπτά και κινητά ευρήματα που φυλάσσονται στο μουσείο της.
Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων έχει σχεδιάσει ένα πρόγραμμα ολοκληρωμένων επεμβάσεων στη Δήλο με στόχο όχι μόνο να διασωθεί η πολύτιμη κληρονομιά από την αμείλικτη φθορά του χρόνου στις ακραίες συνθήκες του Αρχιπελάγους, αλλά και να καταστεί το ιερό νησί επισκέψιμος χώρος παγκόσμιας εμβέλειας. Ορισμένες από τις επεμβάσεις αυτές έχουν ήδη εγκριθεί επί της αρχής, όπως π.χ. η αποκατάσταση του αρχαίου Θεάτρου, ενώ κάποιες άλλες είναι στη φάση της υλοποίησης, όπως η αναστήλωση της Στοάς του Φιλίππου. Οι επεμβάσεις αυτές θα συμβάλουν στον περιορισμό της φθοράς και ταυτόχρονα θα καταστήσουν τον χώρο κατανοητό και εύληπτο για τον επισκέπτη.
Ο ναός του Απόλλωνα βρίσκεται στο μέσον περίπου της δυτικής πλευράς του νησιού, στην πεδιάδα όπου αναπτύχθηκε το ιερό του Απόλλωνα της ‘Αρτεμης και της Λητούς. Χτισμένος σε φυσικό υπερυψωμένο πλάτωμα, 5μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, είναι γνωστός από τις δηλιακές επιγραφές ως Απόλλωνος ναός και ναός των Δηλίων, ο μεγαλύτερος εκ των τριών ναών-οίκων του θεού (ναός Αθηναίων, Πώρινος Οίκος), γι’ αυτό και στη βιβλιογραφία αναφέρεται ως Μέγας Ναός.
Η κατασκευή του ναού συμπίπτει σε γενικές γραμμές με την ιστορία της Δήλου. Η οικοδόμησή του έγινε σε δύο φάσεις: Ξεκίνησε γύρω στο 475-470 π.Χ. με χρήματα της Δηλιακής Συμμαχίας και αρχικά έφτασε μέχρι το ύψος της ζωφόρου. Όταν το ταμείο της Συμμαχίας μεταφέρθηκε στην Αθήνα το 454 π.Χ. οι εργασίες διακόπηκαν, ο ναός παράμεινε ημιτελής, μάλλον με μια πρόχειρη στέγη, ως την εποχή της δηλιακής ανεξαρτησίας (314 π.Χ.), οπότε οι εργασίες ξανάρχισαν για να ολοκληρωθούν πιθανότατα στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. Ο ναός του Απόλλωνα, που ανασκάφηκε στο τέλος του 19ου αι. και στις αρχές του 20ου, σώζεται σήμερα λίγο ψηλότερα από τη θεμελίωση. Σύμφωνα με τους ειδικούς της ΕΦΑ Κυκλάδων, η σκέψη για αναστήλωση του μνημείου γεννιέται αυτόματα εξαιτίας του μεγάλου αριθμού αρχιτεκτονικών μελών που έχουν διασωθεί σε συνδυασμό με τη θέση και τη σημασία του.