Η παράσταση έχει ανέβει σε περισσότερες από 40 χώρες του κόσμου κι έχει γνωρίσει την επιτυχία. Το ιδιαίτερό της στοιχείο είναι πως όλη η δράση πραγματοποιείται αποκλειστικά μέσα στην κουζίνα ενός εστιατορίου που λειτουργεί παραβολικά και δεν είναι τίποτα άλλο από μια μικρογραφία της κοινωνίας μας.
Έτσι, λοιπόν «Η κουζίνα» του Άρνολντ Βέσκερ που κάνει πρεμιέρα αύριο Τετάρτη 3 Οκτωβρίου στο θέατρο Αποθήκη (Σαρρή 40, Ψυρρή, Τηλέφωνο : 210.3253153), είναι το καλύτερο μέσο για να μιλήσει κανείς για το σήμερα.
Ο Γιώργος Νανούρης που υπογράφει τη μετάφραση, την προσαρμογή και τη σκηνοθεσία του έργου, το ανεβάζει για πρώτη φορά στην Ελλάδα κάθε εβδομάδα από Τετάρτη έως Κυριακή. Και το κάνει με ένα θίασο ο οποίος αποτελείται αποκλειστικά από έντεκα νέους-πρωτοεμφανιζόμενους ηθοποιούς.
Η «Κουζίνα» είναι ένα έργο άγρια ωμό, που διαθέτει αρκετές δόσεις χιούμορ και καταπιάνεται με θέματα που είναι πιο επίκαιρα από ποτέ όπως, η εκμετάλλευση στον εργασιακό χώρο, η καταπίεση, ο κοινωνικός ρατσισμός, οι μετανάστες αλλά και η αγάπη και τα όνειρα που τείνουν να εκλείψουν απ’ τη ζωή μας.
Καυγάδες, αγωνία, άγχος, κούραση, νεύρα, όνειρα, κρυφές επιθυμίες και ένας έρωτας που προσπαθεί να ανθίσει μέσα στην ένταση της δουλειάς που έχει μια Κουζίνα.
Ο Γιώργος Νανούρης λίγο πριν την πρεμιέρα, παίρνει τις κουτάλες του, φοράει το μαγειρικό του σκούφο και μιλάει για την παράσταση και το πώς η κουζίνα του θίγει σύγχρονα θέματα.
Πώς προέκυψε η ιδέα για την παράσταση;
Είναι ένα έργο που γνώριζα καιρό, γνωστό στους θεατρικούς κύκλους, και ψάχνοντας διάφορα κείμενα ξανάπεσε μπροστά μου.
Πώς μια συνηθισμένη κουζίνα εστιατορίου μετατρέπεται σε μια μικρογραφία της κοινωνίας;
Ο Wesker έχει βάλει ανθρώπους από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες να συνυπάρχουν στον ίδιο εργασιακό χώρο συνθέτοντας έτσι ένα παζλ από πολλές προσωπικότητες. Η ένταση και η αγωνία την ώρα της δουλειάς κάνουν τους ήρωες να εξωτερικεύσουν όσα κρύβουν στην ψυχή τους και να επικοινωνήσουν ο καθένας με τον δικό του τρόπο όσα τους απασχολούν. Ρατσισμός, μεταναστευτικό, διαφορετικότητα, bulling, εργασιακό, αλλά και ο έρωτας είναι τα θέματα που θίγονται μέσα στην Κουζίνα.
Ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένας δημιουργός όταν συστήνει ένα νέο έργο στο κοινό της χώρας; Εσείς πώς αντιμετωπίζετε την πρώτη παρουσίαση της “Κουζίνας”;
Ό,τι έχω κάνει ως τώρα είτε είναι βιβλία, είτε πρωτότυπα κείμενα, δεν έχουν ξαναπαρουσιαστεί στη σκηνή, οπότε το να παροσυσιάζω κάτι που ανεβαίνει για πρώτη φορά, όπως και τώρα με την Κουζίνα είναι μια γνωστή συνθήκη για μενα.
Ιδανικά θα ήθελα η πρώτη παρουσίαση της Κουζίνας να αγγίξει όσους τη δουν όσο τους έχουν αγγίξει και οι υπόλοιπες παραστάσεις μου.
Γιατί επιλέξατε να έχετε έναν θίασο με αποκλειστικά πρωτοεμφανιζόμενων ηθοποιών;
Υπάρχουν δεκάδες ταλαντούχοι άνθρωποι εκεί έξω που ψάχνουν μια θέση στο θέατρο. Θεωρώ αυτονόητο όταν τα πράγματα σε ευνοούν να προσπαθήσεις με τη σειρά σου για τους άλλους. Ήθελα η Κουζίνα να γίνει με ολοκαίνουριους ανθρώπους, που θα είχαν κέφι να ψάξουν, να δουλέψουν και να κουραστούν μαζί μου, έτσι φτιάχτηκε αυτή η εξαιρετική ομάδα. Κλειστήκαμε ένα ολόκληρο καλοκαίρι μέσα στο Αποθήκη και δουλέψαμε πραγματικά πολύ σκληρά. Είναι όλοι τους υπέροχοι καλλιτέχνες και εξαιρετικοί άνθρωποι, και αυτό το δεύτερο έχει μεγάλη σημασία για μενα.
Δεν είναι ρίσκο να έχετε νέους, άγνωστους πρωταγωνιστές;
Κάθε παράσταση που κάνεις είναι ένα ρίσκο έτσι κ αλλιώς, με όποιους κι να την κάνεις. Δνε υπάρχει κάτι σίγουρο για κανέναν. Το συγκεκριμμένο ρίσκο το πήραμε μαζί με τους παραγωγούς που απ την πρώτη μέρα το πίστεψαν και το στήριξαν χωρίς να προσπαθήσουν να μου επιβάλλουν κανέναν, και ελπίζω να φανούμε όλοι αντάξιοι αυτής της εμπιστοσύνης. Όλοι άλλωστε πριν γίνουν γνωστοί ήταν άγνωστοι πρώτα. Κάπως πρέπει να δωθεί χώρος και σε άλλους. Είμαι σίγουρος ότι θα μείνετε έκπληκτοι με το ταλέντο των παιδιών και ελπίζω να αρχίσουν και άλλοι συνάδελφοι μου να ψάχνουν λίγο περισσότερο για το υλικό που υπάρχει εκέι έξω.
Σ’ αυτήν την παραγωγή, δοκιμάζεστε για πρώτη φορά στην μετάφραση και την προσαρμογή του έργου. Πώς αποφασίσατε να το τολμήσετε;
Προσαρμογή ή διασκευή κάνω πάντα τα τελευταία χρόνια μιας και ανεβάζω κείμενα που δεν είναι γραμμένα για τη σκηνή και θα πρέπει να τα διασκευάζω και να τα προσαρμόσω για αυτήν, οπότε αυτό δεν είναι καινούριο για μενα. Το καινούριο εδώ είναι η μετάφραση και την έκανα μόνος αφενος γιατί είναι ένα έργο γραμμένο σε καθομιλουμένη οπότε μπορούσα να το κάνω, αφενός γιατί χρειαζόταν μεγάλη προσαρμογή μιας και μείωσα τους 28 ρόλους σε 11 και έπρεπε απ την αρχή να μπω βαθιά στη ρίζα του πρωτότυπου κειμένου για να το καταφέρω. Πήρα το ρίσκο να τα κάνω όλα μόνος, σκηνικά, φώτα, ρυθμούς, κινησιολογία, μουσική επιμέλεια, δεν είχα καν βοηθό, παρα μόνο την εξαιρετική αυτή ομάδα. Όλοι μαζί ενωμένοι ψάξαμε, πειραματιστήκαμε, δοκιμάσαμε, ανακαλύψαμε και φτιάξαμε την παράσταση μας. Παρόλο που είναι ένα πολυπρόσωπο έργο, επίσης καινούρια συνθήκη για μενα, είναι στην ουσία ένα πολύ προσωπικό πρότζεκτ, επίπονο και ψυχοφθόρο για το οποίο εργάζομαι συνολικά 6 μήνες. Στην πραγματικότητα αισθάνομαι ότι με την Κουζίνα έρχομαι αντιμέτωπος με τις δυνάμεις μου. Σαν να ήθελα να δω μέχρι που μπορώ να φτάσω.
Η “Κουζίνα” καταπιάνεται με θέματα εξαιρετικά επίκαιρα όπως ο ρατσισμός, οι μετανάστες και η εργασιακή εκμετάλλευση. Όλα αυτά Πώς τα συνδέετε με την ελληνική εκδοχή του έργου στην Ελλάδα της κρίσης;
Πιστέψτε με δε χρειάστηκε να γίνει καμιά ειδική σύνδεση από μενα, το έργο είναι απίστευτα επίκαιρο, και αυτός είναι ένας απ τους λόγους που το επέλεξα. Όταν δείτε την παράσταση και ακούσετε τα λόγια που γράφτηκαν πριν από 60 χρόνια στην Αγγλία θα νομίζετε ότι κάποιος τα έγραψε χθες στην Ελλάδα.