Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, κυβερνητικός εκπρόσωπος τα τελευταία χρόνια, γαλουχήθηκε στα κινήματα και δραστηριοποιήθηκε πέριξ των Εξαρχείων. Με καλές νομικές σπουδές, αν και δεν έχει εργασιακή εμπειρία καθώς η μόνη του δουλειά στο βιογραφικό είναι αυτή του… υπουργού Επικρατείας. Όπως διαβάζουμε στο βιογραφικό του από το 2000 μέχρι το 2004 υπήρξε ενεργό μέλος του Δικτύου Αυτόνομων Ριζοσπαστικών Αριστερών Σχημάτων. Συμμετείχε στις διαδικασίες ίδρυσης του Ελληνικού Κοινωνικού Φόρουμ και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ το 2002 στη Φλωρεντία, καθώς επίσης και στη διοργάνωση του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ στην Αθήνα το 2006.
Εκλέχτηκε γραμματέας του Κ.Σ της Νεολαίας Συνασπισμού στο 4ο Συνέδριο της Οργάνωσης το 2005 και επανεκλέχτηκε στο 5ο Συνέδριο το 2007.
Θα περίμενε κανείς από έναν νομικό και στέλεχος της Αριστεράς να είναι πιο προσεκτικός σε ζητήματα Δημοκρατίας, ελευθερίας του Τύπου αλλά και καταδίκης κάθε ολοκληρωτισμού.
Φαίνεται, όμως, ότι η εξουσία είναι γλυκιά και σε κάνει να ξεχνάς τα κινήματα και τους αγώνες για μια καλύτερη και δικαιότερη κοινωνία. Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, που τον γνωρίσαμε καλά λόγω του προκλητικού του ύφους σ’ εκείνη την τραγική συνέντευξη τύπου με τον Νίκο Τόσκα για το Μάτι, υπέπεσε σε διπλό φάουλ.
Κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης ενημέρωσης των δημοσιογράφων, αποφάσισε να μας δείξει το πραγματικό του πρόσωπο για δύο θέματα που θα έπρεπε να κάνουν την αριστερή κυβέρνηση να κοκκινίζει από ντροπή.
Η πρώτη ιστορία αφορά τη σύλληψη δια του αυτοφώρου των δημοσιογράφων του «Φιλελεύθερου» κατόπιν μήνυσης του Πάνου Καμμένου. Ο νομικός κι εκπρόσωπος τύπου της κυβέρνησης, αντί να εξηγήσει την απαράδεκτη συμπεριφορά του υπουργού Αμυνας αλλά και την γεμάτη ερωτηματικά στάση της κυβέρνησης η οποία απέρριψε την τροπολογία για κατάργηση της διαδικασίας του αυτοφώρου, προέβη σε απαράδεκτες δηλώσεις.
Δηλώσεις που δείχνουν και πώς αντιλαμβάνεται η αριστερή κυβέρνηση την ελευθερία της έκφρασης και την απρόσκοπτη λειτουργία του Τύπου.
Μιλώντας για τις συλλήψεις δημοσιογράφων αλλά και την απαράδεκτη κατάσταση που επικρατεί στο κολαστήριο της Μόριας είπε: «Έχω τοποθετηθεί και η ελληνική κυβέρνηση έχει τοποθετηθεί για τη διαδικασία του αυτοφώρου στην οποία όμως πρέπει να σχολιάσω ότι η διεύθυνση του «Φιλελεύθερου» προσπάθησε κιόλας να την προκαλέσει αρκετά».
Στη συνέχεια συμπλήρωσε ότι πιθανότατα θα υπήρχε ανάγκη για δημόσια διαβούλευση για το αν θα πρέπει ή δεν θα πρέπει «η διαδικασία του αυτοφώρου για εγκλήματα συκοφαντικής δυσφήμισης δια του Τύπου και δη που τελούνται από δημοσιογράφους να ισχύει».
Με απλά λόγια για τον δημοκράτη κ. Τζανακόπουλο η σύλληψη δεν έγινε αλλά ήταν ένα σόου που στήθηκε από τους δημοσιογράφους. Αλλά κι έτσι να ήταν πώς δικαιολογεί την πράξη εκφοβισμού από την πλευρά του Πάνου Καμμένου; Πώς δικαιολογεί το γεγονός ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι ο Τύπος αν ο κάθε υπουργός ζητά χειροπέδες ή απαιτεί εκατοντάδες χιλιάδες εξοντωτικών αποζημιώσεων που δήθεν θα μοιραστούν σε σωματεία;
Κι αντί να σκύψει το κεφάλι για την ντροπή της Μόριας είναι δυνατόν να χαρακτηρίζει απλά δύσκολη την κατάσταση κι ότι είναι συκοφαντία τα περί διαχείρισης των κοινοτικών κονδυλίων όταν όλη η Ευρώπη ήδη ψάχνει το θέμα;
Και κατέληξε στο εξής αλαζονικό συμπέρασμα: «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν κάνουμε καταγγελίες με μοναδική επιδίωξη και μοναδικό στόχο να πολιτικές εντυπώσεις και πολιτικό θόρυβο».
Με απλά λόγια για τον κ. Τζανακόπουλο ο εφιάλτης της Μόριας και τα συγκλονιστικά ρεπορτάζ που έκανε ο «Φιλελεύθερος», τα «Νέα», το «Βήμα» είναι απλά δημιουργία εντυπώσεων.
Η περίπτωση Λαφαζάνη
Και πάμε στην περίπτωση Λαφαζάνη και στις ανατριχιαστικές αποκαλύψεις για παρακολουθήσεις των κινήσεών του από καμουφλαρισμένους αστυνομικούς. Στις καταγγελίες για βιντεοσκόπηση και μαγνητοφώνηση ενεργειών του κινήματος κατά των πλειστηριασμών, μια διαδικασία που θυμίζει σκοτεινές εποχές, χούντες και άγριο κυνηγητό όσων ήταν απέναντι στο καθεστώς.
Ερωτώμενος για τις αποκαλύψεις αυτές ο κ. Τζανακόπουλος απάντησε ότι η Αστυνομία, στο πλαίσιο μίας εισαγγελικής παραγγελίας, κάλεσε σε απολογία τον κ. Λαφαζάνη. Όπως σημείωσε, ουδέποτε η Αστυνομία παρακολούθησε τη δράση του κ. Λαφαζάνη, με τον τρόπο που ισχυρίζεται ο ίδιος ότι έγινε. «Θα ήμασταν ανόητοι αν προχωρούσαμε σε οποιαδήποτε τέτοια κίνηση» τόνισε και πρόσθεσε πως «αν ο κ. Λαφαζάνης θέλει να αυτό-ηρωοποιηθεί είναι δικό του ζήτημα και για τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται και μιλά, κρίνεται και από τον ελληνικό λαό και από την ελληνική Αριστερά».
Δηλαδή σύμφωνα με τον υπουργό και πρώην σύντροφο του Π. Λαφαζάνη, ο τελευταίος έχει ανάγκη από το να γίνει ήρωας και γι’ αυτό κάποιοι αποφάσισαν να τον κατηγορήσουν με τον μισό ποινικό κώδικα. Γιατί; Γιατί αντιδρά στους πλειστηριασμούς για τους οποίους ο ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας και ο κινηματίας κ. Τζανακόπουλος έλεγαν πριν το 2015 «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη».
Και προφανώς ο υπουργός Επικρατείας θεωρεί δημοκρατικό και «αριστερό» να διώκεται ένας πρώην βουλευτής και πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ από την Κρατική Ασφάλεια. Και μάλιστα με νόμο που παραπέμπει σε μεταξικές περιόδους. Προφανώς ο κ. Τζανακόπουλος δεν είπε λέξη για τα περιλαμβανόμενα στη δικογραφία, δηλαδή φωτογραφίες από βιντεοσκοπήσεις, από παρακολουθήσεις ακόμη και μέσα σε μέσα μεταφοράς κι από κανονικό «φακέλωμα» του ίδιου του κ. Λαφαζάνη και συναγωνιστών του.
Όλα αυτά για τον υπουργό είναι προσπάθεια αυτό – ηρωοποίησης. Μήπως θα έπρεπε να είναι λίγο πιο προσεκτικός διότι την προηγούμενη φορά που τα έκανε θάλασσα με τους 100 νεκρούς στο Μάτι, απλά έπεσε σε δυσμένεια στο Μαξίμου.