Το θέμα της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και των πολιτικών παρεμβάσεων στη Θέμιδα , που αποτελεί εδώ και χρόνια αιχμή του δόρατος για τη Δικαιοσύνη, τέθηκε εκ νέου στη διάρκεια τοποθετήσεων που έγιναν επ ΄αφορμή του εορτασμού του Αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτου σε εκδήλωση στην Παλαιά Βουλή , παρουσία του υπουργού Δικαιοσύνης Μιχάλη Καλογήρου.
Στις τοποθετήσεις τους οι θεσμικοί παράγοντες τόνισαν μεταξύ άλλων :
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιχάλης Καλογήρου ανέφερε ότι στις προτεραιότητες του υπουργείου είναι η αναμόρφωση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ύστερα από διάλογο με τους δικαστές και δικηγόρους. Σε ένα όμως διάλογο όχι επιπέδου συντεχνίας, προσέθεσε με νόημα ο υπουργός Δικαιοσύνης . Παράλληλα επισήμανε ότι επισπεύδονται όλες οι διαδικασίες για την πρόσληψη δικαστικών υπαλλήλων.
Στις προτεραιότητες του υπουργείου Δικαιοσύνης, τόνισε ο κ. Καλογήρου, είναι η επόμενη ημέρα για την Δικαιοσύνη να είναι σε καλλύτερες συνθήκες με κανόνες ισότητας και ισονομίας και με προέχοντα λόγο στην προστασία των ασθενέστερων πολιτών.
«Δίκη χωρίς χαρτί», είναι μια ακόμη από τις προτεραιότητες του υπουργείου Δικαιοσύνης, επισήμανε ο κ. Καλογήρου, δηλαδή ολοκληρωτικό πέρασμα της κατάθεσης όλων των ενδίκων μέσων και δικογράφων ηλεκτρονικά.
*Από την πλευρά του ο Δήμαρχος Αθηναίων Γιώργος Καμίνης, στην άκρως επίκαιρη ομιλία του έκανε λόγο για απόπειρα χειραγώγησης της δικαστικής εξουσίας, για χρησιμοποίηση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας με σκοπό την αποδυνάμωση και χειραγώγηση της Δικαιοσύνης.
Στόχος των δημαγωγών ή λαϊκιστών είναι «κυρίως οι θεσμοί εκείνοι που εγγυώνται την πολιτική ελευθερία και διασφαλίζουν την ομαλή εναλλαγή των πολιτικών κομμάτων στην εξουσία και μεταξύ των θεσμών αυτών κυρίαρχη θέση κατέχει η ανεξάρτητη δικαστική εξουσία» και συνέχισε:
«Στις περιπτώσεις που χρησιμοποιείται η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, η αποδυνάμωση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης συντελείται κυρίως με νομοθετήματα που αλλοιώνουν τον τρόπο ανάδειξης των δικαστών ή τη σύνθεση των δικαστηρίων, με σκοπό να εξασφαλίσουν μια δικαστική εξουσία πειθήνια στα κελεύσματα των κυβερνώντων».
Μια τέτοια εμφανής απόπειρα χειραγώγησης της δικαστικής εξουσίας, τόνισε ο κ. Καμίνης, «συνήθως έπεται, εφόσον δηλαδή έχουν μεν προηγηθεί, αλλά δεν έχουν αποδώσει άλλοι τρόποι χειραγώγησης λιγότερο άμεσοι και οφθαλμοφανείς» και συνέχισε:
«Ειδικά σε μια χώρα όπως η δική μας, όπου οι ηγεσίες των Ανωτάτων Δικαστηρίων επιλέγονται αποκλειστικά από την εκτελεστική εξουσία, τα μηνύματα που εκπέμπει η επιλογή ενός δικαστή που δεν συγκεντρώνει τα απαραίτητα υψηλά προσόντα και το ηθικό κύρος, αναπόφευκτα ερμηνεύονται στις κατώτερες βαθμίδες των δικαστών ως έμμεσες επιταγές συμμόρφωσης προς τις επιθυμίες της».
Ο κ. Καμίνης, έκλεισε την ομιλία του τονίζοντας προειδοποιητικά:
«Θέλω να έχετε ωστόσο υπ’όψη σας ότι απέναντι σε όσους απειλούν την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας δεν είστε μόνοι σας. Υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις στη χώρα που έχοντας διδαχτεί από τα πικρά μαθήματα του παρελθόντος, πρόσφατου και απώτερου, είναι αποφασισμένες να δώσουν σκληρή μάχη».
*Ο πρόεδρος της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας και πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δημήτρης Βερβεσός, αφού επέκρινε τις έμμεσες και μη κυβερνητικές παρεμβάσεις στην Δικαιοσύνη, αλλά και την άρνηση εφαρμογής των δικαστικών αποφάσεων από την Πολιτεία, αναφέρθηκε στις αναγκαίες θεσμικές εγγυήσεις που πρέπει να διαμορφωθούν για την αναβάθμιση της λειτουργίας της Δικαιοσύνης εν όψει της αναθεώρησης του Συντάγματος, ενώ κατέθεσε ήδη στο τραπέζι του συνταγματικού αναθεωρητικού διαλόγου προτάσεις.
Όμως, επισήμανε ο πρόεδρος του ΔΣΑ από την μια πλευρά «οι δικαστικοί λειτουργοί, έχουν χρέος να διαφυλάξουν το αυτεξούσιον της δικαστικής λειτουργίας, μακριά από κάθε είδους παρεμβάσεις και εξαρτήσεις. Μακριά από πολιτικά παίγνια, ή άλλες σκοπιμότητες. Τούτο απαιτεί κατ’ ανάγκη αυστηρή ουδετερότητα και αμεροληψία, αλλά και θωράκιση της δικανικής κρίσης, -κατά τη συνταγματική επιταγή- με πλήρη, επαρκή και πειστική αιτιολογία και από την άλλη πλευρά «η πολιτική εξουσία έχει χρέος να θεσπίσει κατάλληλα θεσμικά αντικίνητρα, τα οποία θα αποτρέπουν τόσο τις περιπτώσεις αθέμιτης διασταύρωσης της δικαστικής με την πολιτική εξουσία όσο και τις πιθανές υπόνοιες για «συνάντηση» των δύο λειτουργιών».
Δεν παρέλειψε ο κ. Βερβεσός να τονίσει: «Οι πολιτικές σκοπιμότητες της νομοθετικής εξουσίας δεν μπορούν να ακυρώνουν δικαστικές αποφάσεις. Νομοθετικές παρεμβάσεις με φωτογραφικές διατάξεις, ενόσω είναι εκκρεμής μια υπόθεση στη Δικαιοσύνη – κυρίως μάλιστα σε τελευταίο βαθμό – συνιστούν κατά την πάγια νομολογία του ΕΔΔΑ παραβίαση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης».
Όμως, συνέχισε ο πρόεδρος του ΔΣΑ, «αποδοκιμαστέα είναι η εκτελεστική εξουσία, όταν αρνείται ανερυθρίαστα να εφαρμόσει στην πράξη τις δικαστικές αποφάσεις ή, πολύ περισσότερο, όταν ρητά δηλώνει ότι δεν θα τις εφαρμόσει.
Πέρα από αυτές τις μορφές ευθέως αντισυνταγματικής αμφισβήτησης της δικαστικής λειτουργίας, απάδει νομίζω στην διάκριση των εξουσιών και η συλλήβδην αμφισβήτηση του θεσμού της Δικαιοσύνης, επ’ ευκαιρία μεμονωμένων ανεπιθύμητων αποφάσεων».
*Ο πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων Χριστόφορος Σεβαστίδης στον χαιρετισμό του τόνισε ότι είναι «οξύμωρο να μιλάμε για τν ιδέα της Δικαιοσύνης όταν στις μέρες κυριαρχεί ανισότητα και αδικία» και προσέθεσε με νόημα: «Κανείς δικαστής ή εισαγγελέας δεν κοιμάται ήσυχος όσο βλέπει τις κοινωνικές αδικίες να εντείνονται, όσο αντιλαμβάνεται ότι η Δικαιοσύνη που υπηρετεί σαν θεσμός δεν ταυτίζεται με την Δικαιοσύνη στην ιδεατή της μορφή».