Ο Νίκος Φίλης όταν αποφασίσει να παρέμβει το κάνει με τρόπο σαφή και χωρίς περιστροφές. Αυτό έκανε και όταν αποφάσισε να πει τη γνώμη του για την ΕΡΤ, ήταν αναμενόμενο να προκαλέσει μεγάλο θόρυβο:
«Δεν θέλω να μασάω τα λόγια μου. Η εικόνα της ΕΡΤ θυμίζει όλο και πιο πολύ την ΕΡΤ πριν το «μαύρο». Η ΕΡΤ δεν λειτουργεί όπως είναι αναγκαίο για μια δημόσια τηλεόραση. Η ΕΡΤ είναι ένα κανάλι που έχει παραδιοίκηση. Κυβερνάται από το παλιό συντεχνιακό καθεστώς, ένα καθεστώς ιδιοτελών συμφερόντων. Πολιτικά αυτό που παράγεται, δεν είναι ποιοτικό προϊόν. Ούτε προσφέρει απροκατάληπτη και σε βάθος ενημέρωση. Το ότι τα ιδιωτικά κανάλια είναι χειρότερα κατά κανόνα, δεν δίνει άλλοθι στην ΕΡΤ για να τα συναγωνίζεται στην έλλειψη ποιότητας. Αναγνωρίζω ότι ήταν δύσκολο να αλλάξει το τοπίο της ιδιωτικής τηλεόρασης. Θα μπορούσαν να γίνουν πράγματα, αλλά ήταν δύσκολο. Στον τομέα της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης η ευθύνη της κυβέρνησης είναι αποκλειστική».
Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι ο Νίκος Παππάς αναγκάστηκε αφού τα βέλη του Φίλη στρέφονταν και ευθέως εναντίον του να απαντήσει ότι «Ο κ. Φίλης δεν γνωρίζει την κατάσταση στην ΕΡΤ» και να συμπληρώσει ότι «η ΕΡΤ έχει κάνει βήματα στην επόμενη τεχνολογία, στον ελληνικό αθλητισμό και έχει αναβαθμιστεί το πρόγραμμα με σημαντικές σειρές». Κατά τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής «ΕΡΤ στο παρελθόν ήταν δέσμια ιδιοτελών συμφερόντων, πλήρωνε ποσά στην αμαρτωλή ΑΕΠΙ. Κόπηκαν αυτά. Συμφέροντα δεν την άφηναν να αναπτύξει το δικό της δίκτυο».
Οι εσωτερικές συγκρούσεις του ΣΥΡΙΖΑ για το ζήτημα της ΕΡΤ
Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε εξαρχής στο πλευρό των εργαζομένων της ΕΡΤ ,όταν έπεσε το «μαύρο» το 2013. Στελέχη κα βουλευτές του ήταν στην κατειλημμένη ΕΡΤ αλλά και αργότερα σε όλες τις κινητοποιήσεις. Παράλληλα, αρκετοί από τους εργαζομένους της ΕΡΤ έβλεπαν στον ΣΥΡΙΖΑ την πολιτική δύναμη που θα μπορούσε να ανοίξει ξανά την ΕΡΤ.
Το αίτημα αυτό είχε σημαντική κοινωνική απήχηση, γιατί μεγάλο μέρος της κοινωνίας αντιμετώπιζε με μεγάλο σεβασμό την ΕΡΤ και θεωρούσε ότι ήταν αναγκαίο να υπάρχει μια ποιοτική δημόσια ραδιοτηλεόραση χωρίς κρατικές ή κομματικές παρεμβάσεις.
Γι’ αυτό το λόγο και πέραν των παραδοσιακών «κομματικών» συνδικαλιστών του ΣΥΡΙΖΑ στην ΕΡΤ ένα ευρύτερο δυναμικό μετακινήθηκε προς τη μεριά του ανερχόμενου κόμματος του Αλέξη Τσίπρα.
Εκείνη περίοδο άνοιξε και μια μεγάλη συζήτηση στο εσωτερικό των ανθρώπων που είχαν αντισταθεί στο «μαύρο» με κεντρικό στίγμα ότι εάν άνοιγε ξανά η ΕΡΤ έπρεπε να είχε άλλο χαρακτήρα, φυσιογνωμία και πρωτίστως ανεξαρτησία. Δεν ήθελαν να ζήσουν μια επανάληψη της προηγούμενης κατάστασης. Η συζήτηση αυτή ήταν μεγάλη και γινόταν εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ.
Παράλληλα, υπήρχε το πρόβλημα της ΠΟΣΠΕΡΤ. Η ομοσπονδία αυτή, με ηγετική φυσιογνωμία εδώ και χρόνια τον Παναγιώτη Καλφαγιάννη, σε παλαιότερες εποχές από τα «φρούρια» της ΠΑΣΚΕ, η οποία εκπροσωπούσε κυρίως διοικητικούς και τεχνικούς και λιγότερο δημοσιογράφους, ήταν ιδιαίτερα μαχητική στον αγώνα ενάντια στο «μαύρο», αλλά ταυτόχρονα θεωρούνταν ότι εκπροσωπούσε την υπεράσπιση της προηγούμενης κατάστασης.
Οι χειρισμοί του Νίκου Παππά
Στο κέντρο όλων αυτών των χειρισμών από τη μεριά της κυβέρνησης ήταν ο Νίκος Παππάς, που είχε χρεωθεί από αρκετά νωρίς την ατζέντα του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου. Προφανώς, επίσης, τα παρακολουθούσε στενά και ο Νίκος Φίλης, που ας μην το ξεχνάμε υπήρξε από τα βασικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ στο δημοσιογραφικό χώρο.
Το πρόβλημα ήταν ότι για ένα διάστημα το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του Νίκου Παππά δεν ήταν η ΕΡΤ αλλά τα σχέδια του ΣΥΡΙΖΑ για να την εξεύρεση «φίλιων» επενδυτών για κανάλι εθνικής εμβέλειας, σχέδια που αποτυπώθηκαν και στους τραγελαφικούς χειρισμούς για το ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών.
Όταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατάφερε να επαναλειτουργήσει την ΕΡΤ, ύστερα από αρκετές εσωτερικές αντιπαραθέσεις σε σχέση με τη θεσμική μορφή που θα έπρεπε να πάρει η επαναλειτουργία της ΕΡΤ, προέκυψε η κόντρα για τους χειρισμούς του Ν. Παππά ως προς την επιλογή διοίκησης.
Τότε η κυβέρνηση δια του Νίκου Παππά, «εσωκομματικά» έδινε την εικόνα ότι ως προς τις θέσεις του προέδρου και του διευθύνοντος συμβούλου θα κινείτο προς πρόσωπα με γνώση του χώρου, του αντικειμένου, αλλά και απήχηση πρώτα και κύρια σε ένα πολιτικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ και της αριστεράς γενικότερα (ενδεικτικά αναφέρουμε τα ονόματα των Γ. Πλειού, Γ. Αυγερόπουλου και Ν. Μιχαλίτση).
Όμως, δεν έγινε εγγυήσεις για αποφυγή των κυβερνητικών παρεμβάσεων που αποτελούσαν ένα από τα πάγια προβλήματα της ΕΡΤ διαχρονικά.
Παράλληλα, ήταν και η εποχή της αναζήτησης στελεχών που είχαν εμπειρία, έστω και εάν προέρχονταν από προηγούμενες πολιτικές καταστάσεις.
Σε αυτό το φόντο προκρίθηκε η επιλογή του Λάμπη Ταγματάρχη για την πανίσχυρη θέση του διευθύνοντος συμβούλου και του Διονύση Τσακνή για τη θέση του προέδρου. Η επιλογή Τσακνή προκάλεσε αντιδράσεις ακριβώς γιατί θεωρήθηκε και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ότι εκπροσωπούσε ένα διαφορετικό μοντέλο ραδιοτηλεόρασης, ενώ υπήρχε και ο φόβος για τυχόν συρρίκνωση (κάτι που τελικά δεν έγινε).
Ούτως ή άλλως, η κατάσταση για την ΕΡΤ ήταν εξαρχής δύσκολη. Παρότι είχε την «προίκα» του –μειωμένου σε σχέση με παλαιότερα– ανταποδοτικού τέλους, εντούτοις έπρεπε κάθε χρόνο, με βάση μνημονιακή υποχρέωση να αποδίδει ένα σημαντικό μέρος των εσόδων της στο δημόσιο, το λεγόμενο «θετικό ισοζύγιο». Αυτό σήμαινε εξαρχής ένα δύσκολο οικονομικό πλαίσιο, εάν σκεφτούμε ότι η ΕΡΤ επιβαρυνόταν ούτως ή άλλως με διάφορες κοστοβόρες διαδικασίες (π.χ. αθλητικές μεταδόσεις).
Οι παρεμβάσεις συνεχίζονταν
Ο τρόπος που επαναλειτούργησε η ΕΡΤ και η διάχυτη αίσθηση σε μεγάλο μέρος των εργαζομένων ότι χρωστούν στον ΣΥΡΙΖΑ την επαναλειτουργία, σε συνδυασμό με το ότι και στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ κυριάρχησε η λογική των παρεμβάσεων, είχε ως αποτέλεσμα από πολύ νωρίς η ΕΡΤ να πάρει έντονα φιλοκυβερνητικό προσανατολισμό ως προς την ενημέρωση.
Εν τω μεταξύ νέες πεδία έντασης έρχονταν να προστεθούν με την αποπομπή του Σταύρου Καπάκου από τη θέση του γενικού διευθυντή ενημέρωσης με πρωτοβουλία της διοίκησης Ταγματάρχη. Ιδιαίτερα έμπειρος δημοσιογράφος ο Καπάκος, με απήχηση στον κλάδο και ιστορικούς δεσμούς με τον ΣΥΡΙΖΑ, θα κατηγορηθεί από τη διοίκηση Ταγματάρχη ότι δεν κατάφερε να ανεβάσει τα νούμερα των δελτίων. Άλλοι θα υποστηρίξουν ότι πλήρωσε την προσπάθειά του να κρατήσει ισορροπίες ανάμεσα στις πιέσεις που υπήρχαν και απέξω και από μέσα και την αδυναμία να χαραχτεί πραγματικά πολιτική για την ΕΡΤ.
Τελικά, θα αποπεμφθεί και η διοίκηση Ταγματάρχη – Τσακνή. Η κυβέρνηση θα προβάλει ως μία από τις αφορμές της απομάκρυνσης των Ταγματάρχη και Τσακνή τις σχέσεις τους με την ΑΕΠΙ, με τελευταία αφορμή τη συμφωνία της ΕΡΤ να καταβάλει 1,3 εκατ. ευρώ στην ΑΕΠΙ για την τριετία 2017-2019, συμφωνία που ακυρωθεί από την επόμενη διοίκηση. Ωστόσο, το πραγματικό επίδικο ήταν τελικά ο έλεγχος της ΕΡΤ.
Η επιλογή της διοίκησης Κωστόπουλου
Τελικά, επιλέχτηκε για τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου ο Βασίλης Κωστόπουλος, άνθρωπος προερχόμενος από το χώρο του ΠΑΣΟΚ ιστορικά, που στο παρελθόν είχε υπερασπιστεί τα συμφέροντα της ΕΡΤ έναντι της ΑΕΠΙ. Όμως, δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι δεν μπορεί να εκπροσωπήσει την ανανέωση που χρειάζεται η κρατική ραδιοτηλεόραση.
Όμως, η διοίκηση Κωστόπουλου σήμαινε ότι επιστρέφει στα πράγματα και η ΠΟΣΠΕΡΤ και ο Παναγιώτης Καλφαγιάννης. Ο τελευταίος για ένα διάστημα γύρω από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 είχε αποστασιοποιηθεί από την κυβέρνηση και είχε προσεγγίσει τη Λαϊκή Ενότητα. Όμως, πλέον βρίσκεται σε στενή συνεργασία με τη διοίκηση Κωστόπουλου.
Την ίδια στιγμή το πιο «κινηματικό» κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ στην ΕΡΤ είδε να απομακρύνονται από θέσεις ευθύνης ή να πιέζονται άνθρωποι που είχαν συνδεθεί με την υπόθεση του αγώνα κατά του «μαύρου».
Κομβική αλλαγή και ο ακόμη πιο ασφυκτικός έλεγχος του ενημερωτικού κομματιού, με την τοποθέτηση του Βασίλη Ταλαμάγκα στη θέση του εντεταλμένου συμβούλου του ΔΣ επί θεμάτων ενημέρωσης. Χωρίς ιστορικούς δεσμούς με την Αριστερά και με την τυπική εργασιακή σχέση δημοτικού υπαλλήλου στην ΚΕΔΕ, από την οποία αποσπάστηκε στη ΓΓ Ενημέρωσης και από εκεί στην ΕΡΤ, για χρόνια γενικός διευθυντής στον Αθήνα 9.84, με τελευταία δημοσιογραφική τοποθέτηση στην εφημερίδα Αξία, στην ιστοσελίδα axiaplus.gr και στο SBC, ο Ταλαμάγκας θεωρείται στην Αγία Παρασκευή ως ο άνθρωπος που εξασφαλίζει ότι περνάει η κυβερνητική γραμμή στο ενημερωτικό κομμάτι.
Τελευταία πράξη αυτής της προσπάθειας για τον έλεγχο της ΕΡΤ η διαμόρφωση του νέου «οργανογράμματος». Το νέο οργανόγραμμα θα το στηρίξει η ΠΟΣΠΕΡΤ, ενώ θα εκφράσει αντιρρήσεις σημαντικό κομμάτι των δημοσιογράφων. Γι’ αυτό και θα υπάρξει και τοποθέτηση της ίδιας της ΕΣΗΕΑ εναντίον του. Οι επικριτές του υποστηρίζουν ότι αντί για μια δομή που θα επέτρεπε καλύτερη αξιοποίηση του δυναμικού και δυνατότητα ανάπτυξης, επιλέχτηκε τελικά μια δομή με πιο «σταθερές» θέσεις και καλύτερη κατανομή μικροεξουσιών κατά τις προτιμήσεις της ΠΟΣΠΕΡΤ.
Ενδεικτική των αντιδράσεων στη νέα κατάσταση και η παραίτηση του Νίκου Μιχαλίτση από τη θέση του Γενικού Διευθυντή Τεχνολογίας της ΕΡΤ. Ιστορικό στέλεχος της ΕΡΤ, που του πιστώνονται τα μεγάλα τεχνολογικά άλματα της ΕΡΤ τα τελευταία χρόνια αλλά και πρωτεργάτης του κινήματος κατά του «μαύρου», ο Μιχαλίτσης δεν θα μασήσει τα λόγια του στην επιστολή παραίτησης:
«Έχετε υποβαθμίσει το πρόγραμμα της ΕΡΤ, αφήνοντάς το χωρίς στοιχειώδη σχεδιασμό – Ξεδοντιάζετε την ΕΡΤ απομακρύνοντας ικανότατα στελέχη – Έχετε εξοργίσει παραδοσιακούς φίλους της ΕΡΤ (κινηματογραφιστές, παραγωγούς, δημοσιογράφους) και τους στρέφετε εναντίον της – Αδιαφορείτε συστηματικά για τη διαμόρφωση στοιχειώδους επιχειρησιακού ή στρατηγικού σχεδίου – Αδιαφορείτε για την υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου που έχει συντάξει η Γενική Διεύθυνση Τεχνολογίας – Έχετε αντικαταστήσει τη θεσμική λειτουργία της ΕΡΤ με μηχανισμούς παραδιοίκησης με ποικίλα κέντρα ανεύθυνης εξουσίας, όπου κύριο ρόλο διαδραματίζουν οι εκπρόσωποι ενός λούμπεν πελατειακού “συνδικαλισμού”, με αποκρουστικό για την κοινωνία πρόσωπο και αισθητική, δυσφημώντας κάθε έννοια υγιούς και ακηδεμόνευτου συνδικαλισμού που είναι απαραίτητος για την ανάπτυξη οποιασδήποτε εταιρείας».
Όταν η ΕΡΤ επιδοτεί ποδοσφαιρικές ομάδες
Τα προβλήματα της ΕΡΤ δεν σταμάτησαν σε αυτές τις παρεμβάσεις. Τον Αύγουστο ο υφυπουργός Αθλητισμού Γ. Βασιλειάδης χωρίς ανακοίνωσε ο ίδιος και ούτε καν η διοίκηση της ΕΡΤ, ότι προχωράει σε συμφωνία με τις 7 «άστεγες» ομάδες της Super League, για να πάρει η δημόσια τηλεόραση τα τηλεοπτικά δικαιώματα καταβάλλοντας 17 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, για 2+2 χρόνια, με τη συνολική ετήσια δαπάνη να μπορεί να φτάσει, μαζί με διάφορα μπόνους, ακόμη και τα 25 εκατομμύρια. Μάλιστα, επειδή τα τεχνικά μέσα δεν επαρκούσαν, η ΕΡΤ αναγκάστηκε να μισθώσει και υπηρεσίες ιδιωτικής εταιρείας. Ουσιαστικά, στο πλαίσιο προεκλογικών «παροχών», επιβαρύνεται ακόμη περισσότερο η δημόσια ραδιοτηλεόραση.
Το ζήτημα του ελέγχου και οι εσωκομματικές κόντρες
Όλα αυτά δίνουν την εικόνα μιας κυβέρνησης που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει την ΕΡΤ ως ένα εργαλείο προπαγάνδας και όχι ως τον εναλλακτικό έγκυρο πόλο μέσα στο τοπίο της ενημέρωσης. Ανάλογη, είναι και η μεταχείριση που επιφυλάσσει η κυβέρνηση στο ΑΠΕ, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το δημοσίευμα για δήθεν ευμενή στάση των δανειστών ως προς το θέμα των συντάξεων.
Όλα αυτά έχουν την αντανάκλασή τους και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Νίκος Φίλης, άνθρωπος με γνώση και επαφή με το χώρο των ανθρώπων του ΣΥΡΙΖΑ στα ΜΜΕ, αλλά και με δική του προσωπική αντίληψη για την ενημέρωση, έχοντας διατελέσει διευθυντής της Αυγής για αρκετά χρόνια, και με σαφή επιλογή να εκπροσωπεί την χαμένη «αριστερή ταυτότητα» του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα μπορούσε παρά να παρέμβει σε αυτή την αντιπαράθεση, τμήμα και άλλων συγκρούσεών του με τη γραμμή που εκπροσωπεί ο Νίκος Παππάς.
Όμως, ανεξαρτήτως των αντιπαραθέσεων ανάμεσα σε κομματικά στελέχη, το πρόβλημα με την κατάσταση στην ΕΡΤ παραμένει.
Τα όποια όνειρα ή ελπίδες γεννήθηκαν την εποχή του «μαύρου» για μια πραγματικά δημόσια, έγκυρη και ανεξάρτητη ραδιοτηλεόραση παραμένουν αδικαίωτα.