Ένας λευκός πρώην αστυνομικός της πόλης του Σικάγου, ο οποίος δικάζεται για τον φόνο ενός μαύρου εφήβου το 2014, υποστήριξε ενώπιον του δικαστηρίου την Τρίτη ότι άνοιξε πυρ εναντίον του νεαρού διότι το θύμα τον πλησίαζε οπλισμένο με μαχαίρι.
Ο Τζέισον Βαν Ντάικ, 40 ετών, δικάζεται για τον φόνο εξ αποστάσεως και χωρίς λόγο του Λακουάν ΜακΝτόναλντ, 17 ετών.
Προσήχθη στις αρχές Σεπτεμβρίου ενώπιον δικαστηρίου στο Σικάγο, την τρίτη πολυπληθέστερη πόλη των ΗΠΑ, όπου ο φόνος είχε πυροδοτήσει την οργή της κοινότητας των Αφροαμερικανών και πολύμηνες διαδηλώσεις.
Παίρνοντας τον λόγο για πρώτη φορά μετά την έναρξη της δίκης, ο πρώην αστυνομικός διαβεβαίωσε ότι άνοιξε πυρ διότι ο έφηβος, που ήταν οπλισμένος με μαχαίρι, του φαινόταν απειλητικός.
«Του φώναξα να πετάξει κάτω το μαχαίρι», δήλωσε, σκουπίζοντας τα δάκρυά του. «Πλησίασε στα τρία-τέσσερα μέτρα από μένα», συνέχισε. «Τα μάτια μου ήταν καρφωμένα στο μαχαίρι και πυροβόλησα. Ήθελα μόνο να αφήσει κάτω αυτό το μαχαίρι».
Το βίντεο που κατέγραψε το συμβάν, το οποίο μαγνητοσκοπήθηκε από περιπολικό της αστυνομίας του Σικάγου, δείχνει πάντως τον Τζέισον Βαν Ντάικ να πυροβολεί 16 φορές εναντίον του νεαρού, που απείχε αρκετά μέτρα από τον αστυνομικό, και να συνεχίζει να ρίχνει, να αδειάζει τον γεμιστήρα του, ακόμη κι αφού ο νεαρός είχε πλέον καταρρεύσει.
Η πολύ καθυστερημένη δημοσιοποίηση, το 2015, του βίντεο από την κάμερα του περιπολικού προκάλεσε σοκ σε όλη τη χώρα, οδήγησε στην αποπομπή του επικεφαλής της αστυνομικής διεύθυνσης της μεγαλούπολης και στην άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του Τζέισον Βαν Ντάικ. Μια ομοσπονδιακή έρευνα αποκάλυψε κατόπιν ότι οι καταχρήσεις της αστυνομίας ήταν συχνές στο Σικάγο, μια μητρόπολη όπου η εγκληματικότητα αποτελεί γάγγραινα.
Ο θάνατος του εφήβου εγγράφηκε στο πλαίσιο μιας σειράς παρόμοιων μοιραίων σφαλμάτων της αμερικανικής αστυνομίας τα τελευταία χρόνια — με θύματα κατά συντριπτική πλειονότητα Αφροαμερικανούς — που γέννησε το κίνημα Black Lives Matter.