Ο Κινέζος πρώην πρόεδρος της Ιντερπόλ «δωροδοκήθηκε», γνωστοποίησε τη Δευτέρα το Πεκίνο, μερικές ώρες μετά την ξαφνική παραίτηση του επικεφαλής του παγκόσμιου αστυνομικού οργανισμού.
Η Κίνα έθεσε τέρμα τη νύχτα στην απίστευτη ιστορία της «εξαφάνισης» του προέδρου της Ιντερπόλ, ανακοινώνοντας πως ο Μενγκ Χονγκγουέι, που ήταν επίσης υφυπουργός Δημόσιας Ασφάλειας, αποτελούσε αντικείμενο έρευνας στη χώρα του.
Ο οργανισμός, που έχει την έδρα του στη Λιόν, ανακοίνωνε μερικές ώρες αργότερα την παραίτηση «με άμεση ισχύ» του προέδρου της, του οποίου αγνοείτο η τύχη για περισσότερες από δέκα ημέρες μετά την επιστροφή του στην Κίνα στα τέλη του Σεπτεμβρίου.
Ο Μενγκ «δωροδοκήθηκε και είναι ύποπτος ότι παραβίασε τον νόμο», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Δημόσιας Ασφάλειας, χωρίς να διευκρινίσει περαιτέρω σχετικά με την κατηγορία αυτή.
Στο κείμενο αυτό δεν διευκρινίζεται αν οι κατηγορίες που αποδίδονται στον Μενγκ αφορούν τα καθήκοντά του ως υφυπουργού ή ως προέδρου της Ιντερπόλ. Επίσης δεν διευκρινίζεται αν τέθηκε ή όχι υπό κράτηση.
Η έρευνα «καταδεικνύει την αποφασιστικότητα του συντρόφου Σι Τζινπίνγκ», του προέδρου της Κίνας, να καταπολεμήσει τη διαφθορά, διευκρινίζει το υπουργείο.
«Κανείς, χωρίς καμία εξαίρεση, δεν είναι υπεράνω των νόμων. Όποιος παραβιάζει τους νόμους θα αποτελεί αντικείμενο έρευνας εις βάθος και θα τιμωρείται αυστηρά», αναφέρεται στην ανακοίνωση όπου διευκρινίζεται ότι και άλλοι ύποπτοι διώκονται στο πλαίσιο της έρευνας.
Σε συνέντευξη Τύπου στη Λιόν, η σύζυγός του, Γκρέις Μενγκ, δήλωσε στους δημοσιογράφους πως ο σύζυγός της τής είχε στείλει ένα emoticum που απεικόνιζε ένα μαχαίρι και πως ήταν πεπεισμένη ότι ήταν ο τρόπος του να δηλώσει πως βρισκόταν σε κίνδυνο.
Είπε πως δεν έχει νέα του μετά το μήνυμα αυτό, που στάλθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου. Συνήθως βρίσκονταν σε καθημερινή επαφή όταν βρισκόταν στο εξωτερικό για λόγους εργασίας, είπε.
Τέσσερα λεπτά προτού στείλει το εικονίδιο με το μαχαίρι, έστειλε στη σύζυγό του μήνυμα κειμένου που έλεγε: «Περίμενε τηλεφώνημά μου».
Η σύζυγος του Μενγκ και τα παιδιά τους έχουν τεθεί υπό την προστασία της γαλλικής αστυνομίας καθώς δέχθηκαν απειλές μέσω των ιστοτόπων κοινωνικής δικτύωσης και τηλεφωνικώς, σύμφωνα με το γαλλικό υπουργείο Εσωτερικών.
Ο Μενγκ, που εξελέγη πρόεδρος της Ιντερπόλ με μεγάλη πλειοψηφία στα τέλη του 2016, δεν είναι ο πρώτος υψηλόβαθμος Κινέζος αξιωματούχος που υποχρεώνεται να λογοδοτήσει στο πλαίσιο της εκστρατείας κατά της διαφθοράς που ξεκίνησε ο Σι Τζινπίνγκ από την άνοδό του στην εξουσία στα τέλη του 2012. Δημοφιλής στην κοινή γνώμη, η εκστρατεία αυτή, που οδήγησε στην τιμωρία περισσότερων από 1,5 εκατομμύριο στελεχών, θεωρείται επίσης ότι εξυπηρετεί για την εξόντωση των εσωτερικών πολιτικών αντιπάλων του Σι.
Η πτώση του καταδεικνύει την αύξηση της ισχύος του μηχανισμού Σι, στη διάρκεια της δεύτερης θητείας του, που ξεκίνησε φέτος, με την εγκατάσταση ανθρώπων και νέων δομών, την επομένη ενός θριαμβευτικού συνεδρίου, το περασμένο φθινόπωρο. Καταδεικνύει έναν νέο σιδερένιο κανόνα: την απόλυτη πίστη στον Αυτοκράτορα, με τη συντριβή κάθε αντίπαλης παράταξης. Γιατί η σύλληψη του Μενγκ μοιάζει με πολιτική τιμωρία. Η πτώση του σε δυσμένεια είχε ανακοινωθεί ήδη την άνοιξη όταν έχασε τη θέση του στην επιτροπή του κόμματος που είναι επιφορτισμένη με την εποπτεία του υπουργείου Δημόσιας Ασφαλείας μετά τον διορισμό, το φθινόπωρο του 2017, ενός νέου υπουργού, του Ζιάο Κεζί, εξαιρετικά πιστού στον Σι. Μια σοβαρή ένδειξη την ώρα όπου ο πρώτος στην ιεραρχία επαναβεβαιώνει τον ηγετικό ρόλο του κόμματος σε όλες τις βαθμίδες της κυβέρνησης, των επιχειρήσεων και της κοινωνίας.
Στο βιογραφικό του παραιτηθέντος πρόεδρου της Ιντερπόλ υπάρχει μια πρόταση που είναι μαύρη κηλίδα: είχε προαχθεί σε υφυπουργό επί κυριαρχίας του φοβερού και τρομερού Ζου Γιονγκάνγκ. Ο άλλοτε πανίσχυρος επικεφαλής των υπηρεσιών ασφαλείας, μέλος της μόνιμης επιτροπής του Πολιτικού Γραφείο ήταν το ωραιότερο τρόπαιο της ιεροεξεταστικής εκστρατείας του Σι. Ο «τίγρης», όπως αποκαλούνται τα μεγάλα «τέρατα» του μηχανισμού, κυριαρχούσε αδιαμφισβήτητα στον πετρελαϊκό τομέα όπως και στον τομέα της ασφάλειας της αυτοκρατορίας έως την εκκωφαντική σύλληψή του το 2014. Μάλιστα ο Σι υποπτευόταν ότι μπορεί ακόμη και να κατάστρωνε πραξικόπημα. Η καταδίκη του, το 2015, σε ισόβια κάθειρξη για διαφθορά, κατάχρηση εξουσίας και αποκάλυψη «κρατικών απορρήτων», προαναγγέλλει την επίθεση κατά του πολυπλόκαμου δικτύου του από τον ενεργειακό τομέα και μέχρι το Πολιτικό Γραφείο.
Τον Νοέμβριο του 2016 ο διορισμός, για πρώτη φορά, ενός Κινέζου στην ηγεσία της Ιντερπόλ, συμβόλιζε την επιστροφή στην πρώτη γραμμή της Κίνας, έπειτα από 150 χρόνια ταπείνωσης από τη Δύση με κανονιοφόρους και άνισες συνθήκες. Είχε προκαλέσει την ανησυχία των ΜΚΟ, περιλαμβανομένης της Διεθνούς Αμνηστίας, που υπογράμμιζαν πως ο 64χρονος Μενγκ θα μπορούσε να θέσει την Ιντερπόλ στην υπηρεσία της δίωξης διεφθαρμένων αξιωματούχων που είχε ξεκινήσει το Πεκίνο.
Εξελέγη πρόεδρος της Ιντερπόλ τον Νοέμβριο του 2016 και επρόκειτο να υπηρετήσει στη θέση αυτή έως το 2020. Ήταν επικεφαλής της Εκτελεστικής Επιτροπής του οργανισμού που παρέχει συνολική καθοδήγηση και διοίκηση.
Ο Μενγκ είχε εμπειρία 40 χρόνων στην ποινική δικαιοσύνη και αστυνόμευση στην Κίνα στον τομέα των ναρκωτικών, της αντι-τρομοκρατίας και των συνοριακών ελέγχων.