Δυσοίωνες είναι οι προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας παρά την πρόσκαιρη βελτίωσή της φέτος και την επόμενη χρονιά, σύμφωνα με την εξαμηνιαία έκθεσή του για την παγκόσμια οικονομία.
Το Ταμείο, αν και αναθεωρεί προς το καλύτερο την πρόβλεψή του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2019, προειδοποιεί ότι σε βάθος πενταετίας η αναπτυξιακή δυναμική θα αποδυναμωθεί περισσότερο από ό,τι είχε αρχικά υπολογιστεί.
Για τη φετινή χρονιά, η πρόβλεψη του Ταμείου για αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας κατά 2% παραμένει αμετάβλητη και για το 2019 προβλέπεται βελτιωμένη κατά 0,6 μονάδες, σε σχέση με τις εκτιμήσεις του Απριλίου, με αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,4%.
Πρόκειται για διετία ικανοποιητικής ανάκαμψης μετά την κρίση με ρυθμούς ανάπτυξης που ισοδυναμούν ή υπερβαίνουν τους αντίστοιχους της Ευρωζώνης.
Μεγάλες οι προκλήσεις σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα
Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα ωστόσο οι προκλήσεις παραμένουν μεγάλες καθώς το ΔΝΤ αναθεωρεί προς το χειρότερο κατά 0,7 μονάδες την πρόβλεψή του για ανάπτυξη το 2023, υπολογίζοντας πλέον πως το ΑΕΠ θα τονωθεί μόλις κατά 1,2%, ακολουθώντας την πτωτική πορεία των ανεπτυγμένων οικονομιών και της ευρωζώνης.
Αυτό σημαίνει ότι τα χρόνια που έρχονται θα είναι ιδιαίτερα δύσκολα καθώς η χώρα μας έχει δεσμευτεί για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, της τάξης του 3,5% έως το 2022, για μια περίοδο δηλαδή που, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, η παραγωγική μηχανή θα λειτουργεί ασθμαίνοντας.
Το Ταμείο έχει επισημάνει επανειλημμένα πως οι εν λόγω δημοσιονομικοί στόχοι είναι υπερβολικά υψηλοί και δεν βασίζονται σε ρεαλιστική αξιολόγηση των αναπτυξιακών προοπτικών της Ελλάδας. Από το 2023 έως το 2060 η Ελλάδα θα πρέπει να πετυχαίνει κατά μέσο όρο πρωτογενές πλεόνασμα 2,2% του ΑΕΠ.
Ενα από τα μεγάλα εμπόδια για την επιστροφή της Ελλάδας στην ομαλότητα είναι η ιδιαίτερα υψηλή ανεργία, για την οποία το ΔΝΤ προβλέπει πως στο σύνολο του φετινού έτους θα διαμορφωθεί οριακά κάτω από το είκοσι τοις εκατό, αν και θα πέσει στο 18,1% το 2019.