Δύο αμφιλεγόμενες, στην εποχή τους, προσωπικότητες, ο αρχιεπίσκοπος του Ελ Σαλβαδόρ Όσκαρ Ρομέρο και ο στενός φίλος του, ο Ιταλός πάπας Παύλος Στ΄, αγιοποιήθηκαν την Κυριακή σε μια λαμπρή τελετή στην Πλατεία του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό.
Ενώπιον χιλιάδων πιστών, πολλοί από τους οποίους έκαναν το μακρύ ταξίδι από το Σαλβαδόρ στην Ιταλία ειδικά για τον σκοπό αυτόν, ο Αργεντινός ποντίφικας Φραγκίσκος ανακήρυξε αγίους τους δύο άνδρες καθώς και πέντε άλλα πρόσωπα που είχαν επίσης οσιοποιηθεί τα τελευταία χρόνια: δύο Ιταλούς ιερείς, μια Γερμανίδα και μια Ισπανίδα που ίδρυσαν μοναστικά τάγματα και αφιέρωσαν τη ζωή τους στην προστασία των φτωχών καθώς και έναν λαϊκό, τον Νούντσιο Σουλπρίτσιο, που απεβίωσε στις αρχές του 19ου αιώνα πριν κλείσει τα 20 χρόνια του, μετά από μαρτυρική παιδική και εφηβική ηλικία.
Σύμφωνα με το Βατικανό, περισσότεροι από 60.000 άνθρωποι είχαν συγκεντρωθεί έξω από τη βασιλική του Αγίου Πέτρου, την πρόσοψη της οποίας κοσμούσαν τα πορτρέτα των επτά νέων αγίων.
Ο Παύλος Στ΄ υπήρξε καθηγητής και μέντορας του Όσκαρ Ρομέρο και οι δύο άνδρες αλληλογραφούσαν για χρόνια.
Ο Όσκαρ Ρομέρο, που αποκλήθηκε “η φωνή εκείνων που δεν έχουν φωνή”, γεννήθηκε το 1917 και υπερασπιζόταν τους ακτήμονες, προκαλώντας την οργή των συντηρητικών στη χώρα του. Όπως και ο Φραγκίσκος, κατήγγειλε τη φιλελεύθερη οικονομία που καταπίεζε τους φτωχούς χωρικούς. Δολοφονήθηκε κατά τη διάρκεια της λειτουργίας από ακροδεξιούς παραστρατιωτικούς στις 24 Μαρτίου 1980, τα “τάγματα θανάτου” που είχε εξαπολύσει η στρατιωτική χούντα του Ελ Σαλβαδόρ.
Η διαδικασία αγιοποίησης του Ρομέρο ξεκίνησε από τον Βενέδικτο ΙΣτ΄, ο οποίος ωστόσο δεν παρέστη σήμερα στην τελετή. Λίγο νωρίτερα ο πάπας Φραγκίσκος τον επισκέφθηκε στο ησυχαστήριό του, στο Βατικανό. Ο ποντίφικας έχει μιλήσει πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν για την εγγύτητα που αισθάνεται προς τον Όσκαρ Ρομέρο σε ό,τι αφορά τις δογματικές αντιλήψεις του, υπογραμμίζοντας ότι ο αρχιεπίσκοπος “δυσφημίστηκε” και “λιθοβολήθηκε” από ορισμένους Λατινοαμερικανούς επισκόπους και ιερείς, πριν και μετά τον θάνατό του. Ο αρχιεπίσκοπος χαρακτηρίστηκε μάλιστα “ανισόρροπος” και “μαρξιστής” από ορισμένους.
Ο πάπας Παύλος Στ΄, κατά κόσμον Τζοβάνι Μπατίστα Μοντίνι, γεννήθηκε το 1897. Ανέλαβε το υψηλότερο αξίωμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας το 1963 και το διατήρησε μέχρι τον θάνατό του, το 1978. Συνέχισε τη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού που είχε συγκαλέσει ο προκάτοχός του, Ιωάννης ΚΓ΄, και η οποία προχώρησε σε βαθιές μεταρρυθμίσεις στην Εκκλησία, οδηγώντας την στη σύγχρονη εποχή. Ήταν ταυτόχρονα και εκείνος που είπε “όχι” το 1968 στα αντισυλληπτικά χάπια και στην άμβλωση για θεραπευτικούς σκοπούς, προκαλώντας έντονες, αρνητικές αντιδράσεις ακόμη και στους κόλπους της Εκκλησίας.
Ο Παύλος Στ΄ οσιοποιήθηκε αφού αναγνωρίστηκε ως θαύμα το γεγονός ότι ένα βρέφος που γεννήθηκε πρόωρα – και παρά τις συμβουλές των γιατρών στη μητέρα του να προχωρήσει σε άμβλωση– επέζησε. Η μητέρα δήλωσε ότι είχε προσευχηθεί στα λείψανα του ποντίφικα.