Σε τρεις διαφορετικές παραγωγές μπορεί να συναντήσει κανείς φέτος το όνομα του Γιάννη Λασπιά στους συντελεστές του. Η πρώτη είναι το «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε» που παρουσιάζεται από 16 Νοεμβρίου στο Θέατρο Τόπος Αλλού. Η δεύτερη είναι στο ίδιο θέατρο η παράσταση «Camille Claudel Mudness» που παίζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη. Και τέλος, η Τρίτη είναι το «Grace & Glorie» που ανεβαίνει στο θέατρο Αγγέλων Βήμα.
Tο Πιραντελικό σύμπαν θα γεμίσει την σκηνή του «Τόπος αλλού» όπου με μία μεγάλη διανομή θα παρουσιαστεί το έργο «Έτσι είναι αν έτσι νομίζετε» με την παραίνεση «διαφορετικά κάντε ένα Google».
Το εγχείρημα είναι φιλόδοξο όχι μόνο λόγω της μεγάλης διανομής (9 ηθοποιοί) αλλά και λόγω της άποψης. Στη σκηνή θα συνομιλήσουν η θεωρία της σχετικότητας του Αινστάιν και η…σχετικότητα που επικρατεί στις ανθρώπινες σχέσεις. Αν όλα είναι ρευστά στο σύμπαν τότε στην ανθρώπινη κοινωνία η σχετικότητα χτυπάει κόκκινο. Αν τα σώματα δεν ξέρουν αν διέπονται από τους νόμους του Ευκλείδη, του Γαλιλαίου η του Νεύτωνα τότε πως στο καλό θέλουμε να γνωρίζουμε τους νόμους βάση των οποίων υπάρχουν και λειτουργούν και τα φθαρτά σώματα των κακόμοιρων των ανθρώπων. Γι’ αυτό είναι χρήσιμο να κρατάμε μια «πισινή». Μπορεί με αμετροέπεια και υπέρμετρη ματαιοδοξία να λυσσάμε υποστηρίζοντας ότι «έτσι είναι» άλλα μια διαφυγή του τύπου «αν έτσι νομίζετε» δεν βλάπτει.
Ο χωροχρόνος του Αισταιν παρεισφρύει με τρόπο γκροτέσκο, κωμικό και δραματικό μαζί στην καθημερινότητα των ανθρώπων που προσπαθούν να μάθουν ποιος λέει αλήθεια και ποιος ψέματα. η Κα Φρόλα η ο Κος Πόντζα.
H Μάνια Παπαδημητρίου θα παίξει το κεντρικό ρόλο της μυστηριώδους Κας Φρόλα.
Μετά την επιτυχημένη παρουσίαση του περσινού χειμώνα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Καλαμάτα, η παράσταση «Camille Claudel Mudness» του Γιάννη Λασπιά σε σκηνοθεσία Πάνου Κούγια, θα παιχτεί για 8 μόνο παραστάσεις μέσα στον Οκτώβριο.
Στο ρόλο της Καμίλ Κλοντέλ η αξιόλογη Μάνια Παπαδημητρίου και δίπλα της η Αγγελική Καρυστινού ως Κονστάνς Πασκάλ, ενώ η Μαρίνα Χρονοπούλου τις συνοδεύει στο πιάνο.
Το έργο διαδραματίζεται στον εγκαταλελειμμένο χώρο μιας γκαλερί, που η σύνθεσή του θυμίζει παρατημένη σκηνική εγκατάσταση ψυχιατρικής πτέρυγας. Ένα πιάνο ενεργοποιεί τον χώρο και συνοδεύει ό,τι σε λίγο θα γεννηθεί.
Η Καμίλ Κλοντέλ, η πρώτη γυναίκα γλύπτρια και η Κονστάνς Πασκάλ, η πρώτη γυναίκα ψυχίατρος, συναντιούνται σε ένα φανταστικό πρωτότυπο διάλογο σχέσης γιατρού – ασθενούς. Μέσα από τις συναντήσεις τους ξετυλίγονται οι αντισυμβατικές ζωές των δύο γυναικών και αναπτύσσεται ένας ισχυρός δεσμός. Η Κονστάνς θα έρθει αντιμέτωπη με ένα ολόκληρο «αντρικό» σύστημα που καταδικάζει σε εγκλεισμό και απομόνωση τα άτομα που διεκδικούν το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης και επιλογής. Δυο γυναίκες που κατάφεραν μέσα από αντίξοες συνθήκες να θέσουν τη δική τους παρουσία σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία.
Η Καμίλ και η Κονστάνς δεν συναντήθηκαν ποτέ, αλλά έζησαν και εργάστηκαν στην ίδια πόλη διαφορετική χρονική περίοδο, μοιράστηκαν παρόμοιες εμπειρίες, αντιμετώπισαν κοινές δυσκολίες και δόθηκαν με το ίδιο πάθος στην Τέχνη και την Επιστήμη.
Τέλος, το βραβευμένο αυτό έργο του Tom Ziegler, ένας ύμνος στην αξία και τη δύναμη της ζωής, παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα στο θέατρο «Αγγέλων Βήμα» στο πλαίσιο της φετινής θεματικής του ενότητας «Ντουέτα» .
Η διάσημη ντραμεντί σε μετάφραση Μαργαρίτας Δαλαμάγκα Καλογήρου και σκηνοθεσία Γιάννη Λασπιά ανεβαίνει τον Νοέμβρη με τις Αλεξάνδρα Παντελάκη και Δώρα χρυσικού στους πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Ψηλά, πάνω στα όμορφα βουνά της Βιρτζίνια, σε μια άκρη ενός μεγάλου κτήματος, που πρόσφατα ξεπουλήθηκε σε έναν απατεώνα εργολάβο, ζει ολομόναχη, η ενενηντάχρονη, μέχρι πρότινος ιδιοκτήτρια και πρώην αγρότισσα Γκρέις. Η πρόβλεψη των γιατρών απ’ το νοσοκομείο, που μόλις βγήκε είναι πως της απομένουν λίγες εβδομάδες ζωής. Η πρόβλεψη επίσης του εργολάβου είναι πως σύντομα η ηλικιωμένη γυναίκα θα τού «αδειάσει» ακόμα και εκείνο το μικρό καλύβι που τής έχει παραχωρήσει για να μείνει όσο ζει .
Ήδη, οι μπουλντόζες γκρεμίζουν το σπίτι και τις υπέροχες δεντρόφυτες εκτάσεις που το συνοδεύουν για να στηθεί, όσο πιο σύντομα γίνεται, ένα «πολυτελές resort». Απρόβλεπτη, γεμάτη θέληση για ζωή, και πάντα δραστήρια περνάει τον καιρό της ακούγοντας εκκλησιαστικούς ύμνους και κάντρι μουσική από την αγαπημένη της Ντόλυ Πάρτον, βρίσκοντας πάντα κάτι να κάνει μέσα στην ημέρα, παρά την κατάστασή της. Εκεί, στη μέση του πουθενά, εμφανίζεται η Γκλόρια μία γυναίκα σαράντα ετών, πτυχιούχος του Χάρβαρντ ,πρώην κάτοικος Νέας Υόρκης και πρώην διευθυντικό στέλεχος μεγάλης εταιρίας, που πρόσφατα παράτησε τα πάντα και ακολούθησε τον δικηγόρο σύζυγό της στο μέρος όπου γεννήθηκε, σε μια προσπάθεια να σώσουν τον γάμο τους μετά από μια οικογενειακή τραγωδία.
Η πρόβλεψη της Γκλόρια είναι πως η ζωή δεν της επιφυλάσσει τίποτα πια. Η ίδια περνάει τον καιρό της προετοιμάζοντας και συντροφεύοντας εθελοντικά ανήμπορους ανθρώπους που βρίσκονται στο τέλος της ζωής τους. Αυτή την συντροφιά έρχεται να προσφέρει και στην ηλικιωμένη γυναίκα. Μόνο που η Γκρέις δεν είναι μία ακόμα τέτοια περίπτωση. Και κει αλλάζουν όλα. Δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι, έρχονται ν’αλληλοσυμπληρωθούν μέσα από μια δυνατή ιστορία αγάπης και συμφιλίωσης με δυνατές δόσεις χιούμορ και συγκίνησης, όπου οι προβλέψεις όλων θα μείνων απλώς προβλέψεις.
Ο πολυάσχολος λοιπόν Γιάννης Λασπιάς, μιλάει στα «Νέα» για τις τρεις παραστάσεις όπου εμπλέκεται φέτος και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει με την καθεμία εξ αυτών.
Πώς μπορείτε την ίδια σεζόν από την ηθοποιία να μεταπηδάτε στη σκηνοθεσία και τη σεναριογραφία σε τρεις διαφορετικές παραστάσεις; Τι προκλήσεις αντιμετωπίζετε;
Όσον αφορά τη συγγραφή, το Camille Claudel Mudness είναι ένα έργο που έγραψα και σκηνοθέτησα το 2013 και παρουσιάστηκε με τις Δάφνη Μανούσου και Στέλλα Μπούρου. Φέτος ανεβαίνει ξανά για τέταρτη φορά, στο θέατρο Τόπος Αλλού, με την Μάνια Παπαδημητρίου, την Αγγελική Καρυστινού και τη Μαρίνα Χρονοπούλου στο πιάνο σε σκηνοθεσία Πάνου Κούγια. Επίσης σκηνοθετώ το Grace and Glory στο θέατρο Αγγέλων Βήμα και παίζω σαν ηθοποιός στην παράσταση «Έτσι είναι, αν έτσι νομίζετε» του Πιραντέλλο σε σκηνοθεσία Νίκου Καμτσή, επίσης στο Τόπος Αλλού. Ουσιαστικά λοιπόν βρίσκομαι σε δύο πρόβες καθημερινά και η μόνη δυσκολία και πρόκληση είναι η διαχείριση του χρόνου μου, ώστε να μπορώ ν’ ανταποκριθώ τίμια και στις δύο δουλειές. Στις συγκεκριμένες παραστάσεις έχω την τύχη να συνεργάζομαι μ’εξαιρετικούς συναδέλφους που κάνουν τη ζωή μου αλλά και την όλη δημιουργική διαδικασία πολύ πιο εύκολη. Ωστόσο ως ηθοποιός είναι μεγάλη ανακούφιση να μην έχω εγώ τη σκηνοθετική ευθύνη με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Νομίζω πως η σκηνοθεσία είναι μακράν πιο απαιτητική και αγχωτική διαδικασία για μένα απ’ ότι η υποκριτική. Επίσης συχνά απαιτεί και τη συγγραφική μου ιδιότητα, αφού πολλές φορές ο σκηνοθέτης επεμβαίνει και στο κείμενο που καλείται να σκηνοθετήσει.
Στο “έτσι είναι αν νομίζετε” πώς καταφέρνει να συνομιλήσει τελικά η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν με τις ανθρώπινες σχέσεις;
Ο σκηνοθέτης Νίκος Καμτσής, που μετέφρασε και διασκεύασε το διάσημο έργο του μεγάλου Ιταλού συγραφέα, θέλησε να συνδυάσει τη θεωρία της σχετικότητας με την πιραντελλική άποψη του «όλα είναι σχετικά». Ο χωροχρόνος του Αιστάιν παρεισφρύει με τρόπο γκροτέσκο, κωμικό και δραματικό μαζί στην καθημερινότητα των ανθρώπων που προσπαθούν να μάθουν με κανιβαλιστικές διαθέσεις, ποιος λέει αλήθεια και ποιος ψέματα σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, όταν εμφανίζονται δύο προσωπικότητες εντελώς διαφορετικές από τα δικά τους μέτρα και σταθμά. Εγώ ως Λαουντίζι , που ουσιαστικά είναι ο ίδιος ο Πιραντέλλο επί σκηνής, παρουσιάζω την ιστορία, εν είδει πειράματος, και αναπτύσσω σταδιακά τη θεωρία αυτή που οδηγεί στο συμπέρασμα του «Όλα είναι σχετικά»
Στο “Grace & Glorie”, πώς καταφέρνετε να φέρετε κοντά δύο τόσο διαφορετικούς κόσμους όπως είναι αυτοί της Γκρέις και της Γκλόριας ώστε να αλληλοσυμπληρωθούν;
Η αγάπη και η συνειδητοποίηση ότι κάθε ένας από μας μπορεί να κρύβει μια τραγική ιστορία και ότι όλοι έχουμε την ανάγκη του διπλανού ενώνει τους ανθρώπους κόντρα στις οποιεσδήποτε διαφορές. Στη συγκεκριμένη ιστορία, που διηγείται με μαεστρία ο Tom Ziegler, η Γκλόρια είναι μια ενενηντάχρονη αγρότισσα που μένει απομονωμένη σε κάποια βουνά στη Βιρτζίνια και η Γκρέις μια σαραντάχρονη πρώην κάτοικος της Νέας Υόρκης και πρώην μεγαλοστέλεχος σε πολυεθνική εταιρία. Δυο γυναίκες που με την πρώτη ματιά δεν έχουν τίποτα κοινό. Και όμως η μία έρχεται να συμπληρώσει την άλλη και
οι δυο μαζί να κρατηθούν στη ζωή και να γιατρέψουν τα βαριά τραύματα του παρελθόντος, μέσα από την σχέση που σταδιακά αναπτύσσουν. Αυτός ήταν και ο λόγος που με γοήτευσε αυτό το έργο, όταν μου το πρότεινε η Μαργαρίτα Δαλαμάγκα Καλογήρου, που το ‘χει μεταφράσει κιόλας. Δύο εντελώς διαφορετικοί κόσμοι, έρχονται να αλληλοσυμπληρωθούν μέσα από μια δυνατή ιστορία αγάπης και συμφιλίωσης, με μεγάλες δόσεις χιούμορ και συγκίνησης, όταν, παρά τις τεράστιες διαφορές τους, αυτές οι δύο γυναίκες βρίσκουν τα ίδια μέτρα για να ξαναμετρήσουν τις αξίες της ζωής, αλλά και την ζωή την δική τους.
Τι σας ενέπνευσε να γράψετε το “Camille Claudel Mudness”; Γιατί επιλέξατε αυτές τις δύο γυναίκες για πρωταγωνίστριες;
Η επίσκεψή μου στο Μουσείο Rodin, στο Παρίσι, ήταν η αφορμή για ν’ ανακαλύψω την φοβερή ιστορία της διάσημης γλύπτριας Camille Claudel και την θυελλώδη σχέση της με τον επίσης σπουδαίο γλύπτη Rodin. Ο Rodin ήταν ο ερωτικός σύντροφος της Camilleγια πολλά χρόνια, ο δάσκαλός της, αλλά και η μετέπειτα εμμονή της. Εκεί είδα για πρώτη φορά από κοντά τα έργα της, που αποτυπώνουν ολόκληρο το πάθος που έζησε με αυτόν τον άνθρωπο, αλλά και την πορεία της προς την ψυχική διαταραχή. Ψάχνοντας περισσότερα στοιχεία για την ιστορία της Claudel, ανακάλυψα πολλές άλλες ιστορίες γυναικών που έζησαν μια ζωή στιγματισμένη ή μια ζωή καταπιεσμένη, επειδή διάλεξαν να μην ακολουθήσουν τα πρέπει του οικογενειακού και κοινωνικού περιβάλλοντος.Μια κρυφή ζωή, καλά προστατευμένη, που βγήκε στο φως πολλά χρόνια αργότερα, ήταν και εκείνη της Constance Pascal, μετανάστριας από τη Ρουμανία που κατάφερε να σπουδάσει ιατρική στο Παρίσι, όταν ελάχιστες γυναίκες το αποτολμούσαν, πόσο μάλλον αν ήταν και μετανάστριες. Η φανταστική τους συνάντηση προέκυψε ακριβώς μέσα από το δεσμό γιατρού και ασθενή αλλά κυρίως μέσα από τα κοινά τους βιώματα.Υπήρξε ένας παράλληλος βίος αυτών των δυο γυναικών, χωρίς να έχουν γνωριστεί ποτέ, τόσο στο ερωτικό κομμάτι, όσο και στο οικογενειακό, αλλά και στις κοινωνικές καταβολές τους.
Υπάρχουν πινελιές φεμινισμού στην θεατρική σας προσέγγιση στο συγκεκριμένο έργο; Γιατί οι δύο γυναίκες τα βάζουν μ’ ένα ολόκληρο “ανδρικό” σύστημα.
Οι άνθρωποι που επιλέγουν να ζήσουν , όπως εκείνοι θέλουν, και όχι όπως τους υπαγορεύουν κοινωνικοί κανόνες και ηθικές δομές, είναι νομίζω οι δικοί μου ήρωες, ανεξαρτήτως φύλου. Στο Camille Claudel Mudness έχουμε δύο ιστορικές προσωπικότητες που εργάστηκαν, σπούδασαν και ερωτεύτηκαν σε μια σκληρή εποχή για τη θέση της γυναίκας στο κοινωνικό σύνολο. Ο προορισμός της γυναίκας ήταν εκείνος της συζύγου και μάνας. Επαγγέλματα όπως η γλυπτική, και πόσο μάλλον η ιατρική, ήταν κατεξοχήν αντρικά και το δικαίωμα του έρωτα με συντρόφους πέραν του συζύγου για μια γυναίκα φάνταζε αδιανόητο. Οι γυναίκες της Δύσης απέκτησαν το φυσικό τους δικαίωμα στην «ανθρώπινη υπόσταση», μέσα από σκληρή πορεία ζωής αμέτρητων αιώνων. Ο αποκλεισμός, ο σωματικός και πνευματικός τους βιασμός από τον «αρσενικό κόσμο» ήταν ανηλεής, κτηνώδης και απάνθρωπος. Θύματα αυτής της εξοντωτικής τακτικής υπήρξαν τόσο η διάσημη γλύπτρια Camille Claudel, όσο και η πρώτη γυναίκα ψυχίατρος της Γαλλίας, η Constance Pascal.