Η Λίσμπετ Πάλμε, η χήρα του πρωθυπουργού της Σουηδίας Ούλωφ Πάλμε που δολοφονήθηκε το 1986, η οποία είχε αναγνωρίσει επισήμως τον κύριο ύποπτο για τον φόνο, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να επιτύχει την τελεσίδικη καταδίκη του, απεβίωσε σε ηλικία 87 ετών, ανακοίνωσε σήμερα η οικογένειά της.
Χαρισματικός σοσιαλδημοκράτης ηγέτης, ο Ούλωφ Πάλμε δολοφονήθηκε εν ψυχρώ στις 28 Φεβρουαρίου 1986, σε ηλικία 59 ετών, σ’ ένα παγωμένο πεζοδρόμιο στο κέντρο της Στοκχόλμης ενώ επέστρεφε πεζή με τη γυναίκα του, χωρίς σωματοφύλακες, από τον κινηματογράφο. Ο δολοφόνος του είχε καταφέρει να διαφύγει παίρνοντας μαζί του το όπλο του εγκλήματος, το οποίο ουδέποτε βρέθηκε.
Τον Ιούλιο του 1989 ένας τοξικομανής αλκοολικός, που είχε ήδη καταδικασθεί για φόνο, κρίθηκε ένοχος, πριν αθωωθεί σε δεύτερο βαθμό μερικούς μήνες αργότερα ελλείψει αποδείξεων.
Η Λίσμπετ Πάλμε είχε αναγνωρίσει ως δολοφόνο του συζύγου της τον Κρίστερ Πέτερσον, όμως η μαρτυρία της αποδυναμώθηκε εξαιτίας παρατυπιών. Αφού είχε αρχικά ομολογήσει τον φόνο, ο Πέτερσον στη συνέχεια πήρε πίσω την ομολογία του. Πέθανε το 2004. Η δολοφονία του Ούλωφ Πάλμε παραμένει μέχρι σήμερα ανεξιχνίαστη και η έρευνα συνεχίζεται: χιλιάδες άνθρωποι έχουν καταθέσει, δεκάδες άλλοι έχουν αναλάβει την ευθύνη για τον φόνο και ο σχετικός φάκελος καταλαμβάνει ράφια συνολικού μήκους 250 μέτρων.
Υπέρμαχος του δικαιώματος των λαών στην αυτοδιάθεση, κήνσορας του αμερικανικού επεμβατισμού στη Νότια Αμερική και του νοτιοαφρικανικού απαρτχάιντ, ο Ούλωφ Πάλμε είχε δημιουργήσει πολλούς εχθρούς στο εξωτερικό, αλλά και στη Σουηδία, όπου κύκλοι του στρατού τον θεωρούσαν πιόνι της Σοβιετικής Ένωσης.