Ο ιδρυτής του ιστοτόπου WikiLeaks Τζούλιαν Ασάνζ, ο οποίος έχει καταφύγει εδώ και 6 χρόνια στην πρεσβεία του Ισημερινού στο Λονδίνο, προσέφυγε στη δικαιοσύνη εναντίον της κυβέρνησης της χώρας αυτής, διαμαρτυρόμενος για τις συνθήκες διαβίωσής του.
Ο Ασάνζ «κατηγορεί την κυβέρνηση του Ισημερινού ότι καταπατά τα θεμελιώδη δικαιώματά του και την ελευθερία του» αναφέρεται σε ανακοίνωση που αναρτήθηκε στο WikiLeaks. Διευκρινίζεται ότι στη δικαιοσύνη προσέφυγε ο Ισπανός πρώην δικαστής Μπαλτάσαρ Γκαρθόν, ο δικηγόρος του Ασάνζ, που βρίσκεται ήδη στο Κίτο.
Ο 47χρονος Ασάνζ βρήκε άσυλο στην πρεσβεία το 2012, για να αποφύγει την έκδοσή του στη Σουηδία, όπου κατηγορείται για βιασμό και σεξουαλική επίθεση. Η υπόθεση αυτή έχει πλέον μπει στο αρχείο. Όμως η βρετανική δικαιοσύνη αρνείται να άρει το ένταλμα σύλληψης σε βάρος του, με το σκεπτικό ότι τότε είχε αφεθεί ελεύθερος υπό όρους, τους οποίους δεν τήρησε. Ο ίδιος φοβάται ότι αν βγει από την πρεσβεία θα συλληφθεί και κατόπιν θα εκδοθεί και θα δικαστεί στις ΗΠΑ επειδή το 2010 ο ιστότοπός του δημοσίευσε χιλιάδες απόρρητα στρατιωτικά και διπλωματικά έγγραφα.
Σύμφωνα με το WikiLeaks, πριν από επτά μήνες ο Ισημερινός απείλησε να αποσύρει τα μέτρα προστασίας και απέκλεισε την πρόσβαση του Ασάνζ στον υπόλοιπο κόσμο, καθώς αρνήθηκε να δώσει άδεια σε δημοσιογράφους και οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων να επικοινωνήσουν μαζί του, ενώ παράλληλα του έκοψε την πρόσβαση στο διαδίκτυο. Οι επικοινωνίες του Ασάνζ έχουν πλέον μερικώς αποκατασταθεί.
Ο Μπαλτάσαρ Γκαρθόν, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε σήμερα είπε ότι ο Ασάνζ βιώνει μια “απάνθρωπη κατάσταση” επειδή καθυστερεί να δοθεί λύση στο πρόβλημα, το οποίο θα έπρεπε να χειριστούν “οι εμπλεκόμενες χώρες, δηλαδή ο Ισημερινός, οι ΗΠΑ και η Βρετανία”.
Ο Ισημερινός από την πλευρά του υποστηρίζει ότι διέκοψε τις επικοινωνίες του Ασάνζ με τον υπόλοιπο κόσμο επειδή εκείνος δεν τήρησε τη γραπτή δέσμευσή του να μην δημοσιεύει μηνύματα που μπορεί να βλάψουν τις σχέσεις του Κίτο με άλλες χώρες. Ο Ασάνζ είχε αναρτήσει μηνύματα στο Twitter καταγγέλλοντας τις διώξεις σε βάρος του πρώην προέδρου της Καταλονίας Κάρλες Πουτζδεμόν και τις κυρώσεις της Βρετανίας σε βάρος της Ρωσίας για την υπόθεση Σκριπάλ.