Τόσο ο Ζόραν Ζάεφ όσο και ο Αλέξης Τσίπρας μπορούν να θεωρηθούν ήταν από τους νικητές της μεγάλης κοινοβουλευτικής μάχης στην ΠΓΔΜ.
Ο πρώτος γιατί κατάφερε, έστω και υπό το βάρος καταγγελιών για κάθε είδους θεμιτές και αθέμιτες παρεμβάσεις του διεθνούς παράγοντα και ιδίως των ΗΠΑ, να εξασφαλίσει τον «μαγικό αριθμό» των 80 ψήφων για την έναρξη της συνταγματικής αναθεώρησης που είναι ο κορμός της Συμφωνίας των Πρεσπών και ανοίγει το δρόμο για την εισδοχή της «Βόρειας Μακεδονίας» στο ΝΑΤΟ και την έναρξη ενταξιακών διαδικασιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο δεύτερος γιατί μια επιλογή, με σημαντικό κόστος, στην οποία όμως επέμεινε, προς το παρόν τουλάχιστον προχωράει κανονικά και δεν κατατάσσεται στις πολιτικές αποτυχίες. Γιατί είναι προφανές ότι εάν δεν προχωρούσε αυτή η διαδικασία, ο Αλέξης Τσίπρας θα χρεωνόταν ταυτόχρονα τη διαμαρτυρία εντός Ελλάδας όσων διαφωνούν με τη Συμφωνία των Πρεσπών και το πολιτικό κόστος από την αποτυχία της διαπραγμάτευσης.
Εάν ψάξουμε για ηττημένους, τουλάχιστον στο τακτικό επίπεδο, πέραν της ηγεσία του VMRO, τότε θα πρέπει να μιλήσουμε για τον Πάνο Καμμένο. Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας διαπίστωσε χτες ότι η νίκη του στην ενδοκυβερνητική σύγκρουση με τον Νίκο Κοτζιά αποδείχτηκε μάλλον πύρρεια, εφόσον η βασική του επένδυση, που ήταν ότι δεν θα προχωρούσε η συμφωνία (έφτασε, άλλωστε, μέχρι του σημείου να συζητά plan B με τον αμερικανό ομόλογό του), διαψεύστηκε και τώρα βρίσκεται να έχει στηρίξει με κάθε τρόπο μια κυβέρνηση, η οποία κινείται για το Μακεδονικό προς την επικύρωση της κατεύθυνσης που θεωρεί προδοτική.
Επιτάχυνση πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα
Μόνο που ταυτόχρονα η εξέλιξη αυτή ανοίγει και το δρόμο εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων. Μάλιστα, θα έλεγε κανένας ότι εκεί που μετά το δημοψήφισμα στη γειτονική χώρα αρκετοί στην Ελλάδα θεωρούσαν ότι η υπόθεση πήγαινε πίσω χρονικά, τώρα τρέχουν να επανεκτιμήσουν την κατάσταση και να τοποθετηθούν αναλόγως.
Η εκκίνηση της συνταγματικής αναθεώρησης στην ΠΓΔΜ εκ των πραγμάτων μας επαναφέρει στον αρχικό χρονικό σχεδιασμό, μια που όλα δείχνουν ότι θα ολοκληρωθεί χωρίς να χρειαστεί προσφυγή στις κάλπες. Αυτό σημαίνει ότι στις αρχές του 2019 η διαδικασία από τη μεριά της γειτονικής χώρας θα έχει ολοκληρωθεί. Τότε έρχεται η ώρα της ελληνικής βουλής να κυρώσει τη σχετική συμφωνία.
Σημειώνουμε εδώ ότι όλα δείχνουν ότι εκείνη την περίοδο, στις αρχές 2019, θα έχει ολοκληρωθεί η διανομή της όποιας εκδοχής του φετινού «κοινωνικού μερίσματος», ενώ θα έχει αποσαφηνιστεί πιθανώς ότι δεν θα περικοπεί η προσωπική διαφορά για τους «παλιούς» συνταξιούχους. Δηλαδή, θα είμαστε σε μια περίοδο όπου η κυβέρνηση ως προς τον κορμό των «παροχών» που υποσχέθηκε, θα είναι έτοιμη να δώσει εκλογές.
Οι κρίσιμες πλειοψηφίες στη Βουλή
Εδώ προκύπτουν δύο διαφορετικές παράμετροι και δυο διαφορετικοί συσχετισμοί.
Από τη μια χρειάζεται να υπάρξει κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ της συμφωνίας.
Από την άλλη, εάν ισχύουν οι κατά καιρούς δηλώσεις του Πάνου Καμμένου και άλλων στελεχών των ΑΝΕΛΛ για απόσυρση της εμπιστοσύνης τους προς την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα πριν από την υπερψήφιση της συμφωνία των Πρεσπών, χρειάζεται να υπάρξει και μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία που να δώσει εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση.
Ως προς τον πρώτο συσχετισμό, αυτόν που αφορά την ίδια τη συμφωνία, η πλειοψηφία δείχνει να διαμορφώνεται εάν συνυπολογίσουμε ότι με βάση διάφορες δηλώσεις τους ο Σταύρος Θεοδωράκης, ο Σπύρος Δανέλλης, ο Σπύρος Λυκούδης, η Κατερίνα Παπακώστα και ο Θανάσης Παπαχριστόπουλος έχουν δηλώσει ότι θα υπερψηφίσουν την συμφωνία.
Ως προς το δεύτερο συσχετισμό, παρότι ο Σταύρος Θεοδωράκης έχει δηλώσει ότι δεν δίνει ψήφο εμπιστοσύνης, έχουμε τις σαφείς τοποθετήσεις και του Κώστα Ζουράρι και της Έλενας Κουντουρά ότι δεν θα ρίξουν την κυβέρνηση, πράγμα που σημαίνει ότι και εδώ η κυβέρνηση δείχνει να μπορεί οριακά να επιβιώσει και μιας διαδικασίας πρότασης δυσπιστίας.
Ο Πάνος Καμμένος και ο χρόνος των εκλογών
Ωστόσο, πάνω σε αυτό τον καμβά υπάρχουν διαφορετικά σενάρια που αφορούν κυρίως το πώς θα συμπεριφερθεί ο Πάνος Καμμένος.
Εάν η δήλωση περί μη εμπιστοσύνης γίνει πριν την ψηφοφορία στη Βουλή για τη Συμφωνία των Πρεσπών, τότε θα προηγηθεί η όποια κοινοβουλευτική διαδικασία που θα αφορά την εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση.
Υπενθυμίζουμε ότι η μεν πρόταση δυσπιστίας χρειάζεται την υπερψήφιση από 151 βουλευτές και δεν μπορεί να επαναληφθεί πριν περάσουν 6 μήνες, ενώ η ψήφος εμπιστοσύνης χρειάζεται την πλειοψηφία των παρόντων και σίγουρα πάνω από 120 ψήφους.
Σε αυτή την περίπτωση πρέπει πρώτα να ανασυγκροτηθεί η κυβερνητική πλειοψηφία και μετά να ακολουθήσει η ψηφοφορία για τη συμφωνία των Πρεσπών. Η κυβέρνηση, εάν έχει επιβιώσει έστω και χωρίς τους ΑΝΕΛΛ, θα μπορεί να συνεχίσει να κυβερνά αν και πλέον θα είναι εμφανές ότι θα είναι μια κυβέρνηση εντελώς προεκλογική, εφόσον θα έχει μεν κοινοβουλευτικό συσχετισμό υπέρ της αλλά όχι ακριβώς το συσχετισμό των εκλογών του 2015. Όμως, θα είναι πλέον στο χέρι του πρωθυπουργού το εάν και πότε θα γίνουν εκλογές.
Εάν η κυβέρνηση δεν μπορέσει να επιβιώσει μιας τυχόν πρότασης δυσπιστίας ή δεν συγκεντρώσει ψήφο εμπιστοσύνης, τότε θα πάμε σε εκλογές αναγκαστικά με τη συμφωνία να μην έχει ψηφιστεί. Το ενδεχόμενο αυτό θεωρείται το πιο οριακό, αλλά τυπικά παραμένει ένα ενδεχόμενο.
Εάν ο Πάνος Καμμένος επιλέξει να μην αποσύρει την εμπιστοσύνη του πριν την ψηφοφορία για τη Συμφωνία των Πρεσπών, τότε θα η ψηφοφορία για τη συμφωνία θα γίνει, αυτή θα συγκεντρώσει την αναγκαία πλειοψηφία και θα επικυρωθεί και στη συνέχεια οι ΑΝΕΛΛ, ή τουλάχιστον ένα μέρος τους θα αποσυρθούν από την κυβέρνηση και κατά συνέπεια αυτή δεν θα έχει πλέον τη δεδηλωμένη.
Τα διαφορετικά σενάρια των εκλογών
Εδώ υπάρχουν διάφορα ενδεχόμενα. Εάν ο πρωθυπουργός έχει αποφασίσει να πάει σε «τριπλές» εκλογές τον Μάιο, τότε είναι πιθανό σε μια ορισμένη συνεννόηση με τον Πάνο Καμμένο, το διαζύγιο να είναι συναινετικό και να συμπέσει πρακτικά με την προκήρυξη πρόωρων εκλογών και άρα η διαδικασία να πάει αρκετά ομαλά.
Άλλωστε, όπως αναφέραμε η κυβέρνηση εάν πετύχει τη μη περικοπή των συντάξεων και με ψηφισμένη τη συμφωνία, όπως και την «έξοδο από τα μνημόνια», θα έχει τους κατά την εκτίμησή της αναγκαίους όρους για τις εκλογές (τους οποίους εν μέρει θα μπορεί να επικαλείται ως «έργο» και ο Καμμένος)
Εάν ο πρωθυπουργός θέλει όντως να εξαντλήσει τη θητεία και να χειριστεί το όποιο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών (π.χ. εάν εκτιμά ότι η διασπορά της ψήφου θα οδηγήσει σε μικρή σχετικά διαφορά) τότε μετά την απομάκρυνση του Πάνου Καμμένου από την κυβερνητική πλειοψηφία, θα προσπαθήσει να ανασυγκροτήσει μια πλειοψηφία, πιθανώς με βουλευτές που θα αποτελέσουν στην πραγματικότητα και τη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν είναι παράλογο για παράδειγμα να εκτιμήσει κανείς ότι π.χ. βουλευτές των ΑΝΕΛΛ αναγνωρίσιμοι θα προτιμήσουν την παρουσία σε ένα ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ παρά την βέβαιη εκλογική αποτυχία με το κόμμα του Πάνου Καμμένου.
Εάν ο πρωθυπουργός εκτιμά ότι η υπερψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών, σε συνδυασμό με τη μη περικοπή των συντάξεων και την ανάγκη να πιέσει την αντιπολίτευση, συνιστά ένα καλό momentum, τότε θα μπορούσε να προχωρούσε σε προκήρυξη των εκλογών αμέσως μετά την υπερψήφιση της συμφωνίας, κάτι που αντιστοιχεί και στη γνωστή δήλωση ότι Καμμένος και Τσίπρας «θα τα πουν το Μάρτη», οπότε μιλάμε για εκλογές την άνοιξη και όχι για τριπλές εκλογές.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις η πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να πείσει τον Πάνο Καμμένο, που είναι αντικειμενικά σε δύσκολη θέση, ότι ο όποιος χειρισμός θα είναι τελικά προς το συμφέρον του.
Σε κάθε περίπτωση, η ψηφοφορία στη Βουλή της ΠΓΔΜ αποτελεί καταλύτη και εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων.