Ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε εξήρε την Τετάρτη τη «σταθερότητα» της ιταλικής οικονομίας στη διάρκεια μιας επίσκεψης στη Ρωσία, καθώς η κυβέρνησή του έχει εμπλακεί σε ένα μπρα ντε φερ με τις Βρυξέλλες σχετικά με τον προϋπολογισμό της για το 2019.
«Να είστε σίγουροι ότι τα θεμέλια της οικονομίας μας είναι ισχυρά, ότι η οικονομία μας είναι σταθερή και οφείλουμε μόνο να προχωρήσουμε μπροστά. Η κυβέρνηση θα κάνει αυτό που της αναλογεί» για να βοηθήσει τις επιχειρήσεις, διαβεβαίωσε ο επικεφαλής της ιταλικής κυβέρνησης, ενώπιον μιας συνάντησης Ιταλών και Ρώσων επιχειρηματιών στη Μόσχα.
«Είμαστε η δεύτερη βιομηχανική κοινότητα της Ευρώπης, είμαστε πιθανόν η χώρα με τον πιο ισχυρό ιστό μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η πιο σταθερή στην Ευρώπη και πρέπει να είμαστε περήφανοι γι’ αυτό», είπε ο Κόντε, ο οποίος αναμένεται να συναντηθεί στη διάρκεια της ημέρας με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
«Είμαστε μια μεγάλη ομάδα: η κυβέρνηση, οι θεσμοί, οι επιχειρηματίες, οι εργάτες. Πρέπει να κάνουμε ομάδα», είπε.
«Στον προϋπολογισμό (2019) δίνουμε επίσης προσοχή στη μείωση των επιβαρύνσεων, επειδή έχουμε αντιληφθεί πως στην Ιταλία, με τον καιρό, τα εργατικά κόστη έχουν επισωρευθεί στην ανταγωνιστικότητα», δήλωσε, λέγοντας πως η Ιταλία έχει ωστόσο «όλα τα χαρτιά στα χέρια για να απελευθερώσει το δυναμικό της».
Ο κυβερνών λαϊκιστικός συνασπισμός στην Ιταλία απέκλεισε την Τρίτη (χθες) κάθε αλλαγή στον προϋπολογισμό για το 2019, παρά την απόρριψή του από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μια απόφαση που παρόμοιά της δεν έχει ληφθεί ποτέ μέχρι σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Ματέο Σαλβίνι, επικεφαλής της Λέγκας (ακροδεξιά) και ισχυρός άνδρας της κυβέρνησης συνασπισμού με το Κίνημα Πέντε Αστέρια (M5S, αντισυστημικό), επέμεινε από την πλευρά του σήμερα σε μια πιο επιθετική ρητορική.
«Είναι μια επίθεση εναντίον της ιταλικής οικονομίας. Όχι μόνο δεν θα αλλάξουμε ούτε κόμμα, αλλά αν συνεχίσουν να χτυπάνε στην τύχη, θα με κάνουν να θέλω να δώσω περισσότερα χρήματα στους Ιταλούς», δήλωσε στο ραδιόφωνο.
«Υπάρχει μια Ιταλία που θέλει να τρέξει και όχι να είναι σκλάβα παράλογων κανόνων» επέμεινε, επιβεβαιώνοντας πως η κυβέρνηση θέλει να έχει τον χρόνο να κάνει διάλογο με τις Βρυξέλλες χωρίς να ενδίδει «στην πολιτική ψυχολογικής τρομοκρατίας».