Ενα αποκαλυπτικό ρεπορτάζ για τα ρήγματα του Ιονίου και τι ακριβώς είχαν βρει οι Ελληνες επιστήμονες, δημοσίευσαν στις 23 Φεβρουαρίου τα «Νέα». Στο ρεπορτάζ αυτό καταγράφονταν τα ρήγματα που θα μπορούσαν να δώσουν σεισμούς σαν κι αυτόν που χτύπησε τη Ζάκυνθο τα ξημερώματα της Παρασκευής. Συγκεκριμένα:
Τα ρήγματα στα οποία αναμένεται να εκδηλωθούν οι επόμενοι μεγάλοι σεισμοί του Κεντρικού Ιονίου κατάφεραν να εντοπίσουν έλληνες επιστήμονες. Πρόκειται για τρία κομμάτια μεγάλων ρηγμάτων τα οποία δεν «έσπασαν» κατά τη διάρκεια πρόσφατων ισχυρών σεισμών: Το πρώτο, μήκους 6 χιλιομέτρων, εντοπίζεται κατά μήκος της δυτικής ακτής της Λευκάδας, το δεύτερο, μήκους 14 χιλιομέτρων, βρίσκεται βορειοδυτικά της Κεφαλονιάς και το τρίτο με μήκος 30 χιλιόμετρα κατεγράφη στις δυτικές ακτές του νησιού.
Αξιοποιώντας δεδομένα από δορυφορικά ραντάρ οι επιστήμονες εξέτασαν την παραμόρφωση που προκάλεσαν τέσσερις παλαιότεροι ισχυροί σεισμοί στα νησιά του Κεντρικού Ιονίου, χαρτογράφησαν με ακρίβεια τα ρήγματά τους και ανακάλυψαν τα κομμάτια τους που δεν έχουν «σπάσει» αποκαλύπτοντας έτσι τις περιοχές που είναι πιθανό να παραγάγουν σεισμούς στο μέλλον. Σύμφωνα με τους ίδιους, τα σεισμικά κενά που χαρτογραφήθηκαν μπορούν να δώσουν σεισμικές δονήσεις μεγέθους από 5,5 έως 6,5 ρίχτερ. Οι σεισμολόγοι επισημαίνουν ότι με τη συγκεκριμένη μέθοδο δεν είναι δυνατό να προβλεφθεί η χρονική εκδήλωση σεισμών, δίνουν, όμως, έναν ορίζοντα 20ετίας για τη διάρρηξη των ρηγμάτων στα συγκεκριμένα σημεία.
Η χαρτογράφηση των σεισμών
Τη διαδικασία που ακολούθησαν οι επιστήμονες και τα ευρήματα της μελέτης εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο γεωλόγος και διευθυντής ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου δρ Αθανάσιος Γκανάς. «Τα τελευταία 15 χρόνια τέσσερις σεισμοί μεγέθους μεγαλύτερου των 6 ρίχτερ εκδηλώθηκαν στο Κεντρικό Ιόνιο Πέλαγος, μία από τις πιο ενεργές σεισμικά περιοχές της Ευρώπης», λέει. Πρόκειται για την δόνηση της 14ης Αυγούστου 2003 που έπληξε τη Λευκάδα με μέγεθος 6,2 ρίχτερ, τους σεισμούς των 6,1 και 6 ρίχτερ που χτύπησαν την Κεφαλονιά τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2014 και τον σεισμό των 6,5 ρίχτερ που εκδηλώθηκε στη Λευκάδα το Νοέμβριο του 2015. Πριν από αυτούς, το 1983 στην θαλάσσια περιοχή νοτιοδυτικά της Κεφαλονιάς είχε σημειωθεί σεισμός 6,8 ρίχτερ. Ηταν φαινόμενα που προκάλεσαν ανθρώπινες απώλειες, εκτεταμένες υλικές καταστροφές και κατολισθήσεις. Είναι ενδεικτικό ότι το 2015 μετά τον σεισμό το νησί της Λευκάδας είχε μετατοπιστεί κατά 36 εκατοστά σύμφωνα με τις μετρήσεις. Παρ” όλ” αυτά, δεν υπήρχαν επιφανειακές εκδηλώσεις του ρήγματος.
«Τα δεδομένα της διαστημικής γεωδαισίας μάς έδωσαν μια άνευ προηγουμένου λεπτομερή χαρτογράφηση της εδαφικής παραμόρφωσης που προέκυψε από την συγκεκριμένη σεισμική δραστηριότητα», συνεχίζει ο δρ Γκανάς. «Με δορυφορικές εικόνες εκείνης της περιόδου αναλύσαμε σε πρώτη φάση τον σεισμό του 2003. Αυτός ο σεισμός οριοθετήθηκε, δηλαδή η παραμόρφωση που προέκυψε από αυτόν μας έδωσε τις ακριβείς συντεταγμένες του ρήγματος.
Το ρήγμα βρέθηκε με γεωδαιτικά δεδομένα πολύ πιο ακριβή από ό,τι με τα σεισμολογικά δεδομένα που είχαμε τότε και διαπιστώσαμε ότι εντοπίζεται παράλληλα με τις δυτικές ακτές της Λευκάδας. Στη συνέχεια προχωρήσαμε με την ίδια τεχνική και εντοπίσαμε τα ρήγματα που προκάλεσαν τους σεισμούς στις 26 Ιανουαρίου και στις 3 Φεβρουαρίου του 2014 στην Κεφαλληνία και έπειτα το ρήγμα που διερράγη το 2015 στην Λευκάδα. Από την μεθοδολογία αυτή προέκυψαν κάποια κενά μεταξύ των διαδοχικών διαρρήξεων, τα οποία εκτιμάται ότι θα γεμίσουν με τις σεισμικές διαρρήξεις που λείπουν δίνοντας δονήσεις. Εφόσον συμβεί αυτό, το μέγεθος των αναμενόμενων σεισμών κυμαίνεται σε 5,5 ρίχτερ για το πρώτο σεισμικό κενό, σε 6 Ρίχτερ για το δεύτερο και σε 6,5 ρίχτερ για το τρίτο. Το πότε θα συμβεί δεν το γνωρίζουμε γιατί βραχυπρόθεσμη πρόγνωση των σεισμών είναι αδύνατη. Βάσει του ρυθμού ολίσθησης του ρήγματος μετασχηματισμού της Κεφαλληνίας (CTF), όμως, ένας πιθανός ορίζοντας κλεισίματος αυτών των κενών είναι η επόμενη 20ετία», προσθέτει ο γεωλόγος.
Η επιστημονική προσέγγιση
Ο δρ Γκανάς επισημαίνει ότι για όλα αυτά υπάρχουν αβεβαιότητες, όπως άλλωστε για πολλές παραμέτρους της σεισμολογίας. «Είμαστε όμως κοντά στο να προσεγγίσουμε με επιστημονικά δεδομένα αυτό το πρόβλημα, δηλαδή το πώς δουλεύουν τα μεγάλα ρήγματα. Και να βρίσκουμε τα όρια των διαρρήξεων όχι μόνο με τη σεισμολογία αλλά με την βοήθεια δορυφόρων», σημειώνει.
Για τη συγκεκριμένη έρευνα χρησιμοποιήθηκε η δορυφορική συμβολομετρία, μια τεχνολογία που θεωρείται πλέον ώριμη. «Στην ουσία παίρνουμε εικόνες που έχουν ληφθεί πριν και μετά τον σεισμό, αφαιρούμε την μία από την άλλη και αυτό που προκύπτει είναι η διαφορά, δηλαδή η κίνηση του εδάφους».
Για τη διεξαγωγή της χρειάστηκαν περισσότερα από δύο χρόνια. Το 2016 πραγματοποιήθηκε μια μεγάλη δημοσίευση στο επιστημονικό περιοδικό «Τectonophysics» στην οποία παρουσιάστηκαν τα βασικά αποτελέσματα με τα στοιχεία «Ganas et al., 2016. Coseismic deformation, field observations and seismic fault of the 17 November 2015 M = 6.5, Lefkada Island, Greece earthquake, Tectonophysics, 687, 210-222, ISSN 0040-1951» (http://dx.doi.org/10.1016/j.tecto.2016.08.012) ενώ πλέον οι επιστήμονες έχουν καταλήξει στα οριστικά συμπεράσματά τους.
Στην υλοποίηση της έρευνας συμμετείχαν εκτός από τον δρα Αθανάσιο Γκανά και οι επιστήμονες Π. Ηλίας, Μ. Ιλίεβα, Ντ. Δημητρόφ, Π. Μπριολ, Ισ. Παρχαρίδης, Σ. Βαλκανιώτης, Γ. Παπαθανασίου, Α. Παπαστέργιος, Π. Αργυράκης, Ε. Μενδωνίδης και Ε. Κόλλια.