Ο Αλεξάντερ Στουμπ, ο κεντροδεξιός πρώην πρωθυπουργός της Φινλανδίας που διεκδικεί το χρίσμα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) ώστε να είναι ο υποψήφιός του για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής την επόμενη χρονιά, έθεσε ξανά το Σάββατο θέμα αποπομπής του δεξιού πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, του Βίκτορ Όρμπαν, από αυτή την πολιτική ομάδα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αν ο Όρμπαν εναντιώνεται στις αξίες του ΕΛΚ, πρέπει να το εγκαταλείψει, τόνισε ο Στουμπ, ο οποίος φιλοδοξεί να μπορέσει να εκλεγεί επικεφαλής της Κομισιόν το 2019, μιλώντας στον γερμανικό όμιλο μέσων ενημέρωσης Redaktionsnetzwerk Deutschland.
Ο Στουμπ τόνισε ότι επιδεικνύει μηδενική ανοχή έναντι της μισαλλοδοξίας, ενώ αποκάλεσε τους περιορισμούς που επιβάλλει ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας στην ελευθερία της έκφρασης, στην ελευθερία του συναθροίζεσθαι αλλά και στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση απολύτως απαράδεκτους.
Τον Σεπτέμβριο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ψήφισε υπέρ της έναρξης μιας διαδικασίας επιβολής κυρώσεων σε βάρος της Ουγγαρίας, κρίνοντας ότι η χώρα αυτή «παραβιάζει κατάφωρα» θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ. Η συγκεκριμένη διαδικασία μπορεί να οδηγήσει στη στέρηση του δικαιώματος ψήφου της Βουδαπέστης στην ΕΕ.
Ωστόσο η ψηφοφορία αυτή προκάλεσε τη διαίρεση του ΕΛΚ. Ένας από τους βασικούς αντιπάλους του Στουμπ, ο γερμανός ευρωβουλευτής Μάνφρεντ Βέμπερ, τάχθηκε υπέρ της έναρξης της διαδικασίας κυρώσεων, αλλά ταυτόχρονα εναντίον της αποπομπής του Όρμπαν. Ο ούγγρος πρωθυπουργός, από την πλευρά του, υποστηρίζει την υποψηφιότητα του Βέμπερ.
Ο Βέμπερ και ο Στουμπ θα συναντηθούν την επόμενη εβδομάδα στο Ελσίνκι, όπου το ΕΛΚ θα διεξαγάγει το συνέδριό του. Εάν αυτή η πολιτική ομάδα διατηρήσει την πλειοψηφία της στο ΕΚ μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019, ο υποψήφιός της πιθανότητα θα διαδεχθεί τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ακόμη, στις δηλώσεις του το Σάββατο, ο Στουμπ τάχθηκε υπέρ της πολιτικής της καγκελαρίου Ανγκελας Μέρκελ για την αντιμετώπιση της κρίσης των προσφύγων και των μεταναστών, επαινώντας την ιδίως διότι συνέβαλε καθοριστικά στο κλείσιμο της συμφωνίας με την Τουρκία το 2016 που επέτρεψε να μειωθούν οι ροές των προσφύγων από τη Συρία.