Στο χώρο του βιβλίου κάθε άλλο παρά νέος είναι. Αν και δεν είναι full time συγγραφέας, μετράει κιόλας 10 βιβλία που έχουν κυκλοφορήσει στα ράφια των βιβλιοπωλείων και φέρουν το όνομά του ως συγγραφέα. Παρ’ όλα αυτά, το βιβλίο του Θοδωρή Γκόνη «Εφτά λευκά πουκάμισα» από τις εκδόσεις Άγρα, είναι εκείνο που ταξίδεψε πρόσφατα μέχρι τις Βρυξέλλες για να αποκαλύψει τα μυστικά του στο ελληνόφωνο κοινό του Βελγίου.
Ο σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Καβάλας και του Φεστιβάλ Φιλίππων, καλεσμένος του πολιτιστικού συλλόγου Νότα και του Συντονιστικού Γραφείου Εκπαίδευσης και σε συνεργασία με τον Ελληνικό Κύκλο, βρέθηκε την Πέμπτη 25 Οκτωβρίου στην βελγική πρωτεύουσα.
Μιλώντας με θερμά λόγια η φιλόλογος Τούλα Κολιαδήμου και η νομικός Ελένη Τσερέπα, αναφέρθηκαν στη νέα συλλογή διηγημάτων του Γκόνη που γράφτηκαν την περίοδο 2012-2017 ανάμεσα σε Βορρά και Νότο.
Είναι ιστορίες που γράφτηκαν με το μολύβι και τη γομολάστιχα. Με το σφυγμό τους. Με το ρυθμό της καρδιάς ενός ναυτικού, ενός νομάδα που μετακινείται διαρκώς με το μικρό του κοπάδι, ψάχνοντας το χόρτο του. Ιστορίες που γράφτηκαν κυρίως σε αίθουσες αναμονής αεροπλάνων, λεωφορείων και τρένων. Κι αν όχι όλες, οι περισσότερες κρύβουν ζηλότυπα στις αποσκευές τους το εισιτήριο της οριστικής επιστροφής. Μιας επιστροφής που διαρκώς αναβάλλεται. Εφτά λευκά πουκάμισα. Η καλή φορεσιά ενός σπιτιού, που προσπάθησε να μην την τσαλακώσει ποτέ και τη φόρεσε μοναχά στις μεγάλες του ώρες. Στα ταξίδια του στις στενές θάλασσες και στους χωματένιους δρόμους αυτού του βίου.
Με την ευκαιρία της παρουσίας του Γκόνη στις Βρυξέλλες, ο ίδιος διοργάνωσε και σεμινάριο αρχαίου δράματος το Σάββατο 27 Οκτωβρίου, διαβάζοντας τον «Οιδίποδα Τύραννο» του Σοφοκλή σε τρία μέρη.
«Αν και γενικότερα ήμουν εναντίον των σεμιναρίων, τώρα με αυτό κατάλαβα πως η έντασή του είναι διαφορετική αφού ξεφεύγει από τα πράγματα που γίνονται στις πρόβες και στα μαθήματα. Ακούγονται πράγματα που είναι πολύ πιο ερεθιστικά για το αντικείμενο και τη δουλειά μας», τονίζει ο σκηνοθέτης μιλώντας στα «Νέα».
Αν και αρχικά το σεμινάριο απευθύνθηκε σε ηθοποιούς, σκηνοθέτες και εκπαιδευτικούς, τελικά ήταν ανοιχτό σε όσους αγαπούν κι ενδιαφέρονται για το θέατρο και τη λογοτεχνία. «Ήταν αρκετός κόσμος παρών στο σεμινάριο. Φοιτητές, εκπαιδευτικοί, υπάλληλοι στην Κομισιόν. Έχουν μεράκι και καημό με τη γλώσσα. Μου άρεσε η δύναμη που κουβαλάει η γλώσσα τους. Οι περισσότεροι ζουν αρκετά χρόνια εκεί και κρατούν τη γλώσσα ψηλά σε στοιχεία. Κρατούν λεπτομέρειες που εμείς δεν τις χρησιμοποιούμε πια. Αλλά ακόμα κι έτσι, φαίνεται πως η γλώσσα τους κρατάει έναν καημό της ψυχής. Έχει μεγαλύτερη βαρύτητα και πυκνότητα όταν είναι εκτός έδρας», επισημαίνει ο επίσης συγγραφέας και ποιητής.
Ως άνθρωπος του γραψίματος και ο ίδιος, στην βόλτα του στο κέντρο της βελγικής πρωτεύουσας, παρατήρησε στοιχεία της πόλης που συνδέονται με τα βιβλία. «Για μένα ήταν πολύ σημαντικό που συναντούσα στοιχεία της αγαπημένης μου συγγραφέος στις βιτρίνες των καταστημάτων, στις επιγραφές των δρόμων. Την είδα παρούσα τη λογοτεχνία στο κέντρο της πόλης. Συναντούσε διαρκώς ηλικιωμένα ζευγάρια που διάβαζαν σε παγκάκια, κάτι που στην Αθήνα πλέον δεν συμβαίνει. Το θυμάμαι να γίνεται στις αρχές της δεκαετίας του ‘80», καταλήγει ο Γκόνης.