Συγκινεί η εξομολόγηση της Ορθούλας Παπαδάκου για την περιπέτεια της υγείας της και τη μάχη που δίνει με την σκλήρυνση κατά πλάκας. Μιλώντας στην εκπομπή «Μετά τα μεσάνυχτα» η Παπαδάκου μιλά για το πώς έμαθε για την φοβερή αυτή αρρώστια και πώς αντιμετωπίζει το πρόβλημα:
«Η διάγνωσή μου έγινε το 2011. Ταλαιπωρήθηκα αρκετά, πάρα πολύ. Τους πήρε περίπου δύο μήνες να καταλάβουν τι έχω. Ήμουν σπίτι κι έτρωγα και ξαφνικά άρχισε να τρέμει το χέρι μου. Τότε έκανα πέντε με έξι ώρες γυμναστική την ημέρα και λέω “κάτι συνέβη”. Ύστερα είχα κάτι μουδιάσματα και πήγα στο νοσοκομείο. Όταν αισθάνθηκα τρέμουλο και μούδιασμα στα δεξιά είπα ότι κάτι δεν πάει καλά. Υπήρχε φόβος και αμέσως πήγα νοσοκομείο. Εκεί δεν μπορούσαν να βρουν τι έχω. Είχαν κάνει άλλη διάγνωση, έλεγαν ότι έχω πάθει μικρά εγκεφαλικά, που δεν μπορούσα να το πιστέψω”, δηλώνει και συνεχίζει:
“Μπαινόβγαινα περίπου δύο μήνες στο νοσοκομείο και στο τέλος μου φέρανε ψυχολόγο και ουσιαστικά μου λέγανε ότι είμαι τρελή”, συμπλήρωσε. “Ότι τα βγάζω από το μυαλό μου”…
“Αν το βρεις νωρίς μπορείς να κάνεις πράγματα και να το κρατήσεις εκεί που είναι”, κατέληξε μιλώντας για τη δυσάρεστη αυτή περίοδο της ζωής της.
Περιγράφοντας την μάχη με τη σκλήρυνση, στα πρώτα στάδια, είπε: “Θυμάμαι τότε ήμουν τόσο ψυχολογικά χάλια που δεν ήξερα τι είχε συμβεί. Έλεγα “έχω καρδιά; Θα τη βγάλω μέχρι αύριο;”, “δεν είμαι καλά ψυχολογικά, θέλω βοήθεια τι γίνεται; “Δεν με πίστευαν οι άνθρωποί μου που παθαίνω αυτά που παθαίνω”.
Τι είναι η σκλήρυνση
Η Σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) ή πολλαπλή σκλήρυνση όπως συνηθίζεται τελευταία να αποκαλείται, είναι μία χρόνια αυτοάνοση νόσος του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος (ΚΝΣ). Με τον όρο αυτοάνοση εννοούμε ότι μηχανισμοί άμυνας που κινητοποιήθηκαν κάποτε για να αντιμετωπίσει ο οργανισμός προηγούμενο νόσημα, ενεργοποιήθηκαν και πάλι από συρροή λανθασμένων μηνυμάτων και άρχισαν να προσβάλλουν τη μυελίνη που περιβάλλει τις νευρικές ίνες του ΚΝΣ.
Η μυελίνη είναι μία ουσία, η οποία αφενός μεν καλύπτει και προστατεύει τον κεντρικό άξονα των νεύρων και αφετέρου συμβάλλει στη γρήγορη μετάδοση των ερεθισμάτων από το ένα νευρικό κύτταρο στο άλλο. Στην αυτοάνοση αυτή νόσο μακροφάγα κύτταρα και Τ-λεμφοκύτταρα συρρέουν σε ορισμένες περιοχές του εγκεφάλου ή του Νωτιαίου μυελού και «κατατρώγουν» τη μυελίνη, δημιουργώντας άσηπτη φλεγμονή, με αποτέλεσμα την καταστροφή των νευρώνων. ΄Οταν ο οργανισμός αντιληφθεί τη λανθασμένη αυτή δραστηριότητα του αμυντικού ανοσοποιητικού συστήματος, στέλνει άλλες αμυντικές δυνάμεις, περιχαρακώνει τις εστίες αυτές και σταματά την πρόοδο της απομυελίνωσης. Τα «πεδία των μαχών» αυτά αποτελούν τις λεγόμενες «πλάκες» στον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό, τις οποίες μπορούμε να ανιχνεύσουμε και να απεικονίσουμε με την Μαγνητική Τομογραφία. Όπως θα αναφερθούμε πιο κάτω οι απομυελινωτικές αυτές πλάκες προκαλούν νευρολογικές εκδηλώσεις ανάλογα με τη θέση και την έκταση κάθε προσβολής.
Μετά την απομυελίνωση ο οργανισμός αρχίζει να επισκευάζει τις ζημιές με τη λεγόμενη επαναμυελίνωση και επανανεύρωση. Η αποκατάσταση αυτή ανάλογα με το μέγεθος της βλάβης μπορεί να διαρκέσει μακρό χρονικό διάστημα που μπορεί να ξεπεράσει και το εξάμηνο, μπορεί να είναι απόλυτη και η προσβολή να μην αφήσει κανένα υπόλειμμα ή να είναι μερική και να παραμείνουν υπολειμματικές νευρολογικές εκδηλώσεις.
Η νόσος πρωτοεμφανίζεται κυρίως στην ηλικία των 20-40 ετών. Οι γυναίκες έχουν 3:2 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν τη νόσο και κατά μέσο όρο σε μικρότερη ηλικία από τους άνδρες.
Στην αιτιοπαθογένεια της νόσου συμβάλλουν τόσο ενδογενείς-γενετικοί όσο και εξωγενείς-περιβαλλοντικοί παράγοντες. Η ύπαρξη οικογενειών με περισσότερα άτομα που πάσχουν από ΣΚΠ ενισχύει την άποψη ότι υπάρχει κάποιος γενετικά προκαθορισμένος παράγων ο οποίος ευαισθητοποιεί το άτομο σε μια προδιάθεση πάνω στην οποία δρούν και άλλοι, εξωγενείς παράγοντες, για να εκδηλωθεί η νόσος. Σαν περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν ενοχοποιηθεί κατά καιρούς το κλίμα, η θερμοκρασία, η κοσμική ακτινοβολία, το stress, το είδος και το περιεχόμενο των τροφών, ακόμη και φυλετικές και γεωγραφικές παράμετροι, αφού στις χώρες γύρω από τον Ισημερινό και την Ιαπωνία η νόσος σπανίζει, αυξάνει σε συχνότητα εμφάνισης στις 20-39 περιπτώσεις ανά 100.000 κατοίκους στις περιοχές της Μεσογείου και υπερβαίνει τις 50 ανά 100.000 κατοίκους στη Βόρεια Ευρώπη και την Αμερική.
Η νόσος έχει την τάση να υποτροπιάζει και ανάλογα με τη συχνότητα των υποτροπών και τον τρόπο της εξέλιξής της παρουσιάζεται με τρεις μορφές:
• Η πιο καλοήθης μορφή είναι η υποτροπιάζουσα η οποία παρουσιάζεται με εξάρσεις και υφέσεις. Κατά την έξαρση ή «ώση» όπως κοινώς λέγεται, παρατηρούνται απομυελινωτικές εστίες σε μία ή περισσότερες περιοχές του εγκεφάλου ή του νωτιαίου μυελού και κατά κανόνα υποχωρεί από μόνη της χωρίς να αφήνει – εμφανή τουλάχιστον – κατάλοιπα. Είναι η πιο συχνή μορφή με μεσοδιαστήματα μεταξύ των ώσεων ελεύθερα νευρολογικών συμπτωμάτων, με πλήρη λειτουργικότητα, τα οποία μπορεί να είναι διαρκείας πολλών ετών. Στη μορφή αυτή ο ασθενής είναι δυνατόν να παρουσιάσει ένα και μοναδικό επεισόδιο σε όλη του τη ζωή. Επίσης εστίες βλάβης υπάρχουν σε βωβές περιοχές, δηλαδή σε μέρη του εγκεφάλου που η προσβολή του δεν προκαλεί ουσιαστικές κλινικές εκδηλώσεις. Έτσι ανευρίσκονται τυχαία απομυελινωτικές εστίες στη Μαγνητική Τομογραφία εγκεφάλου ατόμων, τα οποία ουδέποτε νόσησαν, ή ακόμη στη νεκροψία σε περίπτωση θανατηφόρου τροχαίου.
• Η δεύτερη μορφή είναι η δευτερογενής προϊούσα στην οποία ο ασθενής μετά από αλλεπάλληλες εξάρσεις και υφέσεις αρχίζει να παρουσιάζει υπολειμματική συμπτωματολογία με προοδευτική επιδείνωση.
• Η τρίτη μορφή είναι η χρόνια προοδευτική η οποία παρουσιάζει εξ αρχής προοδευτικώς εξελισσόμενη πορεία χωρίς εξάρσεις και υφέσεις.
Ανάλογα με την περιοχή του εγκεφάλου ή νωτιαίου μυελού που προσβάλλει η απομυελινωτική εστία (η πλάκα), εμφανίζεται και διαφορετική συμπτωματολογία. Η έναρξη της νόσου μπορεί να είναι μονοσυμπτωματική ή πολυσυμπτωματική. Ως πρώτη νευρολογική εκδήλωση της νόσου παρουσιάζεται συχνά μεμονωμένα μούδιασμα, μυρμηγκίασμα, παραισθησία ή δυσαισθησία (δυσάρεστο αίσθημα) σε κάποιο μέλος του σώματος ή στο πρόσωπο, το οποίο έχει χαρακτήρα συνεχή και διάρκεια ωρών ή περισσοτέρων ημερών. Η οπτική νευρίτιδα, που εμφανίζει προοδευτικό και διαρκές θάμπωμα ή σκοτείνιασμα από το ένα ή τα δύο μάτια και βελτιώνεται αυτόματα μετά από μέρες, ενώ μπορεί να αφήσει κάποιο κεντρικό σκότωμα, είναι επίσης συνήθης ως πρώτη εκδήλωση της νόσου. Η διπλωπία, η δυσαρθρία, η αταξία και διαταραχή της βάδισης, ο τρόμος και αδεξιότητα στις κινήσεις, η νευραλγία τριδύμου, οι διαταραχές της ακοής, ίλιγγος, διαταραχή της ισορροπίας και αίσθημα ζάλης σε νεαρή ηλικία θα πρέπει να μας οδηγούν στη διαφοροδιάγνωση της νόσου. Η χρόνια κόπωση είναι ένα ακόμη σύμπτωμα που εντάσεται στη σημειολογία της νόσου.
Σε προχωρημένα στάδια παρουσιάζονται αδυναμία και δυσχρησία των άκρων, απώλεια των λεπτών κινήσεων, δυσκαμψία, σπαστικότητα και κράμπες που επηρεάζουν σημαντικά τη λειτουργικότητα του ασθενούς. Συχνά συναντάται συναισθηματική διαταραχή όπως κατάθλιψη ή και ευφορία, διαταραχές της μνήμης και συγκέντρωσης, γνωσιακές δυσλειτουργίες, διαταραχή συμπεριφοράς, όπως ξεσπάσματα και θυμοί, που δυσχεραίνουν την προσαρμοστικότητα και συμμόρφωση στην αγωγή, καθώς και τη σχέση με τα άτομα που τον φροντίζουν. Βλάβες του νωτιαίου μυελού μπορούν να παρουσιάσουν διαταραχές στην ούρηση (ακράτεια ή επίσχεση ούρων) και στη σεξουαλικότητα. Κάτω από ένα ποσοστό 5% παρουσιάζει εστιακές ή γενικευμένες επιληπτικές κρίσεις.
Οι περιπτώσεις που εισβάλλουν μονοσυμπτωματικά πχ. με μία μεμονωμένη οπισθοβολβική (οπτική) νευρίτιδα ή λίγες αισθητικές διαταραχές, έχουν συνήθως καλύτερη πρόγνωση. ΄Ενα ποσοστό 10-15 % αναμένεται να έχει καλοήθη εξέλιξη χωρίς ουσιαστικά νευρολογικά υπολείμματα, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό θα αναπτύξει κάποιου βαθμού αναπηρία μέσα σε μια 25ετία.
Η διάγνωση θα στηριχθεί στην κλινική σημειολογία, στο ιστορικό, καθώς και σε εργαστηριακά ευρήματα. Μεγαλύτερη δυσκολία στη διάγνωση παρουσιάζουν κυρίως οι χρόνιες προϊούσες μορφές, αλλά και οι μονοσυμπτωματικές. Αυτές οι μορφές δεν εμφανίζουν εξάρσεις και υφέσεις που χαρακτηρίζουν τη Σκλήρυνση κατά Πλάκας, και εμφανίζουν ίδια κλινική εικόνα με άλλα νοσήματα που μπορεί να προκληθούν από παθογόνους παράγοντες ποικίλης αιτιολογίας.
Στην εργαστηριακή διερεύνηση περιλαμβάνεται:
- Μαγνητική Τομογραφία στην οποία σε ένα ποσοστό 90% των περιπτώσεων, όχι μόνον απεικονίζονται οι πολλαπλές εστίες απομυελίνωσης, αλλά είναι δυνατό να υπολογισθεί και αν οι πλάκες είναι πρόσφατες ή παλιές,
- η διερεύνηση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού στο οποίο αναζητείται ελαφρά αύξηση λευκοκυττάρων, αυξημένη παραγωγή μονοκλωνικών αντισωμάτων και η ανεύρεση ειδικών αντισωμάτων έναντι της μυελίνης.
- η ανεύρεση παρατεταμένων χρόνων των προκλητών δυναμικών (οπτικών, ακουστικών και σωματοαισθητικών
Η θεραπευτική παρέμβαση έχει 4 στόχους:
την αντιμετώπιση των οξέων προσβολών ή υποτροπών,
την προφύλαξη από τις υποτροπές,
την αντιμετώπιση της χρόνιας προϊούσας μορφής και
τη συμπτωματική θεραπεία των νευρολογικών εκδηλώσεων.