Τους κινδύνους που εγκυμονούν για την ελληνική οικονομία οι καθυστερήσεις σε μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις, καθώς και η ενδεχόμενη ακύρωση, μέσω δικαστικών αποφάσεων, δεσμεύσεων όπως αυτές που αφορούν παλαιότερες μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού, επεσήμανε ο Γιάννης Στουρνάρας, από το βήμα επιχειρηματικού και επενδυτικού Συνεδρίου που συνδιοργάνωσαν στο Βερολίνο το Ελληνογερμανικό Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο και το περιοδικό The Economist.
«Παρά την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος του ΕΜΣ και των μέτρων ελάφρυνσης του χρέους», τα ελληνικά κρατικά ομόλογα δεν έχουν ακόμη αξιολόγηση επένδυσης, ενώ οι τρέχουσες αποδόσεις παραμένουν υψηλές και ασταθείς, επηρεαζόμενες από τις αναταραχές στις αγορές και από την κατάσταση στην Ιταλία, συνέχισε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, επισημαίνοντας ότι η ΤτΕ προβλέπει παρόλα αυτά μεσοπρόθεσμη αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας, με την ανάπτυξη να δημιουργείται από την εύρωστη εξαγωγική επίδοση και την εσωτερική κατανάλωση να ενισχύεται από την αύξηση της απασχόλησης και τις αυξήσεις στους μισθούς.
«Κατά τα τελευταία οκτώ χρόνια, η Ελλάδα εφήρμοσε ένα τολμηρό πρόγραμμα οικονομικής μεταρρύθμισης και προσαρμογής», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας, επισημαίνοντας επίσης ως κινδύνους το υψηλό δημόσιο χρέος, την υψηλή ανεργία, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, την μετανάστευση εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού, το δημογραφικό και τα σχετικά υψηλά ποσοστά πληθυσμού σε κατάσταση φτώχειας.
Σε ό,τι αφορά την κατάσταση που επικρατεί στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση, ο Γιάννης Στουρνάρας εξέφρασε την εκτίμηση ότι παρά τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις, η αρχιτεκτονική της παραμένει από πολλές απόψεις ατελής και τόνισε την ανάγκη θωράκισής της ενόψει μελλοντικών απειλών. Αναφερόμενος στα μαθήματα από την ελληνική κρίση και την αντιμετώπισή της, σημείωσε ότι η καθυστέρηση στην αναγκαία προσαρμογή απλώς μεγεθύνει το πρόβλημα, το οποίο κατόπιν πρέπει να αντιμετωπιστεί με λιγότερο ευνοϊκούς όρους, ενώ ανέδειξε ως κλειδί της επιτυχίας την «οικειοποίηση» του μεταρρυθμιστικού προγράμματος από την κυβέρνηση και τα κύρια κόμματα της αντιπολίτευσης.
Η Ελλάδα «έχει όλες τις προϋποθέσεις για μια καλή επανεκκίνηση», ανέφερε ο Γ. Στουρνάρας, ο οποίος χαρακτήρισε την πρόταση της ΕΚΤ για τα κόκκινα δάνεια ως «απλή και συστημική λύση», ενώ τόνισε ότι η μεγαλύτερη άμεση πρόκληση για την ελληνική οικονομία είναι «η βιώσιμη επιστροφή της χώρας στις αγορές».
Ο κ. Στουρνάρας κάλεσε ακόμη τις χώρες της Ευρωζώνης, προκειμένου να πετύχει το ευρωπαϊκό εγχείρημα, να δείχνουν μεγαλύτερη συμμετοχή στην από κοινού ανάληψη οικονομικών κινδύνων και να βοηθούν χώρες που αντιμετωπίζουν δυσκολία, αντί «να της κουνούν το δάχτυλο», κάτι που, όπως είπε, προκαλεί λαϊκιστικές φωνές και στις δύο πλευρές και τόνισε εμφατικά την ανάγκη συνέχισης των μεταρρυθμίσεων προκειμένου να Ελλάδα να εξασφαλίσει την αναχρηματοδότηση του χρέους της με τις δικές της δυνάμεις.
Απαντώντας σε ερώτηση εάν η Ελλάδα θα βρισκόταν σήμερα σε καλύτερη θέση σε περίπτωση που είχε επιλέξει την προληπτική πιστοληπτική γραμμή μετά το τέλος του προγράμματος προσαρμογής, ο Γιάννης Στουρνάρας σημείωσε ότι δεν πρόκειται περί πανάκειας, αλλά θα είχε σίγουρα βοηθήσει, θωρακίζοντας την ελληνική οικονομία απέναντι στην ρευστότητα των διεθνών αγορών – «ειδικά αν δούμε τι συμβαίνει στις δύο χώρες δεξιά κι αριστερά της Ελλάδας στον χάρτη», είπε χαρακτηριστικά.
Σε ό,τι αφορά τις διαφορές μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου, ο κεντρικός τραπεζίτης διευκρίνισε ότι ένα έλλειμμα 15% αντιμετωπίζεται πιο δύσκολα από μια τραπεζική κρίση, διότι απαιτεί σοβαρές πολιτικές παρεμβάσεις και πρόσθεσε ότι το πολιτικό σύστημα στην Κύπρο «ενστερνίστηκε» το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων περισσότερο από ό,τι οι πολιτικοί στην Ελλάδα.
Ερωτηθείς σχετικά με την πρόταση που υπέβαλε η Τράπεζα της Ελλάδος για την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ο κ. Στουρνάρας απέρριψε την κριτική που κάνει λόγο για «περίπλοκο» σχέδιο και υποστήριξε ότι πρόκειται για πολύ απλό σχέδιο, το οποίο «προσφέρει συστημική λύση σε ένα συστημικό πρόβλημα».
Σε ερώτηση σχετικά με το εάν η Ελλάδα θα έχει ξεπεράσει οριστικά τον κίνδυνο το 2019, εφόσον οι πολιτικοί κάνουν αυτά που έχουν δεσμευθεί, ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση και δοθεί πακέτο κινήτρων για τις δημόσιες επενδύσεις, ο τραπεζίτης απάντησε καταφατικά: «Ναι, νομίζω ότι υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να ξεπεράσουμε τον κίνδυνο. Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί σε ό,τι αφορά τις δικαστικές αποφάσεις για παλαιότερες μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό. Πρέπει να ενεργήσουμε προληπτικά, πριν αυτό καταστεί σοβαρό πρόβλημα. Αλλά πέρα από αυτό, νομίζω ότι υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για μια καλή επανεκκίνηση», έκρινε, για να καταλήξει λέγοντας ότι δεν βρέθηκε στο Βερολίνο μόνο ως κεντρικός τραπεζίτης, αλλά και «ως Έλληνας που θέλει να πείσει τους Γερμανούς να επενδύσουν στην Ελλάδα», καθώς «υπάρχουν απτές αποδείξεις ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί, ενώ το θεσμικό πλαίσιο έχει βελτιωθεί σημαντικά.»