Σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού της Υεμένης έχει ανάγκη από προστασία και ανθρωπιστική βοήθεια, προειδοποίησε ο ΟΗΕ, ο οποίος θα επιδιώξει να βοηθήσει το ερχόμενο έτος τους πλέον ευάλωτους. Στην παγκόσμια ανθρωπιστική έκκλησή τους για το 2019, τα Ηνωμένα Έθνη αναφέρουν πως «η Υεμένη δεν ήταν ποτέ τόσο κοντά όσο σήμερα στον λιμό».
«Η χώρα που θα έχει το μεγαλύτερο πρόβλημα το 2019 θα είναι η Υεμένη», δήλωσε ο Μαρκ Λόουκοκ, αναπληρωτής γενικός γραμματέας για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις του ΟΗΕ, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Γενεύη. Όμως αν οι ειρηνευτικές συνομιλίες ανάμεσα στους εμπολέμους στην Υεμένη, που προβλέπεται να διεξαχθούν στη Σουηδία, αποδώσουν αποτελέσματα, «είναι πιθανό πως έως το δεύτερο εξάμηνο του έτους» οι Υεμενίτες θα δουν τα δεινά τους να μειώνονται, δήλωσε ο υψηλόβαθμος αξιωματούχος του ΟΗΕ. Σχεδόν το 80% του πληθυσμού της ρημαγμένης από τον πολύχρονο πόλεμο χώρας, δηλαδή περίπου 24 εκατομμύρια άνθρωποι, «έχουν ανάγκη για προστασία της μιας ή της άλλης μορφής και ανθρωπιστική βοήθεια», εξηγεί ο ΟΗΕ στην ανθρωπιστική έκκλησή του.
Στο σύνολο της χώρας, 18 εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκονται σε κατάσταση διατροφικής ανασφάλειας, από τους οποίους τα 8,4 εκατομμύρια υποφέρουν από «ακραίο λιμό», υποδεικνύει η έκθεση.
Ο ΟΗΕ έχει ανάγκη 4 δισεκ. δολάρια (3,5 δισεκ, ευρώ) προκειμένου να συνδράμει 15 εκατομμύρια ανθρώπους στην Υεμένη το ερχόμενο έτος. Αυτή τη στιγμή το PAM βοηθά περίπου 8 εκατ. ανθρώπους και ο ΟΗΕ ελπίζει ότι θα αυξήσει τον αριθμό αυτό στα 12 εκατ. το 2019, σύμφωνα με τον Λόουκοκ.
Από το 2015, στην Υεμένη μαίνεται πόλεμος ανάμεσα στους αντάρτες Χούτι, που υποστηρίζονται από το Ιράν, οι οποίοι ελέγχουν το λιμάνι της Χοντέιντα (δυτικά) καθώς και την πρωτεύουσα Σαναά, και σε έναν αραβικό συνασπισμό υπό σαουδαραβική διοίκηση που υπερασπίζεται την κυβέρνηση η οποία έχει καταφύγει στο Άντεν (νότια).
Μετά την επέμβαση του υπό σαουδαραβική διοίκηση στρατιωτικού συνασπισμού τον Μάρτιο του 2015, περίπου 10.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν από τις μάχες και περισσότεροι από 56.000 τραυματίστηκαν στην Υεμένη, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Όμως ΜΚΟ εκτιμούν πως ο πραγματικός απολογισμός των άμεσων ή έμμεσων θυμάτων είναι πολύ μεγαλύτερος.
Η ανθρωπιστική κρίση στην Υεμένη επιδεινώθηκε λόγω της ανασφάλειας στη Χοντέιντα, από το λιμάνι της οποίας διέρχεται το 70% των εισαγωγών στην Υεμένη σύμφωνα με το Παγκόσμιο Διατροφικό Πρόγραμμα (PAM) και την οποία οι φιλοκυβερνητικές δυνάμεις, υποστηριζόμενες από τον υπό σαουδαραβική διοίκηση στρατιωτικό συνασπισμό προσπαθούν να ανακαταλάβουν εδώ και μήνες με τίμημα φονικές μάχες.
Στο μεταξύ, συγκλίνουσες πηγές δήλωσαν σήμερα πως η κυβέρνηση και οι αντάρτες στην Υεμένη κατέληξαν σε συμφωνία για την ανταλλαγή εκατοντάδων κρατουμένων πριν από την έναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών στη Σουηδία.
Ο Χάντι Χάιγκ, υπεύθυνος για το θέμα των κρατουμένων στην κυβέρνηση της Υεμένης, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο πως η συμφωνία που υπογράφηκε αυτή την εβδομάδα αφορά 1.500 έως 2.000 μέλη των φιλοκυβερνητικών δυνάμεων και 1.000 έως 1.500 αντάρτες Χούτι.
Η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού (ΔΕΕΣ) χαιρέτισε τη συμφωνία αυτή, με δήλωσή της στο AFP. Ο απεσταλμένος του OΗΕ Μάρτιν Γκρίφιθς είχε αναφερθεί στις 16 Νοεμβρίου ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ στο ενδεχόμενο επίτευξης μιας τέτοιας συμφωνίας και είχε κάνει λόγο για «πρόοδο» στις διαβουλεύσεις.
«Θα είναι μια σημαντική ανθρωπιστική χειρονομία και ένα μήνυμα ειρήνης με προορισμό τον λαό της Υεμένης», είχε πει.
Η συμφωνία επιβεβαιώθηκε από εκπρόσωπο των ανταρτών, τον Αμπντέλ Καντέλ αλ-Μουρτάντα, ο οποίος ευχήθηκε, σε ένα τουίτ, να «εφαρμοστεί χωρίς προβλήματα». Διπλωμάτες εκτιμούν πως είναι άλλο ένα μέτρο που ενισχύει την εμπιστοσύνη ανάμεσά στους εμπολέμους πριν από τις ειρηνευτικές συνομιλίες στη Σουηδία.
Ένα πρώτο μέτρο ήταν η απομάκρυνση χθες 50 τραυματιών ανταρτών Χούτι προς το σουλτανάτο του Ομάν όπου θα λάβουν ιατρική θεραπεία. Η επιχείρηση κατέστη δυνατή έπειτα από την άδεια που έδωσε ο υπό σαουδαραβική διοίκηση στρατιωτικός συνασπισμός κατά των ανταρτών.
Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της κυβέρνησης της Υεμένης Χάντι Χάιγκ, η μεγάλη πλειονότητα των κρατουμένων ανταρτών που θα ανταλλαγούν είναι μαχητές, ενώ εκείνοι των αναγνωρισμένων από τη διεθνή κοινότητα αρχών είναι πολιτικό και άμαχοι.
Στους τελευταίους περιλαμβάνονται, όπως είπε, ο πρώην υπουργός Άμυνας Μαχμούντ αλ-Σουμπάιχι, ο στρατηγός Νάσερ Μανσούρ Χάντι, πρώην υπεύθυνος των υπηρεσιών πληροφοριών του Άντεν και αδελφός του αρχηγού του κράτους, και άλλοι αξιωματικοί και πολιτικοί αξιωματούχοι.
Ο Χάιγκ διευκρίνισε πως η εφαρμογή της συμφωνίας θα γίνει μόνο μετά τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις στη Σουηδία, οι οποίες μπορεί να διεξαχθούν σύντομα. Η επιχείρηση θα ανατεθεί σε μικτή επιτροπή, την οποία θα συνδράμει η ΔΕΕΣ.
«Είναι ένα βήμα προς την ορθή κατεύθυνση για την αποκατάσταση μιας αμοιβαίας εμπιστοσύνης ανάμεσα στις υεμενίτικες κοινότητες», υπογράμμισε εκπρόσωπος της ΔΕΕΣ, η Μιρέλα Χοντέιμπ, σε δήλωσή της στο AFP.
Επιβεβαίωσε πως η οργάνωσή της προσεγγίστηκε λόγω της «εμπειρογνωμοσύνης της στον τομέα της κράτησης και των ανταλλαγών κρατουμένων και του ρόλου της ως ουδέτερου μεσολαβητή».
Σύμφωνα με τον Χάιγκ, η κυβέρνηση και οι αντάρτες συμφώνησαν επίσης να ερευνήσουν για «έναν μεγάλο αριθμό αγνοουμένων» στα δύο στρατόπεδα.