Φρούριο θα θυμίζει για άλλη μια φορά η Αθήνα στις 6 Δεκεμβρίου, επέτειο της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου στα Εξάρχεια. Κάθε χρόνο οι διαδηλώσεις και πορείες που πραγματοποιούνται στη μνήμη του καταλήγουν πάντα σε εκτεταμένα επεισόδια μεταξύ κουκουλοφόρων και αστυνομικών. Ωστόσο, τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί με εκείνη την εβδομάδα της ανεξέλεγκτης βίας που σημάδεψε δια παντός την Αθήνα, τον Δεκέμβριο του 2008.
Η δολοφονία – Το ξέσπασμα της βίας
Ήταν Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου, λίγο πριν τις 9 το βράδυ πριν από 10 χρόνια. Ύστερα από φραστική αντιπαράθεση με τον ειδικό φρουρό Επαμεινώνδα Κορκονέα και τον συνάδελφό του Βασίλη Σαραλιώτη, ο 16χρονος Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος πέφτει νεκρός από πυροβολισμό του πρώτου, μπροστά στα μάτια των φίλων του, στη διασταύρωση των οδών Τζαβέλλα και Μεσολογγίου στα Εξάρχεια. Ο θάνατός του -όπως διαπιστώθηκε αργότερα από την ιατροδικαστική εξέταση- ήταν ακαριαίος. Η σφαίρα διαπέρασε την καρδιά και καρφώθηκε στον δέκατο θωρακικό σπόνδυλο του νεαρού.
Ο Κορκονέας βάζει το όπλο στη θήκη και μαζί με τον Σαραλιώτη αποχωρούν επιστρέφοντας ψύχραιμα προς το αστυνομικό τμήμα των Εξαρχείων, στην οδό Καλλιδρομίου, αφού πρώτα ενημερώνουν μέσω ασυρμάτου για το συμβάν.
Η είδηση διαδίδεται αστραπιαία μέσω κινητών τηλεφώνων, διαδικτύου και μέσων ενημέρωσης. Κόσμος αρχίζει να συρρέει στα Εξάρχεια, όπου δεκάδες νεαροί φορούν κουκούλες και στήνουν τα πρώτα οδοφράγματα ανάβοντας φωτιές σε κάδους απορριμμάτων. Οι διμοιρίες των ΜΑΤ που φθάνουν στην περιοχή βρίσκονται αντιμέτωπες με ένα οργισμένο πλήθος που αρχίζει να τους επιτίθεται με βόμβες μολότοφ, πέτρες, ξύλα και ότι άλλο βρισκόταν εύκαιρο.
Τα επεισόδια συνεχίζονται μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες όταν οι κουκουλοφόροι αποχωρούν από τα Εξάρχεια. Ωστόσο, το θέμα συνεχίζει να παίρνει διαστάσεις. Τα ΜΜΕ απευθύνουν ερωτήματα για τις συνθήκες θανάτου του Γρηγορόπουλου, ενώ η Αστυνομία δεν δίνει πειστικές απαντήσεις.
Η επόμενη μέρα ξεκινά με μεγαλύτερες ταραχές. Ογκώδεις διαδηλώσεις διοργανώνονται νωρίς το μεσημέρι στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, σε όλες σχεδόν τις πόλεις της χώρας.
Στην Αθήνα ξεσπούν νέα σοβαρά επεισόδια. Μολότωφ, καταστροφές, πετροπόλεμος, χημικά. Η αστυνομία κρατά παθητική στάση απέναντι στον όχλο, με αποτέλεσμα η βία να αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο. Το βράδυ της 7ης Δεκεμβρίου σημειώνονται οι χειρότερες ταραχές που έχει δει η χώρα μετά την Μεταπολίτευση. Χιλιάδες άτομα πραγματοποιούν πορείες στο κέντρο της Αθήνας. Εκατοντάδες νεαροί κουκουλοφόροι που βρίσκονται ανάμεσά τους βρίσκουν την ευκαιρία και αρχίζουν να πυρπολούν ολόκληρα κτίρια. Τράπεζες, γραφεία, πολυκαταστήματα, ακόμα και μικρά μαγαζιά, φλέγονται και λεηλαοτύνται.
Η αστυνομία συνεχίζει να κρατά παθητική στάση και τα επεισόδια ξεφεύγουν από κάθε έλεγχο. Διαδηλωτές αναποδογυρίζουν περιπολικά στο Μοναστηράκι, πυρπολούν πυροσβεστικά οχήματα στην Πανεπιστημίου, κάνουν πλιάτσικο σε οπλοπωλείο της Ομόνοιας, απ’ όπου νεαροί κουκουλοφόροι βγαίνουν κρατώντας όπλα, τσεκούρια, ακόμα και τόξα.
Οι ταραχές συνεχίζονται με αμείωτη ένταση μέχρι και τις 10 Δεκεμβρίου. Κάθε μέρα κι άλλα κτίρια γίνονται παρανάλωμα του πυρός και λεηλατούνται. Δημόσια κτίρια, ιδιωτικά, μνημεία, αμέτρητα αυτοκίνητα. Στην Ακαδημίας, τη Σόλωνος, την Πατησίων. Οι κουκουλοφόροι φθάνουν ακόμα και στο Κολωνάκι, μια ανάσα από την Πατριάρχουν Ιωακείμ σπάζοντας καταστήματα.
Την επομένη χιλιάδες μαθητές γυμνασίων και λυκείων προχωρούν σε καταλήψεις σχολείων και συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις. Εκείνες τις ημέρες πραγματοποιούνται συγκεντρώσεις και πορείες όχι μόνο στο κέντρο της Αθήνας αλλά και στα προάστια. Στην Αγία Παρασκευή, το Χαλάνδρι, τα Άνω Λιόσια, το Περιστέρι… Τα επεισόδια κρατούν ακόμα μερικές ημέρες και σταδιακά η κατάσταση αρχίζει να αποκλιμακώνεται. Ωστόσο η πρωτεύουσα θυμίζει βομβαρδισμένη πόλη. Σύμφωνα με εκτίμηση του ΕΒΕΑ, οι ζημιές που προκλήθηκαν μόνο στην Αθήνα ξεπέρασαν τα 50 εκατομμύρια ευρώ.
Οι καταθέσεις των ειδικών φρουρών
Στις 10 Δεκεμβρίου και οι δύο ειδικοί φρουροί κρίθηκαν προφυλακιστέοι μετά την απολογία τους στον ανακριτή αφού παρέδωσαν απολογητικά υπομνήματα. Ο Κορκονέας ισχυρίστηκε ότι δεν είχε πρόθεση να δολοφονήσει τον Γρηγορόπουλο και ότι έριξε δύο προειδοποιητικές βολές στον αέρα, ευρισκόμενος, μαζί με τον συνάδελφό του σε καθεστώς φόβου, καθώς -όπως είπε είχαν δεχθεί επίθεση με πέτρες από ομάδα τριάντα αναρχικών.
Στις 18 Δεκεμβρίου κατατέθηκε στον ανακριτή το πόρισμα της βαλλιστικής εξέτασης, σύμφωνα με το οποίο υπάρχουν «στοιχεία απολύτως συμβατά με πρόσκρουση της βολίδας σε σκληρή – ανένδοτη επιφάνεια με το πλαϊνό τμήμα της και στη συνέχεια εποστρακισμού της από την επιφάνεια αυτή». Στις 14 Ιανουαρίου 2009 παραδόθηκε στον ανακριτή η έκθεση της βλητικής αυτοψίας. Οι πραγματογνώμονες δέχθηκαν ότι η σφαίρα εποστρακίστηκε σε τσιμεντένια μπάλα και στη συνέχεια έπληξε το θύμα. Αντίθετα, οι τεχνικοί σύμβουλοι της οικογένειας Γρηγορόπουλου δεν δέχτηκαν τον εποστρακισμό της σφαίρας, ισχυριζόμενοι ότι «πρόκειται για μία πολυσυζητημένη λέξη, για την οποία έχει αναπτυχθεί φιλολογία και παραφιλολογία, η οποία στην ουσία δεν προσδιορίζει τίποτα».
Στις 24 Αυγούστου 2009 το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών διέταξε την παραπομπή των δύο ειδικών φρουρών στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο, προκειμένου να δικαστούν για ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο ο Κορκονέας και για απλή συνέργεια σε ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο ο Σαραλιώτης.
Στις 11 Οκτωβρίου 2010, το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Άμφισσας, αποτελούμενο από 3 τακτικούς δικαστές και 4 ένορκους, έκρινε και τους δύο ειδικούς φρουρούς ενόχους, τον Κορκονέα για ανθρωποκτονία με άμεσο δόλο (με μετατροπή της κατηγορίας επί το αυστηρότερον και χωρίς ελαφρυντικά) και τον Σαραλιώτη για συνέργεια. Ο Κορκονέας καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη (ψήφοι 4-3) και 15 μήνες φυλάκιση, ενώ ο Σαραλιώτης σε πρόσκαιρη κάθειρξη δέκα ετών (ψήφοι 6-1). Και οι δυο καταδικασθέντες οδηγήθηκαν στη φυλακή, αλλά μετά από ένα χρόνο ο Σαραλιώτης αποφυλακίστηκε με περιοριστικούς όρους.
Στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η «ακατάσχετη επιθυμία του Επαμεινώνδα Κορκονέα να προκαλέσει με κάθε τρόπο άοπλα νεαρά άτομα και να κάνει επίδειξη ισχύος, εμφορούμενος από την ασφάλεια που του παρείχε η κατοχή του οπλισμού του» ήταν μία από τις αιτίες που όπλισαν το χέρι του με αποτέλεσμα τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.