Ανοιχτό αφήνει το ενδεχόμενο ότι τον βίασαν μέσα στη φυλακή, ο 19χρονος Αλβανός, ο οποίος κατηγορείται για τον βιασμό και τη δολοφονία της 21χρονης φοιτήτριας στη Ρόδο.
Ο 19χρονος μεταφέρθηκε σε άλλη φυλακή έπειτα από ξυλοδαρμό που δέχτηκε από συγκρατούμενούς του στις φυλακές Αυλώνα.
Το περιστατικό -για το οποίο επίσης διατάχθηκε έρευνα για ποινικές και πειθαρχικές ευθύνες- συνέβη το απόγευμα της Κυριακής και μάλιστα καταγράφηκε σε βίντεο από κινητό τηλέφωνο.
Στις εικόνες διακρίνεται ο 19χρονος κατηγορούμενος για τον φόνο της φοιτήτριας Ελένης να κάθεται σε ένα στρώμα, περικυκλωμένος από άλλους κρατούμενους οι οποίοι του επιτίθενται φραστικά και σωματικά.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αλβανικής καταγωγής κρατούμενος ισχυρίστηκε ότι «κάποιοι συγκρατούμενοί μου, περίπου 20 άτομα, με έβριζαν και με χτυπούσαν. Μάλιστα, άκουσα κάποιον να προτρέπει τους άλλους «βγάλτε του το παντελόνι» και στη συνέχεια λιποθύμησα», για να προσθέσει: «Όταν ξύπνησα, βρισκόμουν σε άλλο χώρο και χωρίς παντελόνι και εσώρουχα. Δεν ξέρω τι μπορεί να μου έχουν κάνει», κατέληξε ο 19χρονος.
Έπειτα από τα όσα δήλωσε, θα γίνει εξέταση από ιατροδικαστή, προκειμένου να διαπιστωθεί εάν όντως ο 19χρονος έπεσε θύμα βιασμού από τους συγκρατουμένους του.
«Πήρε το ελάχιστο από αυτό που του άξιζε»
«Πήρε το ελάχιστο από ότι του αξίζει», ανέφερε μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, ένας από τους νεαρούς που συμμετείχαν στον ξυλοδαρμό του 19χρονου Αλβανού.
Αναφερόμενος στο περιστατικό, είπε ότι συμμετείχαν επτά άτομα, τα οποία και μπήκαν στον χώρο που βρισκόταν ο 19χρονος κατηγορούμενος. «Δεν παραβιάσαμε καμία πόρτα. Η πόρτα ανοίγει για τα φάρμακα, το πρωινό, το μεσημεριανό. Μην εστιάζουμε εάν ήμασταν επτά άτομα. Δεν συμμετείχαν και οι επτά. Ήταν δύο-τρεις Ρομά, ήταν και Αλβανοί», είπε.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο 19χρονος είχε τοποθετηθεί σε ξεχωριστό κελί μόνος του, γεγονός που εγείρει ερωτήματα σχετικά με το πώς οι κρατούμενοι που τον ξυλοκόπησαν κατάφεραν να βρεθούν το κελί του.
Επίσης, εντύπωση προκαλεί και το γεγονός ότι το συμβάν καταγράφηκε από κινητό τηλέφωνο και εστάλη μέσω αυτού σε διάφορους αποδέκτες, καθώς, ως γνωστόν, οι κρατούμενοι δεν έχουν δικαίωμα να κατέχουν κινητό τηλέφωνο, πόσω μάλλον smartphone με σύνδεση στο διαδίκτυο.