Η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι επιβίωσε στη χθεσινή αναμέτρηση με τους εσωκομματικούς της αντιπάλους, διασφαλίζοντας προσωρινά την θέση της στην ηγεσία του κόμματος και της χώρας, ωστόσο αυτό είναι ένα μικρό μόλις βήμα μπροστά στον μακρύ δρόμο που έχει να διανύσει απέναντι σε μία σειρά από νέες προκλήσεις που θα ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα, με κυρίαρχη την ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο για την έγκριση ή όχι της συμφωνίας της για την αποχώρηση από την ΕΕ.
Οι ελπίδες της να κάνει νόμο την συμφωνία της για την αποχώρηση εξαρτώνται όχι μόνο από την υποστήριξη που θα λάβει από τους βουλευτές του κόμματός της – καθώς δεν φαίνεται να έχουν αλλάξει κατά πολύ τα αριθμητικά δεδομένα, μετά την χθεσινή ψηφοφορία επί της πρότασης μομφής – αλλά και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η Τερέζα Μέι θα πρέπει να επιδείξει μεγάλη ευελιξία στην πολιτική της προσέγγιση για να πετύχει διακομματική συμφωνία υπέρ της συμφωνίας της για το Brexit.
Για να εγκριθεί η συμφωνία στη Βουλή των Κοινοτήτων απαιτούνται 320 ψήφοι. Το βορειο-ιρλανδικό Δημοκρατικό Ενωτικό Κόμμα (DUP), που στηρίζει την κυβέρνηση της Μέι, με δέκα ψήφους, έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται να στηρίξει την συμφωνία της Μέι, εάν δεν γίνουν πρώτα ουσιαστικές νομικές αλλαγές στο κείμενο. Οι συντηρητικοί βουλευτές, οπαδοί του Leave, έχουν δηλώσει ότι δεν πρόκειται να στηρίξουν επίσης την συμφωνία της, ενώ υπάρχουν κάποιοι από τους υποστηρικτές της φιλο-ευρωπαϊστές, που όμως στρέφονται περισσότερο στην λύση ενός δεύτερου δημοψηφίσματος. Ο αριθμός των δύο αυτών παρατάξεων μέσα στο κόμμα της Μέι ανέρχεται σε περίπου 90. Οι πιστοί οπαδοί του κόμματός της, που την στήριξαν και στην πρόταση μομφής, είναι λίγο περισσότεροι από 200. Ακόμη και με την υποστήριξη ορισμένων από τους αντάρτες βουλευτές του Εργατικού Κόμματος, η Τ.Μέι μετά βίας ξεπερνά, μέχρι στιγμής, τους 240 βουλευτές, που θα στήριζαν την συμφωνία για το Brexit.
Αυτό που αναμένεται εάν τελικά το κοινοβούλιο απορρίψει τη συμφωνία, εξ ορισμού είναι η αποχώρηση χωρίς συμφωνία. Ωστόσο, η κυβέρνηση θα έχει 21 μέρες περιθώριο να προτείνει έναν άλλο δρόμο, συμπεριλαμβανομένης της λύσης να φέρει τη συμφωνία για δεύτερη ψηφοφορία στη Βουλή.
Στην περίπτωση της μη συμφωνίας δεν υπάρχει βεβαιότητα για το τι μπορεί να ακολουθήσει, μετά τις 29 Μαρτίου. Ενδεχομένως να υπάρξει παράταση της ημερομηνίας αποχώρησης ή η Βρετανία να ακυρώσει το Brexit συνολικά, χωρίς να απαιτείται η σύμφωνη γνώμη των άλλων κρατών – μελών της ΕΕ.
Η περίπτωση της μη συμφωνίας, θα σήμαινε ότι δεν θα υπάρξει μεταβατική περίοδος μετά τις 29 Μαρτίου και ότι οι νόμοι της ΕΕ θα σταματήσουν να εφαρμόζονται στη χώρα άμεσα.
Σε ό,τι αφορά την πιθανότητα να επικρατήσει αυτή η έκβαση – της αποχώρησης χωρίς συμφωνία – υπάρχει η άποψη ότι η Τ.Μέι, πιθανόν να επιλέξει την παράταση του άρθρου 50 κατά μερικούς μήνες για να ολοκληρώσει τη διαδικασία, είτε «με διαχειρίσιμη μη συμφωνία» είτε με «έξοδο με τάξη», επιλογές που, όμως, δεν θα δώσουν λύση στο πρόβλημα των ιρλανδικών συνόρων.
Σε ό,τι αφορά το σενάριο του δημοψηφίσματος, η βρετανίδα πρωθυπουργός έχει κατηγορηματικά αντιταχθεί, ενώ και ο ηγέτης των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν δεν υποστηρίζει προς το παρόν αυτή την ιδέα, αντίθετα ζητά τη διεξαγωγή εκλογών. Ωστόσο, ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός βουλευτών του Εργατικού Κόμματος επιθυμούν το δημοψήφισμα, όπως επίσης και μέλη του υπουργικού συμβουλίου της Μέι, ως διέξοδο στον «λαβύρινθο» του Brexit.
Γενικός Εισαγγελέας: Η αναγγελία βάσει του Άρθρου 50 δεν μπορεί να ανακληθεί απλώς με το πάτημα ενός κουμπιού
Η Βρετανία δεν έχει εξετάσει λεπτομερώς το πώς μπορεί να ανακαλέσει την αναγγελία περί αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία προέβη βάσει του Άρθρου 50, καθώς η κυβέρνηση δεν σχεδιάζει να προχωρήσει σε κάτι τέτοιο, δήλωσε σήμερα ο Γενικός Εισαγγελέας Τζέφρι Κοξ, ο οποίος είναι επικεφαλής των νομικών συμβούλων της κυβέρνησης.
Τη Δευτέρα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αποφάνθηκε πως η βρετανική κυβέρνηση μπορεί να ανακαλέσει την αναγγελία αποχώρησης βάσει του Άρθρου 50 μονομερώς, χωρίς διαβουλεύσεις με τα άλλα κράτη μέλη.
«Η αναγγελία βάσει του Άρθρου 50 δεν μπορεί να ανακληθεί απλώς με το πάτημα ενός κουμπιού», δήλωσε ο Κοξ στο κοινοβούλιο.
Ερωτηθείς αν πιστεύει πως θα χρειαστεί νομοθεσία για να ανακληθεί το Άρθρο 50 ή αν αυτό μπορεί να γίνει με ψηφοφορία στο κοινοβούλιο, ο Κοξ δήλωσε: «Αυτό είναι ένα ζήτημα το οποίο βρίσκεται υπό εξέταση. Βεβαίως μπορώ να πω με μεγάλη σαφήνεια πως το ζήτημα της νομικής οδού που θα πρέπει να ακολουθηθεί δεν είναι ένα ζήτημα που έχει εξεταστεί επειδή δεν υπάρχει πρόθεση για κάτι τέτοιο».