Το Συμβούλιο της Ευρώπης και η UNESCO καλούν όλα τα ευρωπαϊκά κράτη να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της βίας στα σχολεία που βασίζεται στον σεξουαλικό προσανατολισμό και τη δημιουργία ενός ασφαλούς περιβάλλοντος για τα παιδιά
Βάσει της κοινής έκθεσης που εκπόνησαν οι δύο οργανισμοί, πρέπει να ενταθούν οι προσπάθειες των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών αρχών για την επίλυση αυτού του προβλήματος προκειμένου να αποτραπούν οι αρνητικές συνέπειες για την υγεία και την ακαδημαϊκή απόδοση των μαθητών.
Στην έκθεση σημειώνεται πως η βία που βασίζεται στον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου, την έκφραση φύλου ή τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά έχει τις ρίζες της σε πολιτιστικά πρότυπα και παραστάσεις σχετικά με τους ρόλους των φύλων και των φύλων. Η μορφές βίας μπορούν να είναι ψυχολογικές, σωματικές ή σεξουαλικές και να διαπράττονται σε σχολεία ή κοντά σε σχολεία ή διαδικτυακά. Σύμφωνα με την έρευνα, η λεκτική κατάχρηση και η παρενόχληση είναι οι δύο πιο συνήθεις μορφές.
«Οποιοσδήποτε μαθητής θεωρείται ότι δεν συμμορφώνεται με τους ισχύοντες κανόνες, μπορεί να είναι θύμα».
«Οποιοσδήποτε μαθητής θεωρείται ότι δεν συμμορφώνεται με τους ισχύοντες κανόνες – είτε στην εξωτερική εμφάνιση, στην επιλογή ένδυσης, στη συμπεριφορά, στη συναισθηματική ή σωματική έλξη, μπορεί να είναι θύμα», σημειώνει η Ελένη Τσετσέκου, επικεφαλής της Μονάδας του σεξουαλικού προσανατολισμού και της ταυτότητας του φύλου του Συμβουλίου της Ευρώπης συμπληρώνοντας πως τα βασικά θύματα με τα υψηλότερα επίπεδα βίας είναι μαθητές ΛΟΑΤΚΙ (LGBTI), μεταξύ των οποίων οι τρανσέξουαλ και οι ομοφυλόφιλοι αρσενικού φύλου. Αυτή η βία απευθύνεται επίσης σε μη ΛΟΑΤΚΙ (LGBTI) μαθητές και επηρεάζει όλους τους ενδιαφερόμενους, είτε πρόκειται για θύματα βίας, είτε για δράστες είτε για μάρτυρες.
Αναφέρεται πως ο συγκεκριμένος τύπος βίας επηρεάζει την ψυχική και σωματική υγεία των παιδιών, με την επίδραση της κατάθλιψης, του άγχους, των προσπαθειών για την απόκρυψη της ταυτότητάς τους, της αυτοτραυματισμού, των αυτοκτονικών σκέψεων ή των προσπαθειών αυτοκτονίας. Οι μαθητές που είναι θύματα αποδεικνύεται πως βιώνουν συχνά μια απώλεια κινήτρων, μια πτώση της μαθησιακής τους επίδοσης, απουσίες ή ακόμη και την αποχώρηση από το σχολείο. Μακροπρόθεσμα, ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οικονομικές δυσκολίες και να είναι πιο επιρρεπείς σε αντικοινωνική συμπεριφορά.
Υπογραμμίζεται επίσης στην έκθεση πως οι απαντήσεις δεν πρέπει να περιορίζονται σε δράσεις σε εθνικό επίπεδο ή σε κάθε σχολείο για την πρόληψη και την καταπολέμηση αυτού του είδους βίας. Θα πρέπει να περιλαμβάνουν την ανάπτυξη προγραμμάτων και εκπαιδευτικού υλικού ευνοϊκού για την ποικιλομορφία, την εκπαίδευση του διδακτικού και εκπαιδευτικού προσωπικού, τη στήριξη των μαθητών, τις εταιρικές σχέσεις με την κοινωνία των πολιτών, καθώς και την παρακολούθηση της βίας και την αξιολόγηση των απαντήσεων σε αυτήν.
Ο Κ. Κορνύ, υπεύθυνος του έργου της UNESCO δήλωσε χαρακτηριστικά πως «η έκθεση του 2016 Out in the Open που εκπόνησε η UNESCO, είναι η πρώτη ολοκληρωμένη μελέτη σχετικά με τη φύση, την έκταση και τον αντίκτυπο της ομοφυλοφιλικής και τρανσφοβικής βίας στα σχολεία. Οι δύο οργανισμοί είναι περήφανοι να ενώσουν τις δυνάμεις τους ώστε κανένα παιδί ή νέος να μην γίνεται στόχος διακρίσεων ή βιαιότητας στο σχολείο».