Αυξάνονται τα βίαια επεισόδια με θύματα δημοσιογράφους σε παγκόσμιο επίπεδο όπως αποδεικνύει ο ετήσιος απολογισμός της μη Κυβερνητικής Οργάνωσης Reporters sans frontières (RSF), που δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη. Μετά από τρία χρόνια μείωσης , 80 εργαζόμενοι σε ΜΜΕ σκοτώθηκαν το 2018 σε όλο τον κόσμο, τη στιγμή που την περασμένη χρονιά η ΜΚΟ είχε καταγράψει 65 θανάτους ερασιτεχνών και επαγγελματιών δημοσιογράφων που προσπάθησαν να τελέσουν το καθήκον τους να ενημερώσουν τους πολίτες.
Ανάμεσα στα θύματα φέτος ήταν 63 επαγγελματίες δημοσιογράφοι (+15%), 13 μη επαγγελματίες (από 7, την αμέσως προηγούμενη χρονιά) και 4 συνεργάτες μέσων ενημέρωσης, σύμφωνα με τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα, οργάνωση με έδρα το Παρίσι, η οποία κάνει λόγο για ένα «χωρίς προηγούμενο» επίπεδο βιαιοτήτων με θύματα λειτουργούς των ΜΜΕ.
Συνολικά, πάνω από 700 επαγγελματίες δημοσιογράφοι έχουν δολοφονηθεί μέσα στα τελευταία δέκα χρόνια, σύμφωνα με την RSF.
Οι μισοί και πλέον από τους δημοσιογράφους που σκοτώθηκαν «στοχοθετήθηκαν από πρόθεση και δολοφονήθηκαν», όπως ο σαουδάραβας αρθρογράφος Τζαμάλ Κασόγκι.
Ο Κασόγκι δολοφονήθηκε μέσα στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη τη 2α Οκτωβρίου.
Ανάλογη ήταν η φύση της δολοφονίας του σλοβάκου ρεπόρτερ Γιαν Κούτσιακ την 21η Φεβρουαρίου.
«Το μίσος εναντίον των δημοσιογράφων, το οποίο εκφράζεται (…) από πολιτικούς ηγέτες, θρησκευτικούς ηγέτες, ή ακόμη “businessmen” χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό, έχει δραματικές συνέπειες επί του πεδίου κι οδηγεί σε ανησυχητική αύξηση των βιαοπραγιών σε βάρος των δημοσιογράφων», καταγγέλλει ο Κριστόφ Ντελουάρ, γενικός γραμματέας της RSF.
«Καθώς πολλαπλασιάζονται μέσω των ιστότοπων κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίοι φέρουν ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα βαριές ευθύνες, αυτά τα αισθήματα μίσους νομιμοποιούν τις βιαιότητες και αποδυναμώνουν λίγο-λίγο, κάθε ημέρα που περνάει, τη δημοσιογραφία και, μαζί της, τη δημοκρατία», προειδοποιεί ο επικεφαλής των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα στο δελτίο Τύπου που συνοδεύει την έκθεση.
Αφγανιστάν, το φονικότερο
Τα θύματα ήταν στη μεγάλη τους πλειονότητα άνδρες (77, έναντι τριών γυναικών) και δούλευαν στις χώρες τους (75 ντόπιοι δημοσιογράφοι, 5 ξένοι).
Ήταν το Αφγανιστάν η χώρα που αποδείχθηκε η φονικότερη για τους δημοσιογράφους αυτή τη χρονιά, με 15 εργαζομένους στα ΜΜΕ να χάνουν τη ζωή τους· εκθρόνισε έτσι τη Συρία, που καταλάμβανε αδιαλείπτως την πρώτη θέση από το 2012 και παραμένει στη δεύτερη θέση, με 11 δολοφονημένους δημοσιογράφους.
Την 30ή Απριλίου, μια διπλή βομβιστική επίθεση στην Καμπούλ είχε αποτέλεσμα να σκοτωθούν εννέα δημοσιογράφοι, ανάμεσά τους ένας φωτοειδησεογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου, καθώς και ρεπόρτερ του Radio Free Europe ή του τηλεοπτικού δικτύου Tolo. Επρόκειτο για την πιο πολύνεκρη επίθεση εναντίον λειτουργών του Τύπου έπειτα από τη σφαγή του Μαγκιντανάο το 2009 στις Φιλιππίνες, όταν είχαν σκοτωθεί 32 δημοσιογράφοι.
Άλλο ένα αξιοσημείωτο στοιχείο για την RSF είναι το γεγονός ότι περίπου οι μισοί δημοσιογράφοι σκοτώθηκαν σε χώρες όπου επικρατεί ειρήνη, όπως για παράδειγμα το Μεξικό (9, η χώρα κατατάσσεται στην τρίτη θέση), η Ινδία (6 θάνατοι) και οι ΗΠΑ (6 θάνατοι), που έκαναν την εμφάνισή τους σε αυτό τον ζοφερό κατάλογο μετά την επίθεση που εξαπέλυσε οπλοφόρος εναντίον της σύνταξης της Capital Gazette.
Αύξηση των φυλακίσεων
Εξάλλου, ο αριθμός των δημοσιογράφων που κρατούνται σε διεθνές επίπεδο βρίσκεται επίσης σε άνοδο, τονίζει η RSF: 348, έναντι 326 το 2017 (+7%), αύξηση που αφορά ιδίως τους μη επαγγελματίες δημοσιογράφους.
Μόλις πέντε χώρες έχουν φυλακίσει πάνω από τους μισούς δημοσιογράφους αυτούς: το Ιράν, η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος, η Τουρκία και η Κίνα, η χώρα που χαρακτηρίζεται η μεγαλύτερη φυλακή για τους δημοσιογράφους στον κόσμο από τη ΜΚΟ με 60, συμπεριλαμβανομένων των τριών τετάρτων των μη επαγγελματιών.
Ο αριθμός των ομήρων επίσης αυξήθηκε κατά 11% με 60 δημοσιογράφους να έχουν απαχθεί μέχρι σήμερα, από 54 πέρυσι. Οι 59 από αυτούς έχουν απαχθεί και κρατούνται στη Μέση Ανατολή (Συρία, Ιράκ, Υεμένη). Από αυτούς, έξι είναι ξένοι.
Εξάλλου, η RSF καταγράφει τρεις νέες υποθέσεις δημοσιογράφων που έχουν εξαφανιστεί κατά τη διάρκεια της χρονιάς — δύο στη Λατινική Αμερική και ενός στη Ρωσία.
Η RSF θεωρεί πως ένας δημοσιογράφος αγνοείται όταν δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις για να εξακριβωθεί εάν έχει πέσει θύμα δολοφονίας ή απαγωγής και δεν έχει υπάρξει καμιά αξιόπιστη πληροφορία για το ποιος ευθύνεται, ή ανάληψη της ευθύνης.