Κατηγορηματικά αντίθετο παραμένει το Οικουμενικό Πατριαρχείο σχετικά με την προωθούμενη συνταγματική αναθεώρηση, τόσο στο ζήτημα της θρησκευτικής ουδετερότητας, όσο και σε ό,τι αφορά στην αποπομπή κληρικών από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
Επειτα από τις έντονες αντιδράσεις εντός της ελλαδικής Εκκλησίας από μεγάλη μερίδα κληρικών, καθώς και το ηχηρό «όχι» της Εκκλησίας της Κρήτης η οποία υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Φανάρι με επίσημη ανακοίνωσή του διαφωνεί με την συμφωνία Τσίπρα – Ιερωνύμου, κίνηση η οποία αναμένεται να προκαλέσει τριγμούς στο εγχείρημα του πρωθυπουργού και του αρχιεπισκόπου.
Υπενθυμίζεται ότι από την πρώτη στιγμή το Φανάρι είχε εκφράσει την έντονη δυσαρέσκειά του για τις «υπόγειες» κινήσεις Τσίπρα – Ιερωνύμου, με την κυβέρνηση να επιχειρεί εκ των υστέρων να αμβλύνει τις όποιες διαφωνίες με επισκέψεις του υπουργού Παιδείας, Κώστα Γαβρόγλου, στην Τουρκία προκειμένου να ενημερώσει τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
Μάλιστα, για την κατηγορηματική αντίθεσή του σε οποιαδήποτε αλλαγή στο άρθρο 3 του Συντάγματος είχε εκφράσει εγγράφως προς τον πρωθυπουργό ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος από το καλοκαίρι του 2017, με δισέλιδη επιστολή του.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το σημερινό ανακοινωθέν της Αρχιγραμματείας της Ιεράς Συνόδου, το Οικουμενικό Πατριαρχείο διαφωνεί κάθετα με τη «θρησκευτικά ουδέτερη» ελληνική πολιτεία που ετοιμάζεται να αποτυπωθεί στο άρθρο 3 του Συντάγματος. Οι ενστάσεις εκφράζονται γιατί, σύμφωνα με την ανακοίνωση, θα αποδυναμωθεί η «θεσμική θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου ως Νομικού Προσώπου Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου».
Την ίδια στιγμή, το Φανάρι πιστεύει ότι με τον τρόπο αυτό θα επέλθει «η αποβολή της εκκλησίας» από τη δημόσια ζωή και ως εκ τούτου θα καταργηθούν οι θρησκευτικές εορτές, το περιεχόμενο και η διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών, ενώ θα αφαιρεθούν τα ιερά σύμβολα από το σύνολο των δημοσίων υπηρεσιών.
Παράλληλα, πιστεύει ότι θα οδηγήσει στη μεταβολή του συνόλου του υφιστάμενου νομικού πλαισίου που καθορίζει τα εκκλησιαστικά καθεστώτα στην Κρήτη, στα Δωδεκάννησα και την «Πατριαρχική Εξαρχία» της Πάτμου.
Αναφορικά δε με το μείζον ζήτημα της μεταβολής του υφιστάμενου εργασιακού καθεστώτος των κληρικών, το Φανάρι κάνει λόγο για «παραμονή αυτών στην Ενιαία Αρχή Πληρωμών και για διατήρηση του ισχύοντος πλαισίου», χαρακτηρίζοντας την προτεινόμενη ρύθμιση «δυσμενή μεταβολή».
Στο ανακοινωθέν της Αρχιγραμματείας της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου σημειώνεται:
Για το προτεινόμενο προς αναθεώρηση άρθρο 21 του Συντάγματος για τον θεσμό της οικογένειας:
Εξεφράσθη ἡ ἀντίθεσις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἰς τήν σχεδιαζομένην ἀπάλειψιν τῆς φράσεως ἐκ τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος, ὅτι ἡ οἰκογένεια ἀποτελεῖ «θεμέλιο τῆς συντήρησης καί τῆς προαγωγῆς τοῦ ἔθνους», διότι διαχρονικῶς ὁ εὐλογημένος οὗτος θεσμός ἀποτελεῖ βασικόν κύτταρον τοῦ Γένους, χρήζει δέ ρητῆς Συνταγματικῆς προστασίας καί οὐχί ὑποβαθμίσεως. Ἡ ἐνίσχυσις δέ αὕτη καθίσταται, ἰδίως κατά τάς ἡμέρας ταύτας, ἀναγκαία, ἕνεκα τῆς ὑπογεννητικότητος, τοῦ πανθομολογουμένου δημογραφικοῦ προβλήματος καί τῶν ποικίλων ἀναγκῶν τῶν πολυτέκνων οἰκογενειῶν.
Για την προτεινόμενη αναθεώρηση του άρθρου 3 του Συντάγματος, μέσω της οποίας εισάγεται διάταξη που ορίζει ότι η ελληνική πολιτεία είναι «θρησκευτικά ουδέτερη», «καί ἐπιχειρεῖται ἡ μεταβολή τῶν ὑπό τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ὑφισταμένων ἀπό αἰώνων Ἐκκλησιαστικῶν Καθεστώτων», το Οικουμενικό Πατριαρχείο «ἐκφράζει τόν ἔντονον προβληματισμόν του διά τάς παραγομένας ἀρνητικάς νομικάς συνεπείας σχετικῶς πρός τήν ἐν γένει θέσιν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ἐν τῇ Ἑλληνικῇ Ἐπικρατείᾳ.
Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση, η προτεινομένη τροποποίηση:
α. Θά ἀποδυναμώσῃ τήν θεσμικήν θέσιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὡς Νομικοῦ Προσώπου Διεθνοῦς Δημοσίου Δικαίου.
β. Θά ἐπιφέρῃ τήν ἀποβολήν τῆς Ἐκκλησίας ἐκ τοῦ Δημοσίου βίου καί ἐνδεικτικῶς τήν κατάργησιν τῶν ἀργιῶν τῶν θρησκευτικῶν ἑορτῶν, τήν ἀλλοίωσιν τοῦ περιεχομένου καί τῆς διδασκαλίας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τήν ἀφαίρεσιν τῶν ἱερῶν συμβόλων τῆς Ὀρθοδοξίας ἐκ τοῦ συνόλου τῶν Δημοσίων Ὑπηρεσιῶν (σχολείων, δικαστηρίων κτλ.) κ.ἄ..
γ. Θά δημιουργήσῃ τό ἔρεισμα διά τήν μεταβολήν τοῦ συνόλου τοῦ ὑφισταμένου νομικοῦ πλαισίου, τό ὁποῖον καθορίζει τά Ἐκκλησιαστικά ἐν Ἑλλάδι Καθεστῶτα ἐν Κρήτῃ, ἐν Δωδεκανήσῳ, ἐν ταῖς λεγομέναις «Νέαις Χώραις» καί ἐν τῇ Πατριαρχικῇ Ἐξαρχίᾳ Πάτμου.
Ἄλλωστε, αἱ μή ἀναθεωρητέαι διατάξεις τοῦ ὑφισταμένου ἄρθρου 13 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος, δεδοκιμασμέναι ἐπιτυχῶς ἐν τῇ πορείᾳ τοῦ χρόνου, παρέχουσιν ἐπαρκεστάτην προστασίαν τῆς ἐλευθερίας τῆς θρησκευτικῆς συνειδήσεως ἑκάστου προσώπου καί τῆς θρησκευτικῆς λατρείας οἱασδήτινος γνωστῆς θρησκείας.
Τέλος, για το ζήτημα της μεταβολής του υφιστάμενου εργασιακού καθεστώτος των κληρικών καί των λαϊκών εκκλησιαστικῶν υπαλλήλων, «ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία, ἐνστερνιζομένη τήν δικαίαν ἀγωνίαν αὐτῶν, ἐπιστηρίζει τό αἴτημα τῆς παραμονῆς αὐτῶν εἰς τήν Ἑνιαίαν Ἀρχήν Πληρωμῶν ἐν Ἑλλάδι καί τήν διατήρησιν τοῦ ἰσχύοντος θεσμικοῦ ἐργασιακοῦ πλαισίου. Ἡ προτεινομένη ρύθμισις ἀποτελεῖ ἐπιλεκτικήν δυσμενῆ μεταβολήν τῶν εἰρημένων ἐργασιακῶν σχέσεων».
Η ανακοίνωση του Πατριαρχείου καταλήγει: «Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον προσβλέπει πάντοτε εἰς τήν καλήν συνεργασίαν μετά τῶν ἰθυνόντων τῆς Ἑλληνικῆς Πολιτείας ἐπ᾽ ἀγαθῷ τοῦ εὐαγοῦς Ἱεροῦ Κλήρου, τοῦ εὐσεβοῦς Ἑλληνικοῦ λαοῦ καί τῆς διαφυλάξεως τῶν ἱερῶν παραδόσεων τοῦ εὐλογημένου ἡμῶν Γένους».