Περισσότερες από 500 επιθέσεις σημειώθηκαν σε χώρους θρησκευτικής σημασίας το 2017, όπως προκύπτει από τη σχετική έκθεση που δημοσίευσε για τρίτο συνεχές έτος, το Τμήμα Θρησκευτικών Ελευθεριών και Διαθρησκευτικών Σχέσεων της Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων του υπουργείου Παιδείας.

Όπως αναφέρει συγκεκριμένα η έκθεση, το 2017 κατεγράφησαν 556 περιστατικά βίας σε θρησκευτικούς χώρους. Πρόκειται για μία αύξηση της τάξεως του 159% καθώς το 2016 κατεγράφησαν 218 περιστατικά.

Από αυτά τα περιστατικά, το 94%, δηλαδή τα 525, αφορούν στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ ορισμένα φέρουν χαρακτηριστικά θρησκευτικής μισαλλοδοξίας.

Δύο περιστατικά αφορούν στην Καθολική Εκκλησία, ένα στην Αιθιοπική Ορθόδοξη Εκκλησία, τέσσερα στην Αρμενική Ευαγγελική Εκκλησία, ένα στους Γνήσιους Ορθόδοξους Χριστιανούς (Γ.Ο.Χ – «Παλαιοημερολογίτες») και τέσσερα στους Χριστιανούς Μάρτυρες του Ιεχωβά.

«Τα περιστατικά εις βάρος χώρων θρησκευτικής σημασίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας αποτελούν τη συντριπτική πλειονότητα και μετά ακολουθούν τα περιστατικά εις βάρος χώρων των άλλων θρησκευτικών κοινοτήτων. Τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι το πρώτο θύμα των επιθέσεων στην πατρίδα μας είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία (όπως είναι γνωστό, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί είναι πάνω από το 95% του πληθυσμού)» αναφέρεται στην έκθεση.

Πιο αναλυτικά τα περιστατικά:

Χριστιανισμός: 537 περιστατικά πάσης φύσεως (βανδαλισμοί, διαρρήξεις, κλοπές, ιεροσυλίες, πυρκαγιές και λοιπές βεβηλώσεις).

Ειδικότερα:

– Την Ορθόδοξη Εκκλησία αφορούν 525 περιστατικά (δηλαδή το 94% επί των συνολικών περιστατικών), αρκετά από τα οποία φέρουν χαρακτηριστικά θρησκευτικής μισαλλοδοξίας,

– Δύο περιστατικά αφορούν στην Καθολική Εκκλησία,

– Ένα στην Αιθιοπική Ορθόδοξη Εκκλησία,

– Τέσσερα στην Αρμενική Ευαγγελική Εκκλησία,

– Ένα στους Γνησίους Ορθοδόξους Χριστιανούς (Γ.Ο.Χ. – «Παλαιοημερολογίτες») και

– Τέσσερα στους Χριστιανούς Μάρτυρες του Ιεχωβά.

Ιουδαϊσμός: Έντεκα περιστατικά, αρκετά από τα οποία φέρουν προδήλως ρατσιστικό/αντισημιτικό χαρακτήρα.

Μουσουλμανισμός: Οκτώ περιστατικά.

Στην έκθεση επίσης παρατίθενται τα πάσης φύσεως περιστατικά σε βάρος χώρων θρησκευτικής σημασίας, τα οποία περιήλθαν σε γνώση της Yπηρεσίας κατά το 2017, ανά θρησκευτική κοινότητα, συνοδευόμενα από ιστορικά, νομικά και στατιστικά στοιχεία κατά περίπτωση, ενώ σύμφωνα με την ίδια έκθεση, έχει εξιχνιαστεί μόνο το 32% των περιστατικών.

Από την πλευρά του ο αρμόδιος υπουργός, Κώστας Γαβρόγλου σημείωσε ότι «η διατήρηση της θρησκευτικής ειρήνης δεν είναι μόνο θέμα κρατικής πολιτικής αλλά και σεβασμού του ιερού, του θρησκεύεσθαι ανεξάρτητα από το πώς επιλέγει να θρησκεύεται ή να μην θρησκεύεται κάποιος. Σε κάθε περίπτωση, η Έκθεση για τα περιστατικά εις βάρος χώρων θρησκευτικής σημασίας αποδεικνύει την ιδιαίτερη ευαισθησία και σεβασμό με τον οποίο η παρούσα Κυβέρνηση προσεγγίζει τα θέματα αυτά και προστατεύει την θρησκευτική ελευθερία».

«Θρησκευτική ελευθερία χωρίς Εκκλησίες, Συναγωγές, Τζαμιά ή όπως αλλιώς ονομάζονται οι χώροι λατρείας δεν μπορεί να υπάρξει. Γι’ αυτό και κάθε επίθεση σ’ έναν χώρο λατρείας είναι μια επίθεση στην θρησκευτική ελευθερία. Βασική στρατηγική επιλογή του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων εξακολουθεί να είναι ο σχεδιασμός και η υλοποίηση δράσεων και νομοθετικών πρωτοβουλιών με στόχο την ανάδειξη των αρχών της θρησκευτικής ελευθερίας, του διαθρησκειακού διαλόγου και του αλληλοσεβασμού» κατέληξε ο υπουργός.

Από την πλευρά του, ο γ.γ. Θρησκευμάτων, Γ. Καλαντζής αναφέρει ότι «τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι το πρώτο θύμα των επιθέσεων στην πατρίδα μας είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί να αγνοηθεί. Οφείλουμε, Πολιτεία και Εκκλησία, να αναζητήσουμε τρόπους συνεργασίας, ώστε αυτή η βέβηλη πραγματικότητα που προσβάλλει την Ιστορία και την ταυτότητά μας να εξαλειφθεί».

Ο ίδιος επισημαίνει ότι ενώ οι Έλληνες Εβραίοι είναι το 0,05% του συνολικού πληθυσμού, σημειώνεται σταθερά δυσανάλογος αριθμός περιστατικών εις βάρος χώρων θρησκευτικής σημασίας του Ιουδαϊσμού (2% για το 2017). «Τα περισσότερα από αυτά τα περιστατικά έχουν αντισημιτικό/ρατσιστικό χαρακτήρα. Είναι σαφές ότι πρέπει να επιμείνουμε στην ανάγκη καταπολέμησης του αντισημιτισμού και της κουλτούρας που τον συνοδεύει, η οποία στοχεύει, πρώτα απ’ όλα, την ίδια τη δημοκρατία μας» καταλήγει ο κ. Καλαντζής.