Σε ανταπόκριση της Süddeutsche Zeitung από την Κωνσταντινούπολη καταγράφονται μαρτυρίες προσφύγων και μεταναστών για κακοποίησή τους σε ελληνικό έδαφος και βίαιη απώθησή τους προς την τουρκική πλευρά των συνόρων. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, στις 12 Νοεμβρίου είχαν εμφανιστεί στο τουρκικό χωριό Κιρεμιτσίσαλι, απέναντι από το Διδυμότειχο, κάποιοι άνδρες σχεδόν γυμνοί και με εμφανείς εκδορές, οι οποίοι υποστήριζαν ότι είναι πρόσφυγες από την Υεμένη, την Αλγερία και την Παλαιστίνη και αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Τουρκία μετά την κακοποίησή τους σε ελληνικό έδαφος.
Ένας από τους άνδρες είπε στον πρόεδρο της κοινότητας του Κιρεμιτσαλί, Ζακί Ατές, ότι τον είχαν χτυπήσει «με σιδηρολοστό» στην ελληνική πλευρά των συνόρων. Οι δράστες, ανέφερε, είχαν καλύψει το πρόσωπό τους με μαύρη μάσκα ή κουκούλα. Ένας άλλος ισχυριζόταν ότι Έλληνες αστυνομικοί «του πήραν τα πάντα, το κινητό του, τα χρήματά του, τα ρούχα του». Η Süddeutsche Zeitung υπενθυμίζει ότι τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης «κάθε τόσο φιλοξενούν ρεπορτάζ για παράνομους μετανάστες, που στέλνονται πίσω στην Τουρκία από την Ελλάδα. Στις αρχές Δεκεμβρίου είχαν εντοπιστεί τέσσερις άνδρες νεκροί από την παγωνιά στην τουρκική πλευρά των συνόρων, οι οποίοι προέρχονταν πιθανώς από το Αφγανιστάν ή το Πακιστάν. Και αυτοί θα μπορούσαν να είναι θύματα των αποκαλούμενων pushbacks, έλεγαν τότε». Έτσι αποκαλούνται οι «άμεσες επαναπροωθήσεις προσφύγων χωρίς να έχει προηγηθεί καταγραφή, ακρόαση ή άλλη προβλεπόμενη διαδικασία. Αυτού του είδους οι απελάσεις παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο, όπως έχει αποφανθεί ήδη από το 2012 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Η υπόθεση εκείνη αφορούσε ιταλούς συνοριοφύλακες και πρόσφυγες από τη Λιβύη. Η ελληνική κυβέρνηση», επισημαίνει η Süddeutsche Zeitung, «ανέκαθεν διέψευδε κατηγορίες ανθρωπιστικών οργανώσεων ότι επιτρέπει επαναπροωθήσεις στα χερσαία σύνορα με την Τουρκία».
«Χαμένη χρονιά» για την ελληνική οικονομία;
Στην ελληνική οικονομία εστιάζει από την πλευρά της η εφημερίδα Die Welt. Σε σημερινό άρθρο υποστηρίζει ότι «ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ακυρώνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να μην απωλέσει την εξουσία στις επόμενες εκλογές». Σχολιάζοντας εμμέσως την έξοδο από τα μνημόνια η αρθρογράφος εκτιμά ότι η κυβέρνηση «δεν πρόλαβε να πάρει στα χέρια της τον προϋπολογισμό και άρχισε πάλι να μοιράζει δωράκια σε οικογένειες, ιδιοκτήτες ακινήτων, αγρότες, δημοσίους υπαλλήλους, συνταξιούχους, καταναλωτές. Και αυτό, ενώ η Ελλάδα δεν έχει επιστρέψει στις αγορές και το δημόσιο χρέος της φτάνει στο ιλιγγιώδες 178% του ΑΕΠ. Τα κόκκινα δάνεια έχουν επιβαρύνει τα βιβλία των τραπεζών. Το ΔΝΤ δίνει διαβεβαιώσεις περί βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους το πολύ μέχρι το 2038. Εάν η χώρα δεν καταφέρει να αποκαταστήσει την αξιοπιστία της στους επενδυτές, τότε, στην χειρότερη περίπτωση, θα χρειαστούν νέα δάνεια. Και αυτό θα ήταν καταστροφή για την ΕΕ».
Αναφερόμενη στα προβλήματα των ελληνικών τραπεζών, η αρθρογράφος επισημαίνει: «Με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών έχει συμφωνηθεί ότι μέχρι το τέλος του χρόνου τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια θα περιοριστούν σε περίπου 65 δισεκατομμύρια ευρώ. Θα ήταν ένα τεράστιο κατόρθωμα, το οποίο (ωστόσο) θα επιβάρυνε τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών. Αλλά και αν ακόμη εκπληρωνόταν ο στόχος, το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων θα ήταν δεκαπλάσιο του μέσου όρου στην ευρωζώνη. Αυτό θα καθυστερούσε ακόμη περισσότερο την οικονομική εξυγίανση της Ελλάδας σε μία συγκυρία τόσο ευμετάβλητη, με τα οικονομικά στοιχεία της Ιταλίας και της Γαλλίας να επιβαρύνουν το κλίμα ακόμη περισσότερο».
Η δύσκολη σχέση Μέρκελ-Σόιμπλε
Στις πολιτικές εξελίξεις στη Γερμανία μετά την «αλλαγή φρουράς» στην ηγεσία των κυβερνώντων χριστιανοδημοκρατών (CDU) αναφέρεται η εφημερίδα Die Welt. Σε σχετική ανάλυση ο αρθρογράφος της εφημερίδας υποστηρίζει ότι η διαδοχή της Άνγκελα Μέρκελ από την Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ στην ηγεσία του κόμματος δεν έχει ξεκαθαρίσει το εσωκομματικό τοπίο, ενώ άδηλες παραμένουν οι προθέσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Όπως υποστηρίζει, «η CDU δεν βίωσε παρά μόνον έναν κατ’ επίφαση ανταγωνισμό πολιτικών θέσεων. Πίσω από τις κλειστές θύρες οι πραγματικές διαφορές παραμένουν, όπως γινόταν και προηγουμένως».
Με ασυνήθιστα οξύ ύφος ο αρθρογράφος περιγράφει την ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στην Άνγκελα Μέρκελ και στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ανατρέχοντας στο παρελθόν. Όπως επισημαίνει, «το ότι (η Μέρκελ) τον παραγκώνισε ψυχρά και αποφασιστικά και στη συνέχεια τον ταπείνωσε πολλές φορές, θα πρέπει να ήταν μία οδυνηρή εμπειρία για τον Σόιμπλε, για να το διατυπώσουμε κομψά. Ο μαθητής είχε υποσκελίσει τον δάσκαλο. Ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε διέθετε τη σχεδόν υπεράνθρωπη πειθαρχία που χρειαζόταν, ώστε σχεδόν να μη φαίνεται ότι ενοχλείται. Επιτελούσε τα όποια καθήκοντά του με ηρωϊσμό. (Σχεδόν) πάντοτε υπηρετούσε πιστά, αλλά μάλλον σκεπτόταν ότι σε τελική ανάλυση δεν έχει και πολλή σημασία ποιός θα είναι καγκελάριος υπό τις οδηγίες του…»