Το 2015 η χώρα με την περήφανη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στο χείλος της χρεοκοπίας. Σήμερα, σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά τη μνημονιακή κωλοτούμπα και πέντε μήνες από την τυπική ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, η Ελλάδα κινδυνεύει να οδηγηθεί πάλι στα βράχια.
Ο εφιάλτης επιστρέφει με τις προειδοποιήσεις διεθνών οικονομικών κύκλων, ξένων και ελλήνων αναλυτών και κορυφαίων οικονομικών παραγόντων να πυκνώνουν, βάζοντας στο τραπέζι το ενδεχόμενο μιας νέας ελληνικής κρίσης, που θα αναγκάσει την Αθήνα να προσφύγει και πάλι στη βοήθεια των Ευρωπαίων. Αραγε πόσο κοντά είναι ένα νέο Μνημόνιο;
Τα μηνύματα που έρχονται από τις αγορές είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά, δείχνοντας ότι το 2019 είναι ναρκοθετημένο για την ελληνική οικονομία. Παρά την υποτιθέμενη έξοδο από τα Μνημόνια, η Ελλάδα παραμένει αποκλεισμένη από τις αγορές. Είναι η μοναδική χώρα που βγήκε από τα Μνημόνια και δεν μπορεί να επιστρέψει για δανεισμό σε αυτές. Οικονομικοί και τραπεζικοί κύκλοι στην Αθήνα παρακολουθούν τις εξελίξεις και δεν κρύβουν την ανησυχία τους, παρατηρώντας ότι η άνοδος των spreads των ελληνικών ομολόγων σε αντίθεση με την καθοδική πορεία που ακολουθούν αυτά της Ιταλίας ή των άλλων χωρών που πέρασαν από Μνημόνιο δείχνει ότι οι αγορές φοβούνται την Ελλάδα. Ενδεικτικό είναι ότι τα spreads των δεκαετών ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου κινούνται σήμερα σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τους πρώτους μήνες του 2010, πριν δηλαδή μπούμε στην περιπέτεια των Μνημονίων. Η εικόνα δεν θυμίζει σε τίποτα εικόνα χώρας που ολοκλήρωσε τον κύκλο των Μνημονίων.
Καμιά εμπιστοσύνη
Αγορές και επενδυτές δεν εμπιστεύονται την Ελλάδα. Βλέπουν την κυβέρνηση να βρίσκεται σε προεκλογική περιδίνηση η οποία συνοδεύεται με μια άκρατη παροχολογία και να αφήνει να σκάσει στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης η βόμβα των 10 με 15 δισ. ευρώ από τις επικείμενες δικαστικές αποφάσεις που θα ξηλώνουν μνημονιακές διατάξεις για τις περικοπές στις συντάξεις και τα δώρα των δημοσίων υπαλλήλων. Την ίδια ώρα, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν αρχίσει να ενοχλούνται από τη μεταρρυθμιστική απραξία της Αθήνας, καθώς έχουν μείνει πίσω 15 μεταμνημονιακές μεταρρυθμίσεις, ενώ ο στόχος για ανάπτυξη 2,5% του ΑΕΠ φέτος αμφισβητείται και αποτελεί πρόκληση για τη χώρα που έχει πάνω από δέκα χρόνια να πιάσει αυτές τις ταχύτητες.
Ενδεικτική είναι η δήλωση του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη ο οποίος διαπιστώνει ότι στην Ευρωπαϊκή Ενωση θεωρούν ότι η Ελλάδα θα προσφύγει γρήγορα στον δανεισμό από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), που θα συνοδεύεται από την επιβολή νέων όρων στην οικονομική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης.
Ισχυρό καμπανάκι χτυπά και το Bloomberg, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα έχει ακόμη ένα βουνό να σκαρφαλώσει το 2019 εάν θέλει να ολοκληρώσει την ανάκαμψή της με μια βιώσιμη επιστροφή στις αγορές ομολόγων. Σε δημοσίευμά του το πρακτορείο υπογραμμίζει ότι συσσωρεύονται οι κίνδυνοι για τη χώρα στο πρώτο έτος μετά το τέλος του προγράμματος διάσωσης.
Οι κίνδυνοι
Οικονομικοί αναλυτές και ξένοι οίκοι στέλνουν προειδοποιητικά μηνύματα βλέποντας τους εξής κινδύνους:
1. Κλειστές οι πόρτες των αγορών: Τα spreads των ελληνικών ομολόγων βρίσκονται σήμερα στις 421 μονάδες όταν τα αντίστοιχα ιταλικά κινούνται στις 260 μ.β., της Πορτογαλίας στις 155 μ.β. και της Ισπανίας στις 124 μονάδες. Η εικόνα των spreads δείχνει ότι το πρόβλημα για την Ελλάδα δεν είναι εισαγόμενο αλλά εγχώριο. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα τέλη Απριλίου του 2010, όταν η Ελλάδα ζήτησε τη στήριξη από τον μηχανισμό διάσωσης, τα spreads κινούνταν στις 400 μονάδες.
Τα υψηλά spreads κρατούν κλειστές τις πόρτες των αγορών για την Ελλάδα και ανατρέπουν συνεχώς τα σχέδια της κυβέρνησης. Η χώρα έχει καθαρές δανειακές ανάγκες άνω των 9 δισ. ευρώ φέτος, και ο στόχος άντλησης 5 έως 7 δισ. ευρώ από τις αγορές είναι αρκετά δύσκολος να επιτευχθεί την ώρα που οι ξένοι επενδυτές αμφισβητούν την ορθότητα της οικονομικής πολιτικής και την παροχολογία στην οποία επιδίδεται η κυβέρνηση. Υπό τις συνθήκες αυτές η κυβέρνηση αναγκάζεται να αναθεωρεί διαρκώς το χρονοδιάγραμμα εξόδου για δανεισμό στις αγορές. Τώρα το νέο κυβερνητικό σενάριο προβλέπει μια επιχείρηση δανεισμού την άνοιξη με πενταετές ομόλογο, που δεν θα είναι μία νέα έκδοση, αλλά μία επέκταση και ανταλλαγή χρέους του παλαιού πενταετούς ομολόγου που λήγει τον Απρίλιο και είχε εκδοθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση το 2014.
Μια επιπλέον σοβαρή παρενέργεια αφορά τις τράπεζες: Οσο παραμένουν κλειστές οι αγορές για το ελληνικό Δημόσιο, τόσο οι ελληνικές τράπεζες αδυνατούν να δανειστούν με λογικό κόστος με αποτέλεσμα να προστίθεται ακόμη ένα πρόβλημα στο βουνό των κόκκινων δανείων που έχουν στους ισολογισμούς τους.
2. Δημοσιονομικός εκτροχιασμός. Οι δικαστικές αποφάσεις που ξηλώνουν μνημονιακούς νόμους και αφορούν τη διεκδίκηση αναδρομικών από τις περικοπές στις συντάξεις και την κατάργηση των δώρων και επιδομάτων στους συνταξιούχους και δημοσίους υπαλλήλους αποτελούν αυτή τη στιγμή τις μεγαλύτερες δημοσιονομικές νάρκες. Το συνολικό κόστος τους υπολογίζεται σε 10 με 15 δισ. ευρώ, ενώ δημιουργείται ένα επιπλέον ετήσιο κόστος στον προϋπολογισμό, ύψους 4,5 δισ. ευρώ. Το κόστος αυτό δεν μπορεί να το σηκώσει ο προϋπολογισμός με αποτέλεσμα να απειλείται η δημοσιονομική ευστάθεια της χώρας και ένα απότομο πισωγύρισμα της οικονομίας παρά τις θυσίες των τελευταίων ετών.
3. Αναιμική ανάπτυξη – υψηλά πλεονάσματα. Η πρόβλεψη για πλεόνασμα 3,6% του ΑΕΠ το 2019, οριακά πάνω από τον μνημονιακό στόχο του 3,5% του ΑΕΠ, διατηρεί την πίεση στα νοικοκυριά, ενώ ο στόχος για ανάπτυξη 2,5% του ΑΕΠ φέτος από 2,1% που είναι η εκτίμηση για το 2018 θεωρείται επίσης ότι είναι ιδιαίτερα δύσκολο να επιτευχθεί. Ηδη από την πλευρά των δανειστών υπάρχουν εκτιμήσεις που κατεβάζουν τον ρυθμό ανάπτυξης για το 2019 σε επίπεδα κάτω του 2%. Αν κάτι τέτοιο επαληθευτεί θα οδηγήσει σε εκτροχιασμό από τους στόχους του προϋπολογισμού και θα ανατρέψει τις προβλέψεις για τη βιωσιμότητα του χρέους τα επόμενα χρόνια. Την ίδια ώρα οι ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν αρχίσει να ενοχλούνται από τη μεταρρυθμιστική απραξία της ελληνικής πλευράς και αυτό το νόημα είχαν οι κίτρινες κάρτες που εκδόθηκαν μαζί με την πρώτη έκθεση μεταμνημονιακής αξιολόγησης. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να υπάρξουν νέες συστάσεις προς την ελληνική πλευρά στο πρώτο Eurogroup του 2019 που θα πραγματοποιηθεί στις 21 Ιανουαρίου. Οι μεταρρυθμίσεις είναι συνδεδεμένες με την επιστροφή των κερδών από τα ANFA’s αλλά και με την ακύρωση του επιτοκιακού πέναλτι σε μέρος των δανείων που έλαβε η χώρα με το 2ο Μνημόνιο. Και όσο αυτά καθυστερούν, τόσο οι αγορές θα δυσπιστούν για τη χώρα μας.