Το σημερινό doodle της Google είναι αφιερωμένο στην Τουρκάλα ζωγράφο Φαχρελνισά Ζεΐντ (Fahrelnissa Zeid), με αφορμή τη συμπλήρωση 118 χρόνων από τη γέννησή της, την 7η Ιανουαρίου του 1901.
H πριγκίπισσα Φαχρελνισά Ζεΐντ ήταν επιφανής Τουρκάλα ζωγράφος, το έργο της οποίας υπήρξε ποικιλόμορφο και χαρακτηρίζεται για τη σύνθεση Ισλαμικών και Βυζαντινών στοιχείων με επιρροές από τη δυτική τέχνη. Αναγνωρίζεται επίσης ως εκπρόσωπος της αφηρημένης και γεωμετρικής τέχνης.
Γεννημένη στην Πρίγκηπο της Κωνσταντινούπολης το 1901, υπήρξε κόρη του Τούρκου διπλωμάτη και ιστορικού Σακίρ Πασά, μέλος επιφανούς οικογένειας διανοουμένων και πολιτικών. Η ενασχόλησή της με τη ζωγραφική ξεκίνησε όταν ήταν σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και υπήρξε από τις πρώτες γυναίκες που φοίτησαν στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Κωνσταντινούπολης.
Ξεκίνησε τις σπουδές της το 1920 και το 1927 ταξίδεψε στο Παρίσι όπου σπούδασε στην Académie Ranson με δάσκαλο τον Ροζέρ Μπισιέρ (Roger Bissière). Επιστρέφοντας στη γενέτειρά της φοίτησε υπό την επίβλεψη του Ναμκ Ισμαΐλ (Namık Ismail) στην Ακαδημία Καλών Τεχνών και το 1942 προσχώρησε στην ομάδα καλλιτεχνών D Group που είχε ιδρυθεί το 1933 και αποτελούνταν από νέους Τούρκους ζωγράφους. Από το 1934, υπήρξε σύζυγος του πρίγκιπα Ζεΐντ Ιμπν Χουσεΐν, ο οποίος διαδέχτηκε τον βασιλιά Φαϊσάλ Β’, αν και ο ίδιος δεν βασίλεψε αλλά ανέλαβε ρόλο πρεσβευτή της Δημοκρατίας του Ιράκ.
Ατομικές εκθέσεις της πραγματοποιήθηκαν αρχικά στην Τουρκία, την περίοδο 1944-46, καθώς και στη δυτική Ευρώπη, όταν εγκαταστάθηκε εκεί εκ νέου. Το 1951, 1953 και 1954 συμμετείχε στο Salon des Réalités Nouvelles του Παρισιού, ενώ μεγάλη έκθεση έργων της πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα το 1964. Το 1975 εγκαταστάθηκε στο Αμάν της Ιορδανίας, όπου και ανέλαβε να διδάσκει στο Βασιλικό Ινστιτούτο Τέχνης. Στο Αμάν πραγματοποιήθηκε επίσης σημαντική αναδρομική έκθεσή της, στο Βασιλικό Κέντρο Τέχνης της πόλης.
Το έργο της, όπως αναφέρει η wikipedia, περιλαμβάνει κυρίως ελαιογραφίες και υδατογραφίες, καθώς και λιθογραφίες και χαρακτικά. Οι πρώιμοι πίνακές της, με επιδράσεις από τη γαλλική ζωγραφική, απεικονίζουν πορτρέτα και σκηνές σε εσωτερικούς χώρους, ωστόσο κατά τη δεκαετία του 1940 στράφηκε περισσότερο στην αφηρημένη τέχνη. Στο Παρίσι, το έργο της επαινέθηκε από τον Αντρέ Μπρετόν. Επινόησε τη μέθοδο που ονόμασε παλαιοκρύσταλλο, κατά την οποία τοποθετούσε χρωματιστές πέτρες, σμάλτο και άλλα υλικά σε μείγμα γυάλινου πολτού και ρητίνης, το οποίο έθεταν σε κίνηση ηλεκτροκινητήρες. Συλλογές έργων της εκτίθενται σε μουσεία μοντέρνας τέχνης στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, στο Σινσινάτι, στο Εδιμβούργο, στην Κωνσταντινούπολη και στην Άγκυρα, ενώ αρκετά έργα της ανήκουν επίσης σε ιδιωτικές συλλογές.