O επιχειρηματίας Νίκος Μαυρίκος αρνήθηκε και στη νεότερη κατάθεσή του να μας πει οτιδήποτε για την αρπαγή του και την ομηρεία του για οκτώ ημέρες. Το μόνο που ξέρουμε για τους δράστες ήταν ότι του απέσπασαν ποσό περίπου της τάξης των 3.000 ευρώ που είχε στις τσέπες του, τον χτύπησαν στο πρόσωπο καθώς και ότι την τέταρτη ημέρα της ομηρείας του τού υπέδειξαν να ζητήσει – με έμμεσο τρόπο – ποσό της τάξης περίπου ενός εκατομμυρίου ευρώ από άτομο του περιβάλλοντός του. Ενώ ακολούθησε κινητοποίησή μας να συγκεντρώσουμε αυτό το ποσό και να υπάρξει καταβολή των λύτρων, δεν υπήρξε καμιά νεότερη επικοινωνία. Και λίγα 24ωρα αργότερα ο επιχειρηματίας αφέθηκε ελεύθερος, χωρίς να γνωρίζουμε τι μεσολάβησε. Αποφεύγει από τότε να πει το σημαντικότερο που είναι σε ποιο σημείο αφέθηκε ελεύθερος, ποιο δρομολόγιο ακολούθησε για να επιστρέψει στο σπίτι του.
Ετσι ώστε να βρούμε ίχνη των δραστών, να λάβουμε καταθέσεις από τον οδηγό ταξί που φέρεται να χρησιμοποίησε, να προχωρήσουμε σε προσδιορισμούς στιγμάτων κινητών κ.λπ. Εκτιμούμε ότι πολλά από αυτά που φαίνονται στην ομηρεία εννιά ημερών του επιχειρηματία είναι ασαφή κι εικονικά. Πρόκειται πιθανόν για μια πολυήμερη “κράτηση” με στόχο ίσως και την επίλυση οικονομικών ζητημάτων. Λόγω και της απροθυμίας του επιχειρηματία να μας βοηθήσει στην έρευνά μας όπως και της έλλειψης άλλων στοιχείων, ίσως να είναι η μοναδική απαγωγή – από τις 15 περιπτώσεις ομηρείας – που δεν θα μπορέσουμε να εξιχνιάσουμε. Ωστόσο συνεχίζουμε την έρευνά μας, πέρα από τις αντιξοότητες που παρουσιάζονται ή τις σκοπιμότητες που υπάρχουν».
Σε αυτές τις αναφορές προχώρησε στέλεχος της Κατεχάκη σχετικά με την απαγωγή του 51χρονου ιδιοκτήτη εταιρείας τροφοδοσίας πλοίων με ποτά κι άλλα είδη Νίκου Μαυρίκου, ο οποίος είχε πέσει θύμα αρπαγής από τέσσερις αγνώστους, έξω από το σπίτι του, στην Ακτή Θεμιστοκλέους. Ο 51χρονος εμφανίστηκε στην ΕΛ.ΑΣ. μία ημέρα αφότου φέρεται ν’ απελευθερώθηκε από τους «απαγωγείς» του. Με επίκληση ότι ήθελε να συνέλθει από την περιπέτειά του. Σύμφωνα με αναφορές, ο 51χρονος έδωσε ασαφείς εξηγήσεις σχετικά με όσα συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες.
Κάτι που επιβεβαίωνε τις αρχικές εκτιμήσεις των αστυνομικών ότι η συγκεκριμένη αρπαγή έχει πολλές ιδιομορφίες κι ίσως το ζήτημα δεν ήταν μόνο τα λύτρα αλλά κι ορισμένες άλλου είδους εκκρεμότητες.
Ο κύκλος των επιχειρήσεων του
Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. συγκέντρωσαν τις τελευταίες ημέρες πληροφορίες ότι ο 51χρονος επιχειρηματίας είχε ελεγχθεί αρκετές φορές για υποθέσεις λαθρεμπορίου τσιγάρων, χωρίς να βρεθεί οτιδήποτε επιβαρυντικό εις βάρος του. Η τελευταία φορά ήταν το 2016 όταν διαπιστώθηκε ότι ήταν συνιδιοκτήτης εργοστασίου παραγωγής τσιγάρων στο Ντουμπάι, για το οποίο υπήρξε έλεγχος από την ΕΛ.ΑΣ. σε σχέση με κύκλωμα λαθρεμπορίας τσιγάρων με προορισμό τη Βρετανία. Χωρίς ο ίδιος ποτέ να κατηγορηθεί. Επιπλέον παλαιότερα ήταν κάτοχος τεσσάρων πλοίων μεταφοράς τσιγάρων. Τα τελευταία χρόνια συμμετείχε σε γνωστή αλυσίδα αρτοποιείων που είχε βρεθεί στο στόχαστρο των ελεγκτικών Αρχών για σχέσεις με κύκλωμα σωματεμπορίας. Ομως για ένα τμήμα του κατηγορητηρίου έχουν υπάρξει απαλλακτικές προτάσεις. Στις ίδιες επιχειρήσεις που έχουν ερευνηθεί για ξέπλυμα χρήματος φέρεται να συμμετείχε πρώην συνδικαλιστής της ΔΕΗ, ενώ είχαν επιδιώξει συνεργασία γνωστοί ποινικοί.
Ακόμη είχε διαπιστωθεί ότι ο Νίκος Μαυρίκος είχε σειρά γνωριμιών με αξιωματικούς της ΕΛ.ΑΣ. (ορισμένοι με ανώτατες θέσεις, άλλοι φρουροί πολιτικών προσώπων και σε κρίσιμα πόστα), με λιμενικούς, κρατικούς υπαλλήλους αλλά και γνωστούς ποινικούς. Σε έναν κύκλο επαφών «άγνωστης χρήσης». Ακόμη οι αστυνομικοί ερεύνησαν πληροφορίες για επαφές του 51χρονου με επιχειρηματίες ρωσικής καταγωγής αλλά και για επενδύσεις σε ξενοδοχεία στο Σότσι της Ρωσίας και σε τουριστικές περιοχές στη Βουλγαρία. Ακόμη φέρεται να στήριζε οικονομικά ποδοσφαιρική ομάδα της Δυτικής Αττικής με πολύχρονη παρουσία στη Β’ Εθνική, την περίοδο που ένας εκ των παραγόντων της είχε βρεθεί νεκρός στην Πάρνηθα κι ο θάνατός του είχε αποδοθεί σε αυτοκτονία.
Οι αστυνομικοί ερευνούν ενδελεχώς πληροφορίες ότι ο 51χρονος ίσως θεωρήθηκε από λαθρεμπόρους τσιγάρων, κυρίως ρωσικής καταγωγής, ως εμπόδιο στη δράση τους. Οπως κι ότι ίσως του αποδόθηκε ότι «ήταν αυτός που κρύβεται, με τη χρήση των διασυνδέσεων που είχε, πίσω από τον εντοπισμό τουλάχιστον 6-7 εργοστασίων παραγωγής λαθραίων τσιγάρων ή σε παλαιότερες υποθέσεις εξάρθρωσης κυκλωμάτων λαθραίων τσιγάρων αλλά και στις εξαφανίσεις κατασχεμένων τσιγάρων». Χωρίς όμως αποδεικτικά στοιχεία και χωρίς να οδηγηθούν σε οποιοδήποτε σαφές συμπέρασμα. Ανάμεσα στα άλλα οι αστυνομικοί ερεύνησαν και τι είχε συμβεί σε συμβάν με πυρκαγιά – στις αρχές Δεκεμβρίου – σε οίκημα στην Κόρινθο, όπου διαπιστώθηκε ότι υπήρχε εργοστάσιο παραγωγής λαθραίων τσιγάρων που ανήκαν σε Ρωσοπόντιο που έχει σχετική δραστηριότητα.
Οι έρευνες της αστυνομίας
Οι αστυνομικοί συνεκτίμησαν ακόμη ότι στις 29 Φεβρουαρίου 2012 είχε εκραγεί βόμβα έξω από εταιρεία στα Καμίνια που ανήκει σε συγγενή του. Η σχετική έρευνα ολοκληρώθηκε από την ΕΛ.ΑΣ. το 2015, χωρίς να βρεθεί οτιδήποτε.
Οι αστυνομικοί ακόμη συμπληρώνουν ότι σε λίγες σχετικά περιπτώσεις οι διαμάχες στον χώρο του εμπορίου τσιγάρων οδηγούν σε εγκληματικές ενέργειες επειδή υπάρχουν τεράστια περιθώρια κερδών κι οι παρανομούντες συνήθως δεν οδηγούνται στη φυλακή. Οι αστυνομικοί υπενθύμιζαν δύο δολοφονίες, ενός Σέρβου κι ενός Ιταλού, το 2000 στην περιοχή Βάρκιζας και Βουλιαγμένης που είχαν συσχετιστεί με διαμάχες λαθρεμπόρων τσιγάρων, έκρηξη βόμβας που είχε σημειωθεί προ διετίας στο σπίτι συγγενών ρωσοπόντιου εμπόρου τσιγάρων. Ακόμη οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. ερευνούν αν η αρπαγή του 51χρονου έλληνα επιχειρηματία μπορεί να έχει οποιαδήποτε σχέση με την απαγωγή και τη δολοφονία 60χρονου ομογενούς από το Καζακστάν (σ.σ.: είχε κατηγορηθεί για λαθρεμπόριο τσιγάρων) που είχε πέσει θύμα απαγωγής στις 16 Απριλίου 2016 στην περιοχή του Ασπρόπυργου. Οπως ανέφερε εκ των υστέρων η σύζυγός του στην ΕΛ.ΑΣ., οι απαγωγείς ζήτησαν αρχικά περίπου 300.000 ευρώ, αλλά έπειτα από διαπραγματεύσεις κατέληξαν στο ποσό των 40.000 ευρώ. Ομως ο άτυχος 60χρονος βρέθηκε νεκρός περίπου 25 μέρες αργότερα σε κανάλι στον Μόρνο. Τέλος, οι αστυνομικοί υπενθύμιζαν τη δράση εννέα μελών (Ελλήνων κι Αλβανών), ηλικίας από 29 έως 35 ετών, εγκληματικής οργάνωσης που εξαρθρώθηκε από την ΕΛ.ΑΣ. τον Ιούνιο του 2012 – προχωρούσαν σε σύντομες ομηρείες επιχειρηματιών και ζητούσαν μεγάλα χρηματικά ποσά η ράβδους χρυσού για να απελευθερώσουν τα θύματά τους, τα οποία πρώτα βασάνιζαν.