Αν είναι κάτι που προκάλεσε αίσθηση χθες στη Βουλή ήταν ο τσακωμός του Αλέξη Τσίπρα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη για τα… μάτια του Βαγγέλη Αποστολάκη. Αν και κανείς δε αμφισβητεί τα πατριωτικά αισθήματα του νέου υπουργού Αμυνας όπως και την καθαρή, δημοκρατική διαδρομή του στις Ενοπλες Δυνάμεις, ο τρόπος που έγινε η μεταπήδησή του δεν ήταν ο ενδεδειγμένος.
Η αναφορά του «μαύρου στρατηγού» Σπαντιδάκη, ενός από τους πρωτεργάτες της Χούντας, ξύπνησε μνήμες και προκάλεσε έντονες αντιδράσεις. Εν έτει 2019 ασφαλώς μια συζήτηση που περιστρέφεται σε υποθέσεις του πιο σκοτεινού για την Ελλάδα παρελθόντος, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη.
Κι έρχεται λίγες ώρες μετά τις αναφορές του Πάνου Καμμένου στον πατέρα της Ελενας Κουντουρά που έγραψε τον ύμνο της Χούντας. Ο Πάνος Καμμένος που επί χρόνια είχε στενή συνεργάτη του την υπουργό Τουρισμού τώρα θυμήθηκε να μας πει για τον πατέρα της, λες και υπάρχει οικογενειακή ευθύνη.
Και πρέπει να προστεθούν σε όλα αυτά και οι αναφορές του πρωθυπουργού στις αποστασίες του 1965, θέλοντας να χτυπήσει την οικογένεια Μητσοτάκη.
Δυστυχώς ο πολιτικός διάλογος διολισθαίνει σε πολύ επικίνδυνα μονοπάτια. Η Χούντα τέλειωσε πριν από 45 χρόνια, υποτίθεται ότι η Ελλάδα προχώρησε μπροστά, η Μεταπολίτευση θωράκισε τη Δημοκρατία και δεν υπάρχει κανένας λόγος να μπαίνει στο δημόσιο διάλογο η μαύρη Επταετία.
Ενδεχομένως η συζήτηση το βράδυ στη Βουλή και η επόμενη για τη συμφωνία των Πρεσπών να είναι πολύ κρίσιμες. Όχι όμως, τόσο ώστε να υποβαθμίζεται ο κοινοβουλευτικός λόγος και να πλήττεται για άλλη μια φορά η αξιοπιστία του πολιτικού συστήματος. Οι μόνοι που χαίρονται από αυτή την κατάσταση είναι οι Χρυσαυγίτες και οι λοιποί νοσταλγοί των συνταγματαρχών.
Ναι, πρέπει να θυμόμαστε, η ιστορική μνήμη δεν μπορεί να παραγράφεται. Όμως, είναι αδιανόητα αυτά τα πολιτικά παιχνίδια που τελικώς δεν προσφέρουν τίποτε.
Αλλά, ας θυμηθούμε ποιοι ήταν οι… πρωταγωνιστές τότε και που οι ίδιοι μπήκαν στη δημόσια συζήτηση σαν φαντάσματα από το παρελθόν.
Ποιος ήταν ο Σπαντιδάκης
Ο Γρηγόριος Σπαντιδάκης (1909 – 1996) ήταν Έλληνας στρατιωτικός, αρχηγός του ΓΕΣ (1965-1967) και ένας από τους πρωτεργάτες της χούντας των Συνταγματαρχών.
Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο και σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, στη Σχολή πολέμου στη Σχολή Εθνικής Άμυνας και στη σχολή πολέμου του ΝΑΤΟ. Στις 5 Αυγούστου 1931 αποφοίτησε από την ΣΣΕ, και ονομάστηκε ανθυπίλαρχος. Το 1935 προήχθη σε υπίλαρχο, το 1938 σε ίλαρχο, το 1946 σε επίλαρχο, το 1949 σε αντισυνταγματάρχη, το 1955 σε συνταγματάρχη, το 1959 σε ταξίαρχο, το 1961 σε υποστράτηγο και το 1964 σε αντιστράτηγο.
Συμμετείχε στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο 1940-41, καθώς και στον αγώνα εναντίον των Γερμανών τον Απρίλιο του 1941, όπου και τραυματίστηκε. Στην Κατοχή έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση, ως μέλος της Οργάνωσης «ΟΜΗΡΟΣ». Έλαβε μέρος και στον Εμφύλιο. Διετέλεσε διοικητής του Α΄ Σώματος Στρατού καθώς και αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ).
Κατά την εποχή της εκδήλωσης του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου κατείχε τη θέση του αρχηγού του ΓΕΣ. Ο Σπαντιδάκης, πιστός στον βασιλιά Κωνσταντίνο Β΄, σχεδίαζε ο ίδιος πραξικόπημα, το οποίο θα εισηγείτο στον βασιλιά, μη γνωρίζοντας όμως ότι κατώτεροι αξιωματικοί ετοίμαζαν άλλο. Ο ίδιος είχε δηλώσει, μετά την δικτατορία, ερωτηθείς σε συνέντευξη που παρεχώρησε σε δημοσιογράφο, ότι «Το σχέδιό μας προέβλεπε τον σχηματισμόν από τον βασιλέα μιας κυβερνήσεως Εθνικής ενότητος από μη πολιτικούς, με αυστηρά περιορισμένο χρονικό διάστημα, δύο μέχρι έξι μήνες το πολύ. Αυτή η κυβέρνηση θα είχε την πλήρη υποστήριξη του στρατού». Με την επιβολή της Χούντας το 1967 διορίστηκε Αντιπρόεδρος της πρώτης δικτατορικης κυβερνήσεως Κόλλια και Υπουργός Εθνικής Αμύνης. Δεν μετείχε στην νέα κυβέρνηση, υπό τον Γεώργιο Παπαδόπουλο, που σχηματίστηκε μετά την αποτυχία της κίνησης της 13 Δεκεμβρίου επειδή θεωρήθηκε ότι είχε επιδείξει καιροσκοπική στάση και δεν τάχθηκε από την αρχή με το πλευρό της Χούντας. Όταν εκδηλώθηκε η κίνηση του Βασιλιά έτυχε να βρίσκεται στις Βρυξέλλες, σε σύνοδο του ΝΑΤΟ.
Τον Αύγουστο του 1975 καταδικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών σε ισόβια κάθειρξη για εσχάτη προδοσία και στάση, λόγω συμμετοχής του στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, με όλες τις σχετικές συνέπειες από την καταδίκη αυτή. Πέθανε το 1996, σε ηλικία 87 ετών.
Ποιος ήταν ο Κουντουράς
Ο Αλέξανδρος Κουντουράς ήταν αξιωματικός του Πεζικού στον ελληνικό Στρατό Ξηράς, με θητεία στις Ελληνικές Ειδικές Δυνάμεις. Ήταν υπολοχαγός μουσικής στην ΑΣΔΕΝ. Μαζί με το συνάδελφό του, Γεώργιο Καρυδάκη, συνέθεσε ένα εμβατήριο που δόξαζε τη δικτατορία, το οποίο ανακρουόταν στους κινηματογράφους και διακινούνταν από την Αστυνομία, την ΕΣΑ και το στρατό.
Τον Δεκέμβριο του 1967 συμμετείχε στο αντι-πραξικόπημα του βασιλιά Κωνσταντίνου, με το οποίο προσπάθησε να ανατρέψει την χούντα. Μετά την αποτυχία αυτής της κίνησης, η χούντα τον αποστράτευσε.
Στο δημοψήφισμα του 1974 για το πολιτειακό ζήτημα, ο Κουντουράς δραστηριοποιήθηκε έντονα υπέρ της βασιλευομένης δημοκρατίας. Την περίοδο αυτή ήταν πρόεδρος της πιο οργανωμένης φιλοβασιλικής οργάνωσης, της «Βασιλικής Εθνικής Παράταξης», που διέθετε γραφεία στην Αθήνα και την επαρχία και τμήμα νεολαίας. Μαζί με άλλους βασιλόφρονες (μεταξύ των οποίων και πολλοί απόστρατοι αξιωματικοί, προεξάρχοντος του Γεωργίου Κουρούκλη) ίδρυσαν την «Βασιλική Εθνική Οργάνωση». Όμως η κυβέρνηση Καραμανλή αντιμετώπισε με δικαστικές διώξεις την ΒΕΟ, η οποία τελικά υποχρεώθηκε να αλλάξει το όνομά της σε «Βυζαντινή Εθνική Οργάνωση».
Η οργάνωση είχε νέες δικαστικές περιπέτειες με δίκες και μηνύσεις λόγω της παρουσίας της σε εκδηλώσεις όπως τα Παλαιολόγεια του Μυστρά, κατά τις επετείους Άλωσης της Κωνσταντινούπολης.
Ο Αλέξανδρος Κουντουράς πέθανε τον Απρίλιο του 2012.