Η συμφωνία των Πρεσπών βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντος, όπως και η ιστορία της Μακεδονίας. Αλλωστε, έχουμε δει και στα συλλαλητήρια τη μορφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου σε όλες τις εκφάνσεις.
Το The Ancient History Bulletin δημοσίευσε άρθρο καθηγήτριας της Ιατρικής, της Κάθριν Χολ, η οποία διδάσκει στο Πανεπιστήμιο του Οτάγκο της Νέας Ζηλανδίας. Σύμφωνα με τη θεωρία της ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε από το σύνδρομο Guillain – Barré, μια νευρολογική ασθένεια.
Οι προηγούμενες θεωρίες δεν έχουν εξηγήσει το γεγονός του θανάτου του Μεγάλου Αλεξάνδρου στο σύνολό του, και γιατί το σώμα του δεν έδειξε σημάδια αποσύνθεσης για έξι ολόκληρες μέρες μετά τον θάνατό του.
Σύμφωνα με τους Αρχαίους Έλληνες αυτό αποδείκνυε το γεγονός ότι ο Αλέξανδρος ήταν θεός, αποδίδοντας την εξήγηση του θανάτου του σε μεταφυσικές θεωρίες.
Η θεωρία της Χολ επιχειρεί να δώσει μια επιστημονική εξήγηση. Όπως λέγεται ο Μέγας Αλέξανδρος παρουσίασε πυρετό, πόνο στην κοιλιά, προοδευτική και συμμετρική παράλυση, ενώ διατήρησε τη διαύγεια του πνεύματός του. Σύμφωνα με τη Χολ ο Αλέξανδρος πιθανόν να προσβλήθηκε από GBS, το οποίο μπορεί να προέκυψε εξαιτίας μόλυνσης με ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, που θεωρείται κοινό αίτιο GBS.
Η ίδια εκτιμά ότι κόλλησε μια παραλλαγή του GBS που προκαλούσε παράλυση και σε συνδυασμό με τη δυσκολία που υπήρχε για τη διαπίστωση του θανάτου στην αρχαιότητα, εκτιμά πως ο Μακεδόνας βασιλιάς πέθανε ημέρες μετά από τη στιγμή που θεωρήθηκε νεκρός. Αυτό γιατί η παράλυση στο σώμα του ενδεχομένως να είχε χαμηλώσει την ανάγκη για οξυγόνο και την εύκολη θέαση της αναπνοής κι έτσι οι σύντροφοί του πίστεψαν ότι είχε σταματήσει να αναπνέει, κάτι που στην πραγματικότητα δε συνέβαινε.
Τι είναι
Σύμφωνα με το MDA Hellas, το σύνδρομο Guillain – Barre είναι αυτοάνοσο νόσημα άγνωστης αιτιολογίας. Υπάρχει αδυναμία μετάδοσης νευρικών σημάτων από και προς τον εγκέφαλο, με άμεσο αντίκτυπο στη λειτουργία των μυών και των αντανακλαστικών.
Παρουσιάζεται σε οποιαδήποτε ηλικία και αφορά τόσο το γυναικείο όσο και το ανδρικό φύλο. Είναι σπάνια ασθένεια και εμφανίζεται με συχνότητα 1 ή 2: 100.000 ανθρώπους.
Τα συμπτώματα αφορούν αρχικά σε μούδιασμα και αδυναμία των ποδιών, τα οποία συμμετρικά διαχέονται σε όλο το σώμα και τα άνω άκρα. Σε σπάνιες περιπτώσεις τα άτομα οδηγούνται σε παράλυση και προβλήματα σε αναπνευστικό και καρδιαγγειακό σύστημα, οπότε χρήζουν άμεσης ιατρικής παρακολούθησης συνήθως σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.
Έχει διαπιστωθεί πως εμφανίζεται συχνά μετά από βακτηριακή ή ιογενή λοίμωξη του αναπνευστικού ή γαστρεντερικού συστήματος ή κατόπιν εμβολιασμού. Τα συμπτώματα μπορούν να εξελιχθούν μέσα σε μερικές ώρες ή μέρες ή ακόμα εβδομάδες. Από την έναρξη των συμπτωμάτων και μέσα σε 2 εβδομάδες επέρχεται η μέγιστη αδυναμία, η οποία μέσα σε μία εβδομάδα υποχωρεί σταδιακά, δίνοντας τη δυνατότητα πλήρους ανάκαμψης, χωρίς όμως να αποκλείεται η πιθανότητα της υποτροπής.
Διάγνωση
Κλινική εξέταση και λήψη ιατρικού ιστορικού από ειδικό νευρολόγο.
Νευροφυσιολογικές εξετάσεις (π.χ. εξέταση ταχύτητας μετάδοσης νευρικού σήματος – nerve conduction velocity test (NCV)).
Oσφυονωτιαία παρακέντηση και εξέταση εγκεφαλονωτιαία υγρού.
Αντιμετώπιση – Θεραπεία
Πλασμαφαίρεση.
Χορήγηση ανασοσφαιρινών.
Χορήγηση κορτικοειδών.
Αντιμετώπιση των επιμέρους συμπτωμάτων – αναπνευστική υποστήριξη με αναπνευστήρα, καρδιακή παρακολούθηση.
Φυσικοθεραπεία και κατάλληλες ασκήσεις για διατήρηση ευελιξίας και ενδυνάμωσης των άκρων και αποφυγή θρομβώσεων (στη φάση της παράλυσης).