Μεγαλύτερη επιβράδυνση της ανάπτυξης της οικονομίας της Ευρωζώνης προβλέπουν οι οικονομικοί αναλυτές που λαμβάνουν μέρος σε σχετική τριμηνιαία έρευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Survey of Professional Forecasters, SPF), υποστηρίζοντας το μήνυμα που έστειλε η τράπεζα για επιβράδυνση του ρυθμού απόσυρσης της νομισματικής στήριξης.
Ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι προειδοποίησε την Πέμπτη ότι η επιβράδυνση της ανάπτυξης της Ευρωζώνης μπορεί να είναι βαθύτερη και μεγαλύτερης διάρκειας από ό,τι αναμενόταν, μία δήλωση που θεωρείται ευρύτερα ότι σηματοδοτεί πως η τράπεζα θα καθυστερήσει την πρώτη αύξηση των επιτοκίων της.
Οι αναλυτές προβλέπουν αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 1,5% το 2019 έναντι 1,8% στην προηγούμενη τριμηνιαία έρευνα. Αντίστοιχα, προβλέπουν ότι ο πληθωρισμός θα ανέλθει στο 1,5% φέτος, χαμηλότερα από το 1,7% που προέβλεπαν και αρκετά κάτω από τον στόχο της ΕΚΤ που είναι σχεδόν 2%. Ανησυχητική για την ΕΚΤ είναι η πρόβλεψη των αναλυτών ότι ο πληθωρισμός το 2023 θα ανέλθει στο 1,8% έναντι 1,9% της προηγούμενης πρόβλεψης, υποδηλώνοντας ότι μειώνεται η εμπιστοσύνη στην ικανότητα της ΕΚΤ να επιτύχει τον στόχο της.
Η ΕΚΤ δεν επιτυγχάνει τον στόχο της για τον πληθωρισμό από το 2013, αλλά υποστηρίζει ότι τα μέτρα στήριξης είναι αποτελεσματικά και δημιουργούν ανοδικές πιέσεις στις τιμές, επιτρέποντας μία ομαλοποίηση της πολιτικής μετά από πολλά έτη πρωτοφανούς στήριξης. Η ΕΚΤ τερμάτισε το πρόγραμμα αγορών ομολόγων πριν από λίγες εβδομάδες και έχει διαμηνύσει εδώ και πολύ καιρό ότι τα επιτόκια θα μείνουν σταθερά έως το τέλος του καλοκαιριού, προδιαθέτοντας για μία αύξησή τους αργότερα στο έτος. Οι αγορές, όμως, προεξοφλούν μία αύξηση των επιτοκίων μόνο για τα μέσα του 2020, καθώς η οικονομία της Ευρωζώνης σημειώνει τη μεγαλύτερη επιβράδυνση των τελευταίων πέντε και πλέον ετών, χωρίς να φαίνεται στον ορίζοντα μία ανάκαμψη.
Οι αναλυτές προβλέπουν ανάπτυξη 1,5% το 2020 έναντι 1,6% προηγουμένως. Για το ίδιο έτος, προβλέπουν πληθωρισμό 1,6% έναντι 1,7% πριν από τρεις μήνες. Η πρόβλεψη για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη μειώθηκε επίσης στο 1,5% από 1,6%.