Την οργισμένη αντίδραση του βρετανικού και διεθνούς λόμπι για την επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα προκάλεσε η συνέντευξη που παραχώρησε στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου. Οι δηλώσεις του Χάρτβιχ Φίσερ αναπαρήχθησαν από τον βρετανικό Τύπο – με δημοσιεύματα, μεταξύ άλλων, στην «Ντέιλι Μέιλ» και την «Ιντιπέντεντ» -, ενώ προκάλεσαν ζωηρή συζήτηση στο Twitter και στο Facebook.
«Το ιμπεριαλιστικό πατρονάρισμα του Βρετανικού Μουσείου δεν έχει όρια. Σύμφωνα με τον διευθυντή του, η “μετατόπιση” των Γλυπτών του Παρθενώνα, δηλαδή η λεηλασία τους από τον λόρδο Ελγιν, ήταν μια “δημιουργική πράξη”. Πρόκειται για εκπληκτικό ιστορικό ρεβιζιονισμό και αλαζονεία. Τι το δημιουργικό έχει η καταστροφή του ναού και η λεηλασία των κλειδιών της αρχαίας Ιστορίας ενός έθνους;» δήλωσε στα «ΝΕΑ» ο Γιώργος Βάρδας, γενικός γραμματέας της Διεθνούς Ενωσης για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα και αντιπρόεδρος της ομώνυμης ένωσης της Αυστραλίας.
Στη συνέντευξή του, ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου απέκλεισε το ενδεχόμενο μόνιμης επιστροφής ή επ’ αόριστον δανεισμού των Γλυπτών στην Ελλάδα, αλλά και την περίπτωση οποιουδήποτε δανεισμού εάν η χώρα μας δεν αναγνωρίσει ότι ιδιοκτήτης των Γλυπτών είναι οι Βρετανοί. «Οι απαντήσεις του κ. Φίσερ είναι εξόχως αποκαλυπτικές. Εχω την εντύπωση ότι ο Ευρωπαίος μέσα του δίνει μάχη με τον πιστό διευθυντή του Μουσείου, ο οποίος πρέπει να συμμορφωθεί με τη γραμμή του ιδρύματος προκειμένου να εξασφαλίσει την επαγγελματική του επιβίωση. Εχει μια εξαιρετική δουλειά. Γιατί να διακινδυνεύσει να τη χάσει;» σχολίασε δηκτικά στα «ΝΕΑ» η ντέιμ Τζάνετ Σούζμαν, πρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών του Παρθενώνα. «Είναι καιρός αυτά τα αξεπέραστα γλυπτά να επιστρέψουν εκεί από όπου προέρχονται, έτσι ώστε να σχηματίσουν όλοι μια πλήρη εικόνα της ιστορίας που αντιπροσωπεύουν, σε αντίθεση με την κατακερματισμένη εικόνα που παρουσιάζουν στο Λονδίνο» πρόσθεσε η διεθνούς φήμης σαιξπηρική ηθοποιός.
Αίσθηση προκάλεσαν οι ισχυρισμοί του Χάρτβιχ Φίσερ ότι η «μετατόπιση» των Γλυπτών από την Αθήνα στο Λονδίνο ήταν «μια δημιουργική πράξη» και ότι η ιστορία του Παρθενώνα «εμπλουτίζεται» από το γεγονός ότι κάποια τμήματά του βρίσκονται στο Λονδίνο. «Σε αντίθεση με τον ψευδή ισχυρισμό του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου, η ιστορία του μνημείου του Παρθενώνα όχι μόνο δεν “εμπλουτίζεται” από το γεγονός ότι τμήματά του βρίσκονται διασκορπισμένα σε μουσεία, αλλά υποβαθμίζεται σημαντικά» δήλωσε στα «ΝΕΑ» ο Πολ Κάρτλετζ, ομότιμος καθηγητής Ελληνικού Πολιτισμού του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. «Ο καλύτερος τρόπος για να θαυμάσει κανείς τα σωζόμενα κομμάτια είναι είτε στην ίδια την Ακρόπολη είτε στο Μουσείο Ακρόπολης, όχι στο Βρετανικό Μουσείο όπου εκτίθενται με φριχτά διαστρεβλωτικό τρόπο. Η αποικιοκρατική ιδιοποίηση αντικειμένων ίσως ήταν αποδεκτή για κάποιους στις αρχές του 19ου αιώνα, αλλά σίγουρα δεν είναι ή δεν πρέπει να είναι αποδεκτή από κανέναν στον 21ο αιώνα» πρόσθεσε ο διακεκριμένος καθηγητής.
«ΑΝΗΚΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ». «Η μετατόπιση των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι το αντίθετο της “δημιουργικής πράξης”. Το ποιος είναι ο ιδιοκτήτης τους είναι αδιαμφισβήτητο: ανήκουν στη χώρα προέλευσής τους, την Ελλάδα» επισήμανε η Κριστίνα Μποργκ, επικεφαλής του Τμήματος Λογοτεχνίας της εφημερίδας «Σάντεϊ Τάιμς».
«Δηλώσεις του τύπου “δεν δανείζουμε εάν δεν αναγνωρίσετε ότι εμείς είμαστε οι ιδιοκτήτες” είναι βαθιά αντιδημοκρατικές. Το Μουσείο Ακρόπολης είναι το μοναδικό μέρος στη γη όπου μπορεί κανείς να βιώσει μια ενιαία, μοναδική εμπειρία που περιλαμβάνει ταυτόχρονα τον Παρθενώνα και τα Γλυπτά του» σχολίασε η Μάρλεν Γκόντγουιν, υπεύθυνη Διεθνών Σχέσεων της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών.
Συμπτωματικά, στο χθεσινό τους φύλλο οι «Σάντεϊ Τάιμς» δημοσίευσαν εκτενές αφιέρωμα στην Ελλάδα με ιδιαίτερη αναφορά στις «κουλ γειτονιές της Αθήνας», όπου το Κουκάκι έχει περίοπτη θέση λόγω της γειτνίασής του με το Μουσείο Ακρόπολης και τον Παρθενώνα.
Σε ανακοίνωσή του, το Βρετανικό Μουσείο υπερασπίστηκε τις δηλώσεις του Φίσερ στα «ΝΕΑ», επισημαίνοντας ότι «αποτελούν πάγιες θέσεις του μουσείου» και ότι «προκύπτει μεγάλο δημόσιο όφελος» από την έκθεση των Γλυπτών στο Λονδίνο επειδή «μπορεί κανείς να τα θαυμάσει στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας συλλογής».
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΖΟΡΜΠΑ. Με δήλωσή της στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, η υπουργός Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά σχολίασε τις θέσεις του Χάρτβιχ Φίσερ ως εξής: «Η Ελλάδα είναι ο γενέθλιος τόπος των Γλυπτών του Παρθενώνα, η Αθήνα είναι η πόλη τους, η Ακρόπολη και το Μουσείο της είναι ο φυσικός τους χώρος. Η δήλωση του κ. Φίσερ περί “νόμιμου ιδιοκτήτη” επιδεικνύει μια στενή, κυνική διαχειριστική αντίληψη. Είναι λυπηρό να ακούγεται από τον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου και γνωστό ιστορικό τέχνης. Υποβαθμίζει την πολιτιστική κληρονομιά από ανεκτίμητη οικουμενική αξία σε αγοραπωλησία. Παρόμοιες απόψεις είναι διαμετρικά αντίθετες με τις αντιλήψεις που επικρατούν σήμερα στο διεθνές πεδίο του πολιτισμού. Αποτελούν υπολείμματα της αποικιοκρατίας και αγνοούν τη διεθνή συζήτηση και τις Διακηρύξεις της UNESCO. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για ένα ακρωτηριασμένο μνημείο, σύμβολο της χώρας διαχρονικά, στο οποίο οφείλεται η επανένωση και αποκατάστασή του, σύμφωνα με τη βασική αρχή της “ακεραιότητας”, όπως επιβάλλει η Σύμβαση της UNESCO του 1972».